Το μοιραίο λάθος της Boeing με το αεροσκάφος 737 Max
Μοιραία απέβη η απόφαση της Boeing να ανανεώσει για τρίτη φορά την πιο επιτυχημένη συνταγή της, το 737, μοντέλο του 1967, αντί να σχεδιάσει ένα εκ θεμελίων νέο αεροσκάφος. Η αλαζονεία, που ορισμένες φορές συνοδεύει την επιτυχία, τύφλωσε την Boeing, η οποία προκειμένου να μην πλήξει προσωρινά την κερδοφορία της δεν προέβη στην τολμηρή επένδυση και οδηγήθηκε τελικά σε μία επίπονη πτώση.
Μια σειρά κακών αποφάσεων και ο ανταγωνισμός με την Airbus οδήγησαν στην πεποίθηση ότι η ανανέωση του επί 50 ετών επιτυχημένου 737 ήταν σοφότερη επιλογή από την κατασκευή ενός νέου αεροσκάφους – γεγονός που διαψεύδεται από τα σημερινά δεδομένα. Σε μια περίοδο που ο αριθμός εμπορικών πτήσεων αυξάνεται κατακόρυφα ενώ ο αντίστοιχος αεροπορικών δυστυχημάτων μειώνεται, το νέο λογισμικό MCAS, που επέλεξε η Boeing να εγκαταστήσει στο 737 Max 8 στο πλαίσιο της ανανέωσής του, φαίνεται από τις πρώτες εκτιμήσεις πως είναι υπεύθυνο για τα δύο δυστυχήματα μέσα σε πέντε μήνες.
Φυσικό επόμενο των πολύνεκρων δυστυχημάτων –346 άτομα αθροιστικά στην Ethiopian Airlines και στη Lion Air– είναι η καθήλωση των εν λόγω αεροσκαφών και η μείωση του ρυθμού παραγωγής σε 42 αεροπλάνα τον μήνα από 52, όπως είχε αρχικώς τεθεί ως στόχος. Το πλήγμα για την Boeing είναι σοβαρό, καθώς ζημιώνεται κατά 1 δισ. δολάρια κάθε επιπλέον μήνα που αδυνατεί να παραδώσει τα 737 Max στις αεροπορικές εταιρείες, σύμφωνα με πρόσφατη εκτίμηση της JP Morgan. Παρότι πολλοί επενδυτές δηλώνουν αισιόδοξοι ότι η εταιρεία θα μπορέσει να ανακάμψει σε βάθος χρόνου, αναλυτές της JP Morgan αναμένουν σημαντική υποχώρηση της κερδοφορίας της εταιρείας κατά 85 – 90 σεντ ανά μετοχή για κάθε πενήντα παραγγελίες που δεν πραγματοποιεί. Η μετοχή της Boeing έχει υποχωρήσει περισσότερο από 12% από το πρώτο αεροπορικό δυστύχημα του Οκτωβρίου. Το γεγονός αυτό είναι παράδοξο, αφού την ίδια στιγμή τουλάχιστον μία στις τρεις εγχώριες πτήσεις που πραγματοποιούνται στις ΗΠΑ, την έδρα της Boeing, εκτελούνται σε 737, ένα ποσοστό πολύ υψηλότερο σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο αεροσκάφος.
Το πλήγμα που δέχεται αυτή τη στιγμή η Boeing φαίνεται πως οφείλεται στην αλαζονική στάση που τήρησε τις τελευταίες δεκαετίες. Το 2011, ενώ η Boeing είχε ήδη ανανεώσει δύο φορές το ιδιαίτερα επιτυχημένο πλην όμως παρωχημένο πλέον 737 και κυριαρχούσε στην αγορά με τεράστιο αριθμό πωλήσεων, είχε ήδη δρομολογήσει την κατασκευή του αντικαταστάτη του. Ωστόσο, η κρίσιμη απόφαση συνέπεσε με την κυκλοφορία του Α320neo της ευρωπαϊκής Airbus. Παρότι στην αρχή η Boeing υποτίμησε την απήχηση που θα μπορούσε να έχει το ανανεωμένο A320neo, η απόφαση της American Airlines, του μεγαλύτερου αγοραστή των αεροσκαφών της Boeing, να συμπεριλάβει το Α320neo στον στόλο της προκάλεσε αναστάτωση στον βασιλιά του κλάδου.
Ως αποτέλεσμα, η Boeing άλλαξε πορεία. Δουλεύοντας σε διπλάσιους ρυθμούς από τους συνηθισμένους και διαθέτοντας ένα περιορισμένο ποσό επένδυσης, αποφάσισε αντί να κατασκευάσει νέο αεροσκάφος, για την ανάπτυξη του οποίου θα χρειαζόταν τουλάχιστον μία δεκαετία, να ανανεώσει για τρίτη φορά στην πολυετή ιστορία του το ήδη υπάρχον 737, σύμφωνα με δημοσιεύματα των New York Times. Το 737 Max κυκλοφόρησε εντέλει το 2017.
Οι νέοι μεγαλύτεροι και αποδοτικότεροι κινητήρες που εγκατέστησε η Boeing στο 737 Max, μιμούμενη το A320neo, σε περίπτωση που τοποθετούνταν στην ίδια θέση με τους προηγούμενους, θα βρίσκονταν πολύ κοντά στο έδαφος. Επομένως μετακινήθηκαν σε υψηλότερη πτέρυγα του αεροσκάφους δημιουργώντας αεροδυναμικό πρόβλημα. Υπό ορισμένες συνθήκες το 737 Max έκλινε επικίνδυνα με αποτέλεσμα να απειλείται από απώλεια στήριξης. Προκειμένου η Boeing να διορθώσει το πρόβλημα, εξόπλισε το αεροσκάφος με νέο λογισμικό. Το λεγόμενο σύστημα MCAS ανίχνευε πότε υπήρχε κίνδυνος απώλειας στήριξης και χαμήλωνε το ρύγχος του αεροσκάφους, ώστε να αυξήσει την ταχύτητα και την άνωση.
Η εταιρεία υποτίμησε τη σημασία του νέου λογισμικού
Το πρόβλημα που πιθανότατα προέκυψε κατά τις μοιραίες πτήσεις, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, είναι ότι το λογισμικό βασιζόταν σε έναν μόνο αισθητήρα. Ο τελευταίος εξέπεμπε λανθασμένο σήμα στο MCAS, το οποίο με τη σειρά του χαμήλωνε το ρύγχος του αεροσκάφους, παρότι δεν υπήρχε πραγματικός κίνδυνος. Η Boeing, υποτιμώντας τη σημασία του νέου λογισμικού, δεν ανέφερε το MCAS στο εκπαιδευτικό υλικό του αεροσκάφους. Οι πιλότοι, μη γνωρίζοντας την ύπαρξη του μηχανισμού, αδυνατούσαν να το διαχειριστούν και προσπαθούσαν να το παρακάμψουν ή να το απενεργοποιήσουν.
Προκειμένου να αποφύγουν την εκ νέου εκπαίδευση των πιλότων και των μηχανικών τους, οι αεροπορικές εταιρείες πίεζαν εξαρχής την Boeing να περιοριστεί σε μικρές αλλαγές στο νέο αεροσκάφος. Από την άλλη πλευρά, η Boeing επιθυμούσε να περιορίσει το κόστος των δοκιμαστικών πτήσεων και τον γραφειοκρατικό δαίδαλο που θα δημιουργούσε η πιστοποίηση των νέων χαρακτηριστικών. Ως αποτέλεσμα, η αμερικανική εταιρεία παρέλειψε ορισμένα αυτοματοποιημένα στοιχεία ασφαλείας, που φέρουν άλλα αεροπλάνα της. Παραδείγματος χάριν, στα ηλεκτρονικά συστήματα των περισσότερων αεροσκαφών εμφανίζεται λίστα καθηκόντων, η οποία πρέπει να συμπληρωθεί πριν από την απογείωση.
Αντιθέτως, στο Max 737 οι πιλότοι καλούνται να ακολουθήσουν πολυπλοκότερη διαδικασία και να συμπληρώσουν την εν λόγω λίστα «στο χέρι», σε έντυπο εγχειρίδιο.
Ακόμη χειρότερο είναι πως οι πιλότοι πρέπει να ανατρέξουν σε έντυπα εγχειρίδια σε περίπτωση οποιασδήποτε δυσλειτουργίας εν πτήσει. Λίγα λεπτά προτού το μοιραίο αεροσκάφος της Lion Air συντριβεί στη θάλασσα της Ιάβας, οι πιλότοι ξεφύλλιζαν τα εγχειρίδια για να βρουν τη λύση στο πρόβλημα του αεροπλάνου. Την ίδια στιγμή, σε άλλα αεροσκάφη της Boeing και της Airbus, η οποιαδήποτε δυσλειτουργία εμφανίζεται αυτόματα στην οθόνη μαζί με προτεινόμενες λύσεις αντιμετώπισής της. Η περιορισμένη χρήση υπολογιστών για τον έλεγχο του αεροσκάφους αποτελεί ένα θέμα διφορούμενο μεταξύ των πιλότων, αφού ορισμένοι ισχυρίζονται πως τους προσφέρει μεγαλύτερη ευχέρεια διαχείρισης του αεροσκάφους, την οποία και προτιμούν. Κανείς και πρωτίστως σε καμία περίπτωση η Boeing δεν πίστευε ότι το 737 Max θα μπορούσε να αποδειχθεί επικίνδυνο. Δύο πολύνεκρα αεροπορικά δυστυχήματα θα μπορούσαν να γονατίσουν ακόμη και ένα γίγαντα του κλάδου, όπως είναι η αμερικανική Boeing. Στον βωμό όμως του κόστους, της βιασύνης και του ανταγωνισμού με τους αντιπάλους θυσιάστηκαν ορισμένα σημαντικά βήματα, που δυστυχώς στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν οι προδιαγραφές ασφαλείας.
Πηγή: kathimerini.gr