Στόχος η μείωση πρωτογενούς πλεονάσματος από το 2021
Αντιμέτωπη με τη διπλή πρόκληση να εξοικονομήσει πόρους για το πρόγραμμα των φοροελαφρύνσεων που σχεδιάζει, αλλά και να καλύψει το δημοσιονομικό κενό που βλέπει η Κομισιόν μετά τις παροχές Τσίπρα, θα βρεθεί το προσεχές διάστημα η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας. Ο τρόπος που σχεδιάζει, σύμφωνα με πληροφορίες από πηγές του επιτελείου της, να απαντήσει στην πρόκληση περιλαμβάνει:
1. Μια σειρά παρεμβάσεων, κυρίως για τη μείωση των δαπανών, αλλά και για την αύξηση των εσόδων.
2. Βελτιώσεις στις ρυθμίσεις των 120 δόσεων και του μειωμένου ΦΠΑ στην εστίαση.
3. Μια συμφωνία με τους δανειστές για τη μείωση του στόχου του 3,5% του ΑΕΠ για τα πρωτογενή πλεονάσματα, από το 2021. Φυσικά, πάνω απ’ όλα καθοριστικό ρόλο θα παίξει η επίτευξη υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης, μέσω της εφαρμογής τολμηρού μεταρρυθμιστικού προγράμματος.
Η μείωση του στόχου για τα πρωτογενή πλεονάσματα θα έλυνε τα χέρια στη νέα κυβέρνηση, καθώς θα απελευθέρωνε δημοσιονομικό χώρο για φοροελαφρύνσεις. Ομως, είναι βέβαιο ότι η σχετική διαπραγμάτευση θα συναντήσει δυσκολίες, καθώς κάτι τέτοιο θα άλλαζε την ανάλυση βιωσιμότητας χρέους. Οπως υποστηρίζουν στον ΕSM, τα πρωτογενή πλεονάσματα είναι η συνεισφορά της Ελλάδας για τη μείωση του χρέους της, έναντι των μέτρων ελάφρυνσης που συμφώνησαν οι δανειστές τον περασμένο Ιούνιο.
Το αντεπιχείρημα, το οποίο υποστηρίζει και ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Γιάννης Στουρνάρας, είναι ότι τα υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα στερούν αναπτυξιακή δυναμική από τη χώρα, τη στιγμή που την έχει ανάγκη περισσότερο από οτιδήποτε άλλο.
Στο επιτελείο της Ν.Δ., σημειώνουν ότι το αίτημα για μείωση του στόχου του 3,5% του ΑΕΠ θα τεθεί στους δανειστές από την πρώτη στιγμή. Ωστόσο, έχοντας –προφανώς– επίγνωση των δυσκολιών διαπραγμάτευσης και του περιορισμένου χρονικού περιθωρίου ώς την κατάρτιση του προσχεδίου του προϋπολογισμού του 2020, μεταφέρουν ότι ο προϋπολογισμός της επόμενης χρονιάς θα διατηρήσει τον στόχο του 3,5% του ΑΕΠ και η μείωσή του θα επιδιωχθεί από το 2021. Προσδοκούν, πάντως, ότι τον Απρίλιο του 2020 θα επιβεβαιωθούν τα καλά αποτελέσματα που προσδοκούν και θα πείσουν έτσι τους δανειστές ότι υπάρχει διαρθρωτικό υπόβαθρο για τη μείωση του στόχου, καθώς και για την πιθανή επίσπευση κάποιων από τα μέτρα του προγράμματός τους.
Εν τω μεταξύ, η Ν.Δ. θα κληθεί να καλύψει ένα δημοσιονομικό κενό, που προκάλεσαν τα μέτρα Τσίπρα ήδη από φέτος, αλλά που επεκτείνεται και στο 2020. Η Κομισιόν στην έκθεσή της υπολόγισε ότι το κόστος των μέτρων θα είναι 1,1%-1,4% του ΑΕΠ φέτος και 1,2%-1,5% του ΑΕΠ το 2020 και –δεδομένου ότι δεν προβλέπει υπερπλεόνασμα, όπως η απερχόμενη κυβέρνηση– ουσιαστικά περιμένει ισόποσα αντισταθμιστικά. Πάντως, οι οριστικοί της υπολογισμοί θα ανακοινωθούν τον Σεπτέμβριο. Η ΤτΕ εκτιμά το φετινό δημοσιονομικό κενό στο 0,6% του ΑΕΠ.
Η Ν.Δ., σύμφωνα με πληροφορίες από πηγές της, προγραμματίζει τις εξής παρεμβάσεις:
1. Επισκόπηση δαπανών (spending review) από την οποία υπολογίζει ότι μπορούν να εξοικονομηθούν 400 εκατ. ευρώ σε βάθος διετίας –ίσως λιγότερα φέτος– και να φτάσει τελικά η εξοικονόμηση τα 700 εκατ. ευρώ, ή 0,4% του ΑΕΠ.
2. Αν χρειαστεί, μείωση στο 90% από 100% του ποσοστού διάθεσης των πιστώσεων του προϋπολογισμού, εξοικονομώντας 200 εκατ. ευρώ.
3. Για το 2020 να συγκρατηθούν οι μεταβιβάσεις σε ΔΕΚΟ από τον κρατικό προϋπολογισμό (στόχος τα 400 εκατ. ευρώ) με παράλληλη επιδίωξη αύξησης των εσόδων τους (συγκοινωνίες, ταχυδρομεία).
4. Διατήρηση της υφιστάμενης σχέσης προσλήψεων/αποχωρήσεων (1/5) και ενδεχομένως μικρή χαλάρωσή της, αν είναι δυνατόν, αλλά όχι στο 1/1, εξοικονομώντας 75 εκατ. ευρώ ή 300 εκατ. ευρώ στην τετραετία.
5. Ηλεκτρονική διακυβέρνηση (εξοικονόμηση 150 εκατ. ευρώ το 2020-2021) και αξιοποίηση των ανενεργών ακινήτων (μόνο από τα ακίνητα του ΕΦΚΑ μπορούν να εξοικονομηθούν 20 εκατ. ευρώ τον χρόνο).
Πάντως, εκτιμά ότι φέτος δεν θα υπάρξει δημοσιονομικό κενό, καθώς υποστηρίζει ότι οι σχεδιαζόμενες παρεμβάσεις της στα μέτρα του Μαΐου θα βελτιώσουν τα αποτελέσματά τους. Από την επέκταση του μειωμένου ΦΠΑ στην εστίαση το κόστος θα περιοριστεί στα 500 εκατ. ευρώ, αντί των 762 που εκτιμά η Κομισιόν, σημειώνουν. Οσον αφορά τις 120, τονίζουν ότι το κλειδί είναι η συμμετοχή στη ρύθμιση και μετά τις βελτιώσεις που θα γίνουν, εκτιμούν ότι θα διαψευσθούν οι προβλέψεις της Κομισιόν για απώλεια εσόδων 0,3%-0,6% του ΑΕΠ.
Πηγή: Kathimerini.gr