Τράπεζες: Ένα νέο δάνειο για κάθε δυο «κόκκινα» που θα εξυγιαίνονται
Δυνατότητα για αύξηση των νέων χορηγήσεων άνω του 11% μέχρι το 2019 έχουν οι τράπεζες, υπό την προϋπόθεση ότι επιτυγχάνονται οι στόχοι για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων στο ίδιο διάστημα.
Με δεδομένο ότι οι χορηγήσεις των τραπεζών κινούνται σήμερα στα 192 δισ. ευρώ, οι τράπεζες μπορούν να αυξήσουν τα νέα τους δάνεια περί τα 20 δισ. ευρώ μέχρι το 2019, στόχος που έχει τεθεί συνολικά για το τραπεζικό σύστημα αν λάβει κανείς υπόψιν τις επιμέρους δηλώσεις των επικεφαλής των τραπεζών κατά τις πρόσφατες γενικές συνελεύσεις. Σημειώνεται ότι μέχρι τα τέλη Δεκεμβρίου 2019, τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα των τραπεζών θα πρέπει να έχουν μειωθεί στα 66,7 δισ. ευρώ, δηλαδή κατά 38% από τα 106,9 δισ. ευρώ τον Ιούνιο του 2016, οπότε και άρχισε να μετρά αντίστροφα για τις τράπεζες το «κοντέρ» του SSM.
Η δυναμική της αύξησης της πιστωτικής επέκτασης τουλάχιστον κατά 11% στο διάστημα που εκτείνεται η στοχοθεσία των τραπεζών για τα NPLs, «προσυπογράφεται» και από την ΤτΕ. Όπως αναφέρεται στην Έκθεση για τη Νομισματική Πολιτική 2016 – 2017, η επίτευξη των στόχων για τη μείωση των «κόκκινων» δανείων, θα μπορούσε να συμβάλει στην ενίσχυση, έως και κατά 11 ποσοστιαίες μονάδες, του σωρευτικού ρυθμού πιστωτικής επέκτασης προς τον ιδιωτικό τομέα το διάστημα δ’ τρίμηνο 2016 – δ’ τρίμηνο 2019. Αυτό σημαίνει ότι την τριετία 2017 – 2019 το υπόλοιπο της χρηματοδότησης των τραπεζών προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά θα μπορούσε να αυξηθεί σωρευτικά κατά ένα υψηλό ποσοστό άνω του 11%, υπό την προϋπόθεση της μείωσης του ποσοστού των επισφαλών δανείων, ποσοστό που συμπίπτει με τον στόχο των τραπεζών για αύξηση των χορηγήσεών τους περί τα 20 δισ. ευρώ.
Η αύξηση των χορηγήσεων από πλευράς τραπεζών θα έπρεπε λογικά να είναι το άμεσο αποτέλεσμα της τελευταίας κεφαλαιακής τους ενίσχυσης το 2015. Ωστόσο, αυτό δεν κατέστη εφικτό λόγω της γεωμετρικής αύξησης των «κόκκινων» δανείων στα χρόνια της κρίσης.
Είναι ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με μελέτη της ΤτΕ, μία αύξηση του αποθέματος των τραπεζικών κεφαλαίων κατά 1% συντελεί, μέσα σε διάστημα μικρότερο των τριών τριμήνων, σε άνοδο του ετήσιου ρυθμού μεταβολής της χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό τομέα κατά 0,1 της ποσοστιαίας μονάδας. Αντίθετα, μία άνοδος του δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων κατά 1 ποσοστιαία μονάδα (π.χ., από 20% σε 21%) συμβάλλει, στο ίδιο χρονικό διάστημα, σε περιορισμό του ρυθμού μεταβολής των τραπεζικών δανείων κατά σχεδόν 1 ποσοστιαία μονάδα.
Με βάση τις διαπιστώσεις της ΤτΕ, η σωρευτική αύξηση της κεφαλαιακής βάσης (λόγω των ανακεφαλαιοποιήσεων των τελευταίων ετών) των τραπεζών συν τις προβλέψεις κατά το διάστημα από α’ τρίμηνο 2013 μέχρι το δ’ τρίμηνο 2016 (21% σε πραγματικούς όρους), θα δικαιολογούσε αύξηση κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες στη σωρευτική μεταβολή της χρηματοδότησης προς τον ιδιωτικό τομέα. Αντ’ αυτού, η σωρευτική μεταβολή της χρηματοδότησης το ίδιο διάστημα συνολικά έφθασε το -4,8% σε πραγματικούς όρους, καθώς το άθροισμα των συνολικών επιδράσεων από τους λοιπούς παράγοντες ήταν ιδιαίτερα αρνητικό και αντιστάθμισε τη θετική συμβολή της αύξησης των τραπεζικών κεφαλαίων.
Σε ό,τι αφορά την άνοδο των επισφαλών δανείων, το διάστημα α’ τρίμηνο 2009 – δ’ τρίμηνο 2016, ο λόγος των δανείων σε καθυστέρηση προς το σύνολο των δανείων αυξήθηκε συνολικά κατά 26,9 ποσοστιαίες μονάδες και εκτιμάται ότι περιόρισε κατά 18,5 ποσοστιαίες μονάδες την αντίστοιχη σωρευτική μεταβολή που θα μπορούσε να υπάρξει στα δάνεια.
Πηγή: capital.gr