O «πρόσκοπος» δεν ταίριαζε με την Goldman Sachs
Οταν ο Τζέιμς Κάτζμαν, υψηλόβαθμο στέλεχος και εταίρος της Goldman Sachs (GS), κάλεσε στη γραμμή παραπόνων και καταγγελιών της εταιρείας για να αναφέρει σοβαρά προβλήματα στην εργασιακή του καθημερινότητα, περίμενε να τύχει σοβαρής αντιμετώπισης. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρει η εφημερίδα The New York Times, o κ. Κάτζμαν, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για τη στρατηγική συγχωνεύσεων και εξαγορών της GS στη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ, είχε απηυδήσει με τους συναδέλφους του, οι οποίοι τον πίεζαν να τους αποκαλύψει εμπιστευτικές πληροφορίες – τις πληροφορίες αυτές τις χρησιμοποιούσαν στη συνέχεια προς όφελος της τράπεζας και, ενδεχομένως, εις βάρος πελατών της. Το 2014 αποφάσισε να δράσει και να αναφέρει το γεγονός. Συν τοις άλλοις είχε εκνευριστεί επειδή η Goldman Sachs προσπάθησε να προσλάβει τον γιo ενός πελάτη της, ο οποίος μάλιστα φέρεται να είπε ψέματα στη συνέντευξη.
Ο Τζέιμς Κάτζμαν περίμενε πως οι δικηγόροι της εταιρείας (δηλαδή η εταιρεία Fried, Frank, Harris, Shriver & Jacobson) θα γνωστοποιούσαν τις καταγγελίες του στη διοίκηση και θα τις παρέπεμπαν προς διερεύνηση σε εξωτερικούς δικηγόρους. Αντ’ αυτού, επιλήφθηκαν της υπόθεσης υψηλόβαθμα διοικητικά στελέχη της Goldman Sachs, μεταξύ των οποίων ο Nτέιβιντ Σόλομον, ο οποίος στη συνέχεια προήχθη στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου. Οπως αποκάλυψαν στην εφημερίδα έγκυρες πηγές, ο κ. Σόλομον συνέστησε στον κ. Κάτζμαν να αγνοήσει τα όσα έχουν συμβεί, επειδή απλά αποτελούν συνήθη πρακτική στον κλάδο των χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών. Λέγεται ότι ο κ. Σόλομον θεώρησε υπερβολικές τις αντιδράσεις του κ. Κάτζμαν.
Εντέλει, το 2015, o Τζέιμς Κάτζμαν αποχώρησε από την Goldman Sachs, αφότου υπέγραψε συμφωνία εμπιστευτικότητας. Πάντως, όπως αναφέρουν οι New York Times, δεν είναι σαφές εάν συμμερίζονταν τις θέσεις του κ. Κάτζμαν και άλλοι συνάδελφοί του. Υπηρέτησε την Goldman Sachs επί 17 χρόνια και έχαιρε σεβασμού ως ένα επιτυχημένο στέλεχος στην επενδυτική τραπεζική. Φίλοι και πρώην συνεργάτες του τον αποκαλούν «πρόσκοπο», επειδή κατ’ αυτούς είχε εμμονική προσήλωση στους ηθικούς κανόνες και τη δεοντολογία. Αναφερόμενος σε μία επιχειρηματική συμφωνία, την οποία είχε φέρει εις πέρας το 2014, ο Τζέιμς Κάτζμαν είχε πει: «Προτιμώ να ηττηθώ, κάνοντας το σωστό, παρά να νικήσω, κάνοντας λάθος». Είναι μία διάσημη ρήση, που αποδίδεται στον Τζέιμς Γκάρφιλντ, πρόεδρο των ΗΠΑ για μία βραχύτατη περίοδο τεσσάρων μηνών το 1881. Ο Τζέιμς Κάτζμαν ανήκε σε μία από τις ισχυρότερες ομάδες της Γουόλ Στριτ. Ως εταίρος της GS κέρδισε πολλά εκατομμύρια δολάρια και είχε στο πελατολόγιό του μεγάλους ομίλους όπως οι Clorox, Hersley και Αllergan. Το 2014 ήταν επικεφαλής της ομάδας που είχε αναλάβει να αποκρούσει την επιθετική προσφορά εξαγοράς της Allergan από τη Valeant και τα επενδυτικά κεφάλαια Pershing Square Capital. Tότε τον προσέγγισε συνεργάτης του, ζητώντας του απόρρητες πληροφορίες για την Allergan, τις οποίες θα μετέφερε σε άλλον πελάτη της Goldman Sachs. Ο Τζέιμς Κάτζμαν αντέτεινε πως, εάν το έπραττε, θα παραβίαζε βασικούς κανόνες δεοντολογίας. Οπως παρατηρούν οι ΝΥΤ, η GS φαίνεται πως συνεχίζει την ίδια τακτική, ανεξαρτήτως του ότι εξαιτίας αυτής η εικόνα της είχε τρωθεί σοβαρότατα στη διάρκεια της κρίσης: δηλαδή εξακολουθεί να εκμεταλλεύεται τους πελάτες της για να κερδίσει όσο το δυνατόν περισσότερα.
Πηγή: kathimerini.gr