Φοροδοξίες: Γνωρίζετε ότι…
Ραγδαίες είναι οι νομολογιακές εξελίξεις στο ζήτημα της παραγραφής. Η πρόσφατα εκδοθείσα υπ’ αρ. 675/2017 απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας έκρινε ιδιαίτερα περιοριστικά το δικαίωμα του νομοθέτη να παρατείνει συνεχώς την παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου να επιβάλει φόρο. Ωστόσο, παραπέμπει το θέμα στην ολομέλεια, η οποία καλείται να επιλύσει ίσως τον σημαντικότερο γόρδιο δεσμό της φορολογικής και δημοσιονομικής πολιτικής, καθώς και της ασφάλειας δικαίου του πολίτη. Οι σκέψεις του Συμβουλίου της Επικρατείας είναι ιδιαίτερα εύστοχες και αντανακλούν την ανάγκη για ασφάλεια δικαίου των φορολογουμένων για να απελευθερωθεί ο φορολογούμενος από την ομηρία που βρίσκεται, αφού είναι πρακτικά αδύνατο να απαντηθεί ποια έτη έχουν παραγραφεί. Σταχυολογούμε παρακάτω τα βασικότερα συμπεράσματα της απόφασης αυτής:
• Αντισυνταγματικές κρίνει τις διατάξεις που παρατείνουν την παραγραφή, δεδομένου ότι η διάρκεια της παραγραφής είναι ουσιαστικό στοιχείο της φορολογικής υποχρέωσης και πρέπει να καθορίζεται εκ των προτέρων. Η επιμήκυνσή της είναι δυνατή μόνον με διάταξη που θεσπίζεται το αργότερο το επόμενο έτος από αυτό όπου γεννάται η φορολογική υποχρέωση, σύμφωνα δηλαδή με τις προϋποθέσεις του Συντάγματος.
• Ανίσχυρη θεωρεί διάταξη νόμου για παράταση του χρόνου παραγραφής φορολογικών αξιώσεων που ανατρέχει σε πέρα από το προηγούμενο της δημοσίευσης έτος, ως αντίθετη στην αρχή του κράτους δικαίου και στην αρχή της ασφάλειας δικαίου που κατοχυρώνονται από το Σύνταγμα. Μία τέτοια διάταξη θα τροποποιούσε εις βάρος των φορολογουμένων το νομοθετικό καθεστώς που ίσχυε κατά τον χρόνο γενέσεως των φορολογικών υποχρεώσεων. Επίσης, η παραγραφή πρέπει να έχει εύλογη διάρκεια με βάση την αρχή της αναλογικότητας.
• Η αρχή της ασφάλειας δικαίου επιβάλλει τη σαφήνεια και την προβλέψιμη εφαρμογή των κανονιστικών ρυθμίσεων και πρέπει να τηρείται με ιδιαίτερη αυστηρότητα όταν οι διατάξεις αυτές μπορούν να έχουν σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις στους ενδιαφερομένους. Η κατάσταση του φορολογουμένου δεν μπορεί να τίθεται επ’ αόριστον σε αμφιβολία. Έτσι, η προθεσμία παραγραφής πρέπει να ορίζεται εκ των προτέρων και να είναι επαρκώς προβλέψιμη για τον φορολογούμενο.
• Οι διατάξεις περί παραγραφής πρέπει να καθιστούν μεν δυνατή την άσκηση αποτελεσματικού ελέγχου από τις φορολογικές αρχές, χωρίς όμως να ενθαρρύνεται η απραξία των φορολογικών αρχών. Η μεγάλη διάρκεια του χρόνου παραγραφής και η παράτασή του εκ των υστέρων κοντά στον χρόνο λήξης της ενθαρρύνουν την απραξία των τελευταίων.
• Οι φορολογούμενοι δεν πρέπει να αφήνονται έκθετοι σε μακρά περίοδο ανασφάλειας δικαίου, καθώς ο παράγων αυτός σε συνδυασμό με τις συνεχείς μεταβολές της φορολογικής νομοθεσίας συνιστούν αποτρεπτικό παράγοντα για τον προγραμματισμό και την ανάπτυξη οικονομικών δραστηριοτήτων. Επιπλέον, επιφέρουν δυσμενείς επιπτώσεις στην ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, ιδιαίτερα σε περιόδους οικονομικής κρίσεως.
• Οι φορολογούμενοι δεν είναι σε θέση να αμυνθούν έναντι του ελέγχου μετά την παρέλευση μακρού χρόνου από το γεγονός που γεννά τη φορολογική υποχρέωση και την κτήση του περιουσιακού οφέλους που διέφυγε τη φορολογία. Επίσης, δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές υποχρεώσεις που προκύπτουν από τον έλεγχο, είτε οι ίδιοι είτε πολύ περισσότερο οι κληρονόμοι τους.
• Το Δημόσιο δεν μπορεί να αφήνεται έκθετο στον κίνδυνο αδυναμίας είσπραξης των ποσών που βεβαιώνονται έπειτα από μακρό χρόνο από τη γένεση των φορολογικών υποχρεώσεων, καθώς είναι ενδεχόμενες εν τω μεταξύ η επιδείνωση της κατάστασης του φορολογούμενου και η απώλεια του περιουσιακού οφέλους που αποκτήθηκε.
• Σκοπός των φορολογικών ελέγχων δεν είναι ούτε η τιμωρία των φορολογουμένων ούτε απλώς η βεβαίωση φόρων και προστίμων, αλλά η είσπραξη τους. Μόνο με την είσπραξη των φόρων επιτυγχάνεται ο επιδιωκόμενος σκοπός της κάλυψης των δαπανών που απαιτούνται για τη λειτουργία του κράτους και την εκπλήρωση των υποχρεώσεών του έναντι των πολιτών.
• Η φορολογική διοίκηση διατρέχει τον κίνδυνο να επικεντρώνει την προσοχή της στη διενέργεια ελέγχων που αφορούν εκκρεμότητες παρελθόντων ετών και δεν είναι σε θέση να ασκήσει έγκαιρα ελέγχους, οι οποίοι θα ήταν πιο αποτελεσματικοί και θα συνέβαλαν στην εμπέδωση φορολογικής συνείδησης. Ο έγκαιρος και επίκαιρος έλεγχος θα έδινε τη δυνατότητα στον φορολογούμενο να συμμορφωθεί και να αποφύγει την επανάληψη ενδεχόμενων παραβάσεων και την επιβολή κυρώσεων.
Ας ελπίσουμε ότι και η ολομέλεια του ΣτΕ θα επιδείξει όμοια οξυδέρκεια με αυτήν του Β΄ τμήματος και δεν θα απομακρυνθεί από την προσέγγισή του στο θέμα των αλλεπάλληλων παρατάσεων της παραγραφής. Στην περίπτωση αυτή το φορολογικό έτος 2010 θα είναι παραγεγραμμένο. Τέλος, με ενδιαφέρον αναμένεται σε επόμενο στάδιο η κρίση του Συμβουλίου σχετικά με τη νεοπαγή πρακτική του Δημοσίου να παρατείνει αλλεπάλληλα την παραγραφή με την έκδοση εντολών ελέγχου, η οποία άρχισε νομοθετικά με το Ν. 4141/2013.
Πηγή: kathimerini.gr/ Grant Thornton