Περιορισμένος είναι ο αριθμός των μεγάλων διαθέσιμων οικοπέδων, κατάλληλων για την ανέγερση συγκροτημάτων κατοικιών μεγάλης κλίμακας, προκειμένου να αντιμετωπιστεί το σημαντικό έλλειμμα προσφοράς, ειδικά στο λεκανοπέδιο της Αττικής. Τα ελεύθερα οικόπεδα που ξεπερνούν τα 1.000 τ.μ. είναι περισσότερα στα βόρεια και στα ανατολικά προάστια, καθώς, σύμφωνα με έρευνα της Prosperty, αυτά αποτελούν περίπου το 1/3 των πωλούμενων εκτάσεων στις εν λόγω περιοχές. Αντιθέτως, στα νότια προάστια, στον Πειραιά και φυσικά στο κέντρο της Αθήνας, τα προς πώληση οικόπεδα επιφάνειας άνω των 1.000 τ.μ. είναι πολύ λιγότερα. Ειδικά στο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας απαντώνται μόλις 145 οικόπεδα άνω των 1.000 τ.μ. ή το 10% του συνόλου, ενώ στο κέντρο ο αριθμός τους επίσης είναι πολύ μικρός (158), αποτελώντας μόλις το 6% των συνολικών οικοπέδων που διατίθενται προς πώληση. Προς το παρόν, βέβαια, τέτοιου είδους έργα είναι ελάχιστα, είτε λόγω γραφειοκρατικών και πολεοδομικών εμποδίων είτε λόγω της επενδυτικής ανασφάλειας που έχει δημιουργηθεί στην αγορά μετά την κατάργηση των μπόνους δόμησης του ΝΟΚ από το ΣτΕ. Από την άλλη πλευρά, ο πολεοδομικός σχεδιασμός παραπέμπεται πλέον στο 2027, όταν και αναμένεται να αρχίσει η έκδοση των πρώτων προεδρικών διαταγμάτων των νέων Τοπικών Χωροταξικών Σχεδίων (ΤΧΣ). Μέχρι τότε, η ασάφεια και η ανασφάλεια θα συνεχίσουν να επικρατούν στην αγορά ακινήτων, αποτρέποντας τις νέες επενδύσεις, ειδικά όταν αυτές είναι μεγάλης κλίμακας. Εν τω μεταξύ, γεμάτη προκλήσεις είναι και η αγορά των οικοπέδων, εξαιτίας της απροθυμίας των περισσότερων οικοπεδούχων να περιορίσουν τις απαιτήσεις τους, παρότι πλέον τα ακίνητά τους «χτίζουν» κτίρια μικρότερης επιφάνειας και μειωμένου όγκου. Πηγές της αγοράς αναφέρουν ότι η διαπραγμάτευση είναι πρακτικά αδύνατη λόγω της άρνησης των ιδιοκτητών να μειώσουν τις ζητούμενες τιμές ή το ποσοστό της αντιπαροχής.