Το εκλογικό αποτέλεσμα στη Βρετανία θέτει το Brexit σε διαφορετική βάση
Το εκλογικό αποτέλεσμα των βρετανικών εκλογών έδωσε την ευκαιρία να εκφραστούν ελεύθερα όσοι είναι υπέρ ενός «ήπιου» Brexit, δηλαδή μιας εναλλακτικής συμφωνίας με την Ε.Ε., εντός και εκτός του Συντηρητικού Κόμματος. Η στερλίνα «ανάσανε» λίγο με την προοπτική μιας ήπιας εξόδου, ύστερα από τις απώλειες που έχει υποστεί τους τελευταίους μήνες, όταν η Βρετανή πρωθυπουργός Τερέζα Μέι είχε ταχθεί υπέρ ενός «σκληρού» Brexit. Σήμερα, μετά την αποδυνάμωση της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας των Συντηρητικών, η κ. Μέι θα πρέπει να συμπορευθεί με εκείνους που επιθυμούν μια εναλλακτική συμφωνία, συμπεριλαμβανομένου του Δημοκρατικού Ενωτικού Κόμματος της Βόρειας Ιρλανδίας, με το οποίο πρόκειται να σχηματίσει κυβέρνηση. Σε αυτό το πνεύμα, η κ. Μέι υιοθέτησε και μια πιο συγκαταβατική στάση απέναντι στις Βρυξέλλες. Δέχτηκε, σύμφωνα με το Bloomberg, να συζητηθούν πρώτα οι όροι του «διαζυγίου» με την Ε.Ε. και μετά οι συνθήκες μιας εναλλακτικής εμπορικής σχέσης. Πριν από τις εκλογές, η Βρετανή πρωθυπουργός επέμενε πεισματικά να συζητηθούν μαζί αυτά τα δύο κεφάλαια.
Αντίστροφη μέτρηση
Αξιόπιστες πηγές αποκάλυψαν στους Times πως ο υπουργός Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ θα ασκήσει πιέσεις στην Τερέζα Μέι να μη θέσει επί τάπητος την αποχώρηση της Βρετανίας από την τελωνειακή ένωση όταν ξεκινήσουν οι διαπραγματεύσεις αύριο, 19 Ιουνίου. Ο χρόνος, όμως, τρέχει για την οικονομία της Βρετανίας όταν, παράλληλα, ο λογαριασμός του διαζυγίου εκτιμάται από την Ε.Ε. στα 100 δισ. ευρώ.
Η Βρετανία, δε, είναι μια χώρα που εισάγει περισσότερα τρόφιμα από όσα εξάγει, γεγονός που καθιστά τα νοικοκυριά ακόμη πιο ευάλωτα σε μια αύξηση του κόστους διαβίωσης, ιδιαίτερα όταν οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι εδώ και μία δεκαετία. Το εμπορικό έλλειμμα τροφίμων και ποτών της Βρετανίας αυξήθηκε κατά 19%, στα 6,2 δισ. στερλίνες, το α΄ τρίμηνο του έτους παρά την αύξηση της εξωτερικής ζήτησης σε τζιν, ουίσκι και σολομό.
Μείωση εισοδημάτων
Η αγοραστική δύναμη των πολιτών της χώρας, εν τω μεταξύ, εξασθενεί σταδιακά, λόγω της υποχώρησης της στερλίνας και της συνακόλουθης αύξησης του πληθωρισμού, που έχει αναρριχηθεί στο υψηλότερο επίπεδο από τον Σεπτέμβριο του 2013, φθάνοντας το 2,7% τον Απρίλιο του 2017. Μάλιστα, ο πληθωρισμός ήταν υψηλότερος από την αύξηση των μισθών, με αποτέλεσμα οι μισθοί πέραν των μπόνους να παρουσιάζουν, κατά μέσον όρο, πτώση 0,7% σε πραγματικούς όρους στη διάρκεια του Απριλίου.
Ακόμα πιο δυσοίωνη είναι η πρόβλεψη της βρετανικής στατιστικής υπηρεσίας, βάσει της οποίας ο μέσος εργαζόμενος θα κερδίζει λιγότερα το 2021, συγκριτικά με το 2008. Μπορεί να μην προβλέπεται ύφεση στη βρετανική οικονομία λόγω του Brexit, όμως εκφράζονται φόβοι για την παγίωση μιας κατάστασης με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, της τάξεως του 1,5% με 1,75%, ετησίως, το τρέχον και το επόμενο έτος. Ηδη η δραστηριότητα στη βρετανική οικονομία κινήθηκε το πρώτο τρίμηνο του 2017 σε χαμηλότερους του αναμενομένου ρυθμούς. Διαμορφώθηκε στο 0,2% συγκριτικά με το τέταρτο τρίμηνο του 2016, όταν η ανάπτυξη είχε κυμανθεί σε ρυθμό 0,7%. Η απόφαση των Βρετανών να αποχωρήσουν από την Ε.Ε. ερμηνεύθηκε ως απόρριψη της πολιτικής ελίτ από εκατομμύρια πολίτες που το βιοτικό τους επίπεδο επιδεινώνεται, ενώ το Λονδίνο έχει εξελιχθεί σε επίκεντρο ενός υπερφίαλου τραπεζικού κλάδου, όπως σχολιάζει ο Πίτερ Γκούντμαν, αρθρογράφος της εφημερίδας New York Times. Σήμερα, μετά το δημοψήφισμα, η μεταφορά τραπεζικών δραστηριοτήτων από το Σίτι σε άλλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες είναι από τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν τη Βρετανία και τις Βρυξέλλες. Βέβαια, ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν είπαν ότι οι «πόρτες της Ε.Ε.» είναι ανοικτές εάν η Βρετανία αποφασίσει να αποσύρει τα σχέδια για το Brexit. Ομως ακόμη και αν εύχονταν κάτι τέτοιο οι Συντηρητικοί, πώς θα μπορούσαν να δικαιολογήσουν πολιτικά αυτήν την οπισθοδρόμηση, όσο ωφέλιμη και αν ήταν για την οικονομία;
Πηγή: kathimerini.gr