Το 1999, είκοσι πέντε χρόνια πριν, όταν η «Μαρινόπουλος» μεσουρανούσε στο ελληνικό λιανεμπόριο, έχοντας φέρει στην Ελλάδα τη μόδα των υπερμάρκετ, πρώτα με τα Prisunic Μαρινόπουλος, στη συνέχεια σε συνεργασία με την Continent και μετά με την Carrefour, ενώ δίπλα του αναπτύσσονταν επίσης ιστορικές ελληνικές αλυσίδες, όπως η «ΑΒ Βασιλόπουλος», η «Βερόπουλος», η «Σκλαβενίτης» μόνο στην Αττική και η «Μασούτης» στη Βόρεια Ελλάδα, δύσκολα θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος ότι δύο από τις παραπάνω αλυσίδες και περίπου άλλες 60 ακόμη δεν θα υπήρχαν πια εν έτει 2024. Ακόμη πιο δύσκολα, ίσως, θα μπορούσε να φανταστεί κάποιος ότι την εποχή της άνθησης του Χρηματιστηρίου, μια γερμανική εκπτωτική αλυσίδα, η οποία διέθετε τα είδη σε παλέτες μέσα στα καταστήματα και ξεκινούσε το ταξίδι της στην ελληνική αγορά από τη Θεσσαλονίκη, αντί για την Αθήνα, θα βρισκόταν σήμερα στη 2η θέση του κλάδου των σούπερ μάρκετ. Ορόσημο σε αυτή την τελευταία 25ετία ήταν η κατάρρευση της «Μαρινόπουλος» το 2016, καθώς οδήγησε στην ξαφνική μεγέθυνση της «Σκλαβενίτης», η οποία από μια μεγάλη αλυσίδα μεν, με εμβέλεια όμως μόνο στην Αττική, μετατράπηκε μέσα σε μερικούς μήνες στον μεγαλύτερο λιανέμπορο της χώρας με δραστηριότητα και στην Κύπρο. Πλέον η «Ελληνικές Υπεραγορές Σκλαβενίτης», που περιλαμβάνει μόνο τη δραστηριότητα των καταστημάτων «Σκλαβενίτης» στην Ελλάδα, κάνει τζίρο 4,3 δισ. ευρώ, ενώ ο όμιλος συνολικά ξεπέρασε σε κύκλο εργασιών τα 5 δισ. ευρώ, φτάνοντας το 2023 τα 5,16 δισ. ευρώ. Ιδιαίτερη βαρύτητα για τον κλάδο, η οποία αναμένεται να ενταθεί τα επόμενα χρόνια, έχουν τρεις νέοι παράγοντες: το ηλεκτρονικό εμπόριο, οι πλατφόρμες παραγγελιοληψίας και διανομής (efood και Wolt), οι οποίες αναπτύσσουν και το δικό τους δίκτυο σούπερ μάρκετ, καθώς και τα καταστήματα ευκολίας (convenience stores).