Στους ουραγούς της παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας παραμένει η Ελλάδα
Ακόμα μία θέση έχασε η ελληνική οικονομία στην Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας, υποχωρώντας για το έτος 2017 στην 57η θέση μεταξύ 63 χωρών της σχετικής κατάταξης του International Institute for Management Development (IMD).
Η νέα πτώση είναι πολύ ανησυχητική, καθώς έρχεται σε συνέχεια της περσινής βουτιάς έξι θέσεων, βυθίζοντας κι άλλο τη χώρα μας στους ουραγούς της παγκόσμιας ανταγωνιστικότητας και αντανακλώντας το κλίμα αβεβαιότητας και επενδυτικής άπνοιας που έχουν προκαλέσει η ατέρμονη διαπραγμάτευση, η μεγάλη καθυστέρηση στο κλείσιμο της αξιολόγησης και φυσικά η παράταση της ισχύος των capital controls.
Ενδεικτικό της φθίνουσας κατάστασης στην πραγματική οικονομία είναι το γεγονός ότι, βάσει των ευρημάτων του διεθνούς ινστιτούτου, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει τη μεγαλύτερη επιδείνωση στους δείκτες «Εγχώρια Οικονομία» (60ή θέση από 54η), «Διεθνές Εμπόριο» (40ή από 34η) και «Φορολογική Πολιτική» (59η από 55η).
Είναι χαρακτηριστικό, επίσης, ότι το επίπεδο ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας βρίσκεται πάνω μόνο από χώρες όπως η Βενεζουέλα, η Ουκρανία, η Βραζιλία, η Μογγολία και η Αργεντινή, ενώ, στον αντίποδα, βρίσκεται κάτω από το Καζακστάν (32η), τη Χιλή (35η), τις Φιλιππίνες (41η), την Ινδονησία (42η), τη Νότια Αφρική (53η), αλλά και τις βαλκανικές Βουλγαρία (49η) και Ρουμανία (50ή).
Η χειροτέρευση της θέσης της Ελλάδας στην κατάταξη με όρους ανταγωνιστικότητας αποδίδεται στην τριπλή επιδείνωση των κατηγοριών δεικτών της «Οικονομικής Αποδοτικότητας», της «Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας» και των «Υποδομών». Αναλυτικότερα:
- Στην κατηγορία των δεικτών της «Οικονομικής Αποδοτικότητας», η χώρα μας βρίσκεται στην 61η θέση για το 2017, υποχωρώντας κατά τρεις ολόκληρες θέσεις σε σχέση με το 2016.
- Στην κατηγορία των δεικτών της «Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας», η Ελλάδα υποχωρεί κατά δύο θέσεις, καταλαμβάνοντας επίσης την 61η θέση και σημειώνοντας επίσης την τρίτη χειρότερη επίδοση.
- Στην κατηγορία των δεικτών της «Επιχειρηματικής Αποτελεσματικότητας» καταγράφεται στασιμότητα, καθώς η Ελλάδα κατατάσσεται 57η, όπως ακριβώς και το 2016.
- Στην κατηγορία των «Υποδομών» σημειώνεται επίσης επιδείνωση της κατάταξης της χώρας μας, η οποία χάνει μία θέση και βρίσκεται πλέον στην 39η.
Για τον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος, που εκπροσωπεί το IMD στη χώρα μας, η πτώση της Ελλάδας κατά μία θέση στην Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας συνιστά ένα ακόμη μήνυμα προς την κυβέρνηση για εντατικοποίηση των προσπαθειών προς την κατεύθυνση της ανάταξης της οικονομίας της χώρας και για τον σχεδιασμό κατάλληλων πολιτικών ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας των εγχώριων επιχειρήσεων.
Κατά τον ΣΒΒΕ, οι πέντε κύριες προκλήσεις για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας είναι οι ακόλουθες:
1. Η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων για την αναπτυξιακή αξιοποίηση των αποτελεσμάτων από αυτές.
2. Η ενίσχυση της ρευστότητας των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα, για την υποβοήθηση της λειτουργίας τους και για την υλοποίηση επενδύσεων.
3. Ο σχεδιασμός και η υλοποίηση ενός οικονομικού προγράμματος αναπτυξιακής εξισορρόπησης, για την εξασφάλιση της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών.
4. Η θεσμοθέτηση μέτρων αντιμετώπισης του μεταναστευτικού προβλήματος.
5. Η αύξηση των εγχώριων επενδύσεων, μέσω των Συμπράξεων Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα. (ΣΔΙΤ).
Ο πρόεδρος του ΣΒΒΕ
«Η οπισθοδρόμηση της ελληνικής οικονομίας σε όρους ανταγωνιστικότητας δυστυχώς συνεχίστηκε και για το 2017. Η χώρα μας κατατάσσεται στην ίδια θέση όπως και το 2014, γεγονός που από μόνο του αποδεικνύει την αναποτελεσματικότητα των πολιτικών ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας που εφαρμόστηκαν στη χώρα μας για την έξοδο από την κρίση» δήλωσε ο πρόεδρος του ΣΒΒΕ Αθανάσιος Σαββάκης και πρόσθεσε: «Το υγιές τμήμα της οικονομίας μας παραμένει ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας, ο οποίος αντέχει, έστω και οριακά, ακόμη και μετά τα capital controls, την απουσία ρευστότητας, την αδυναμία χρηματοδότησης της δραστηριότητάς του και την απίστευτη φοροεπιδρομή των τελευταίων ετών.
Ενδεικτικό της φθίνουσας κατάστασης στην πραγματική οικονομία είναι το γεγονός ότι, βάσει των ευρημάτωντου διεθνούς ινστιτούτου, η ελληνική οικονομία παρουσιάζει τη μεγαλύτερη επιδείνωση στους δείκτες «Εγχώρια Οικονομία» (60ή θέση από 54η), «Διεθνές Εμπόριο» (40ή από 34η) και «Φορολογική Πολιτική» (59η από 55η).
Το μήνυμα από τα αποτελέσματα της φετινής Παγκόσμιας Επετηρίδας Ανταγωνιστικότητας του IMD είναι σαφές: επείγουσα αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου της οικονομίας, με ισχυροποίηση του μεταποιητικού τομέα, για την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων».
Ο κ. Σαββάκης καλεί το πολιτικό προσωπικό της χώρας, έστω την ύστατη ώρα, να υλοποιήσει με θάρρος και χωρίς να υπολογίζει το πολιτικό κόστος, τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και το συνεκτικό εκείνο πλέγμα πολιτικών που θα υποβοηθήσουν έμπρακτα στην ανάπτυξη της χώρας, στην υλοποίηση επενδύσεων και στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας που τόσο πολύ έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία.
Το διεθνές τοπίο στην πρώτη τετράδα κατά το 2017
Κατά το 2017, οι Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής υποχώρησαν στην 4η θέση της κατάταξης του συνολικού δείκτη ανταγωνιστικότητας, από την 3η που βρίσκονταν το 2016, παραχωρώντας την πρώτη θέση στο Χονγκ Κονγκ για 2η συνεχόμενη χρονιά. (Η Παγκόσμια Επετηρίδα Ανταγωνιστικότητας του IMD υπολογίζει τη συγκεκριμένη περιφέρεια της Κίνας ως διακριτή οικονομία από την Κίνα.)
Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Ελβετία όπως και πέρυσι, ενώ στην 3η θέση ανεβαίνει για το 2017 η Σιγκαπούρη, από την 4η θέση στην οποία βρισκόταν το 2016.
Όπως σημειώνει ο καθηγητής Arturo Bris, διευθυντής του Κέντρου Παγκόσμιας Ανταγωνιστικότητας του IMD, οι πλέον ανεπτυγμένες οικονομίες έχουν ταυτόχρονα δύο χαρακτηριστικά: την «Κυβερνητική Αποτελεσματικότητα» και την «Επιχειρηματική Αποτελεσματικότητα». Οι δύο αυτοί παράγοντες τις οδηγούν σε καταστάσεις υψηλής παραγωγικότητας, που επιδρά καταλυτικά στην επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης.
Όπως εξηγεί ο ίδιος, αυτές οι χώρες έχουν θεσμοθετήσει και λειτουργούν ένα «φιλικό» προς τις επιχειρήσεις περιβάλλον δραστηριοποίησης, το οποίο είναι πραγματικά ανοικτό στην ανάληψη επιχειρηματικών δραστηριοτήτων από τον ιδιωτικό τομέα και ενθαρρύνει έμπρακτα την παραγωγική δραστηριότητα.
Ως παράδειγμα για τα παραπάνω, ο καθηγητής Bris αναφέρει την Κίνα, της οποίας η βελτίωση το 2016 κατά επτά ολόκληρες θέσεις (από την 25η στη 18η) προέρχεται ακριβώς από την πολυετή προσήλωσή της στην παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και τη διαρκή προσπάθεια για την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου.
Τέλος, στη δήλωσή του ο καθηγητής Bris υπογραμμίζει ότι ήταν αναμενόμενη η κατάταξη στις τελευταίες θέσεις χωρών όπως η Ουκρανία (60ή), η Βραζιλία (61η) και η Βενεζουέλα (63η) εξαιτίας των πολλών πολιτικών προβλημάτων, άρα της πολιτικής αστάθειας και αβεβαιότητας, και των αναταραχών που ταλαιπωρούν τις συγκεκριμένες χώρες τα τελευταία χρόνια.
Άλλωστε, η πολιτική αστάθεια αποτελεί τη βασική πηγή για «φτωχή διακυβέρνηση» που τελικά επιδρά αρνητικά στην κατάταξη των χωρών αυτών στη διεθνή κατάταξη ανταγωνιστικότητας.
Πηγή: naftemporiki.gr