Σε υψηλό τετραετίας «σκαρφάλωσε» η τιμή του πετρελαίου
Στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων τεσσάρων ετών έφθασε χθες η τιμή του «μαύρου χρυσού». Είχε προηγηθεί η απόφαση των μεγαλύτερων πετρελαιοπαραγωγών χωρών εκτός και εντός ΟΠΕΚ να μην ενδώσουν στις πιέσεις του Αμερικανού προέδρου και να μην αυξήσουν περαιτέρω τη παραγωγή τους. Ετσι, ενόψει της επαναφοράς των κυρώσεων στον πετρελαϊκό κλάδο του Ιράν εντός Νοεμβρίου, η αγορά προεξοφλεί μείωση της προσφοράς και το Brent κυμαινόταν αργά χθες βράδυ στα 81,37 δολάρια το βαρέλι. Σε ό,τι αφορά το αργό ΗΠΑ, το βράδυ η τιμή του κυμαινόταν στα 72,36 δολάρια το βαρέλι.
Παράλληλα, η κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και στο Πεκίνο οδήγησε χθες σε υποχώρηση όλες τις ευρωπαϊκές αγορές, καθώς από χθες τέθηκε σε ισχύ το τελευταίο κύμα δασμών που επέβαλε στα κινεζικά προϊόντα ο Ντόναλντ Τραμπ. Η χθεσινή συνεδρίαση ήταν, όμως, ιδιαίτερα βεβαρυμένη από συνδυασμό αρνητικών εξελίξεων. Ανάμεσά τους και η δήλωση στην οποία είχε προβεί την Παρασκευή η Βρετανίδα πρωθυπουργός Τερέζα Μέι ότι οι συνομιλίες ανάμεσα στη Βρετανία και στην Ε.Ε. σχετικά με το Brexit είχαν φθάσει σε αδιέξοδο. Και ενώ η Βρετανίδα πρωθυπουργός ουσιαστικά προετοιμάζει ψηφοφόρους και αγορές για σκληρό Brexit, οι εξελίξεις εγκυμονούν πολιτική κρίση στη Βρετανία με τον επικεφαλής των Εργατικών Τζέρεμι Κόρμπιν να ζητεί δεύτερο δημοψήφισμα για το Brexit και τις φήμες να φέρνουν την κ. Μέι έτοιμη να προκηρύξει πρόωρες εκλογές. Ετσι, ο δείκτης FTSE 100 Λονδίνου έκλεισε με απώλειες 0,42%. Ο δείκτης Xetra DAX της Φρανκφούρτης έκλεισε με απώλειες 0,64% και ο CAC 40 του Παρισιού με απώλειες 0,33%. Με απώλειες 0,91% και 0,81% αντιστοίχως έκλεισαν, άλλωστε, οι δείκτες FTSE MIB και IBEX 35 του Μιλάνου και της Μαδρίτης.
Στο μεταξύ, η Wall Street υποχωρούσε με τον δείκτη μεγάλης κεφαλαιοποίησης Dow Jones να καταγράφει απώλειες 0,81%, καθώς διέρρευσε ότι υπέβαλε την παραίτησή του ο υφυπουργός Δικαιοσύνης Ροντ Ροζενστάιν, που εποπτεύει τις έρευνες για τις αμερικανικές εκλογές και τη ρωσική ανάμειξη σε αυτές. Την ίδια στιγμή, υποχωρούσαν οι αποδόσεις μακροπρόθεσμων και βραχυπρόθεσμων ομολόγων του αμερικανικού δημοσίου κατά περίπου δύο μονάδες βάσης.
Πηγή: kathimerini.gr