Σε νομισματική κρίση ξανά η Τουρκία

Το 2018 στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας της Τουρκίας, η συνηθέστερη πρόβλεψη πολιτικών και οικονομικών αναλυτών ήταν πως ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν θα αναδεικνυόταν για μία ακόμη φορά νικητής των εκλογών αλλά στη συνέχεια δεν θα κατόρθωνε να ελέγξει την οικονομία. Η δυσοίωνη πρόβλεψη έχει επαληθευτεί επανειλημμένως με την πρώτη μεγάλη κρίση να κλονίζει την τουρκική οικονομία τους πρώτους κιόλας μήνες μετά την τελευταία νίκη Ερντογάν.

Σήμερα η Τουρκία βρίσκεται για μία ακόμη φορά εν τω μέσω μιας νομισματικής κρίσης που έχει αναγκάσει την κεντρική τράπεζα να δαπανήσει δυσθεώρητο τμήμα των συναλλαγματικών της διαθεσίμων για να στηρίξει το νόμισμα. Εχει έτσι αφήσει την τουρκική οικονομία έκθετη και ευάλωτη όχι απλώς σε μια ενδεχόμενη κρίση αλλά και στην τρέχουσα κρίση της επιδημίας του κορωνοϊού.

Τα αίτια αυτής της επιστροφής στην ίδια προβληματική κατάσταση βρίσκονται εν μέρει στις εγγενείς παθογένειες της τουρκικής οικονομίας, που δεν είναι άλλες από τα μεγάλα ελλείμματά της και στην υπερβολική εξάρτησή της από το ξένο κεφάλαιο.

Η εμμονή

Παράλληλα, όμως, οι επαναλαμβανόμενες νομισματικές κρίσεις στη γειτονική χώρα οφείλονται στην εμμονή της κυβέρνησης Ερντογάν με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και στην πολιτική στήριξης της ανάπτυξης με τον φτηνό δανεισμό. Και προκειμένου ο δανεισμός να είναι προσιτός σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά, η τουρκική ηγεσία πιέζει σε μόνιμη βάση την κεντρική τράπεζα να διατηρεί σε χαμηλά επίπεδα τα επιτόκια της τουρκικής λίρας. Αυτός ήταν, άλλωστε, και ο λόγος που το περασμένο καλοκαίρι απεπέμφθη ο τότε επικεφαλής της Τράπεζας της Τουρκίας, Μουράτ Τσετίνκαγια, αντικαταστάθηκε από τον πιο πειθήνιο υφιστάμενό του, τον αντιπρόεδρο της κεντρικής τράπεζας, Μουράτ Ουσάλ.

Η πολιτική αυτή, όμως, υπονομεύει συστηματικά την εμπιστοσύνη των επενδυτών και το ίδιο το νόμισμα της χώρας, καθώς εξωθεί το ξένο κεφάλαιο να γυρίσει την πλάτη στην τουρκική λίρα και γενικότερα στους τουρκικούς τίτλους. Προκειμένου να στηρίξει την ισοτιμία της τουρκικής λίρας η Τράπεζα της Τουρκίας μέσω των τουρκικών τραπεζών πουλάει τεράστιο όγκο δολαρίων και αγοράζει λίρες. Και το αποτέλεσμα αυτών των παρεμβάσεων είναι να εξανεμίζονται τα αποθέματα της κεντρικής τράπεζας σε σκληρό νόμισμα. Στη διάρκεια των τελευταίων δέκα ημερών και με αποκορύφωμα την περασμένη Πέμπτη, η χώρα αύξησε ραγδαία τον βραχυπρόθεσμο δανεισμό της σε δολάρια και το κίνητρο ήταν βέβαια να ενισχύσει τα διαθέσιμά της. Πρόκειται για κεφάλαια συνολικού ύψους 4,9 δισ. δολαρίων που δανείστηκε τις τελευταίες ημέρες η κεντρική τράπεζα από τις εμπορικές τράπεζες της χώρας.

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Τουρκίας, τα συναλλαγματικά  διαθέσιμα της κεντρικής τράπεζας ανέρχονται σε 35 δισ. δολάρια, ποσό που αρκεί για να καλύψει μόλις το 1/5 των υποχρεώσεων της Τουρκίας για τους επόμενους 12 μήνες. Αν, μάλιστα, αφαιρεθούν οι βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της κεντρικής τράπεζας, τότε περιορίζονται περίπου στο ήμισυ των 35 δισ. δολαρίων. Είναι σαφές πως η Τράπεζα της Τουρκίας έχει θυσιάσει το μεγαλύτερο μέρος των διαθεσίμων της για να στηρίξει το νόμισμα της χώρας. Οι παρεμβάσεις έχουν αποδειχθεί σε μεγάλο βαθμό ατελέσφορες, καθώς το τουρκικό νόμισμα μέσα στους τελευταίους τρεις μήνες έχει χάσει το 6,5% της αξίας του.

Η συρρίκνωση των διαθεσίμων καταγράφεται τώρα λίγες ημέρες μετά την έκδοση ομολόγων  αξίας 4 δισ. δολαρίων που εξέδωσε σε ευρώ το τουρκικό δημόσιο μέσα στον Φεβρουάριο. Με το ποσό αυτό συγκάλυψε εν μέρει τη μεγάλη μείωση των διαθεσίμων.

Φυγή επενδυτών

Από την πλευρά της, η Τράπεζα της Τουρκίας καλεί τους επενδυτές να κοιτάξουν το σύνολο των διαθεσίμων της που υπερβαίνουν τα 104 δισ. δολάρια αν σε αυτά συμπεριληφθεί ο χρυσός στα θησαυροφυλάκιά της. Ωστόσο, η συρρίκνωση των διαθεσίμων δεν είναι η μοναδική συνέπεια των παρεμβάσεων στην αγορά συναλλάγματος που έχουν προκαλέσει μαζικές εκροές ξένων κεφαλαίων εκτός Τουρκίας.  Οι ξένες επενδύσεις σε τουρκικές μετοχές έχουν μειωθεί κατά 1,6 δισ. δολ. μέσα στους τελευταίους δώδεκα μήνες. Στο μεταξύ, οι εκροές από τα ομόλογα του τουρκικού δημοσίου έφτασαν περίπου τα 3 δισ. δολάρια τους 12 μήνες μέχρι τα τέλη Ιανουαρίου περιορίζοντας έτσι  στο 11% το μερίδιο των ξένων επενδυτών στο τουρκικό χρέος. Πρόκειται για χαμηλό ρεκόρ.

Τράπεζες

Πιστός στην πολιτική ανάπτυξης μέσω του δανεισμού, ο υπουργός Οικονομικών και γαμπρός του Ερντογάν, Μπεράτ Αλμπαϊράκ, επέκρινε προσφάτως τις ιδιωτικές τράπεζες ότι στοχεύουν αποκλειστικά στην κερδοφορία τους και δεν ενδιαφέρονται να στηρίξουν την οικονομία αυξάνοντας τον δανεισμό, όπως κάνουν δηλαδή οι κρατικές τράπεζες. Ακολούθησε λίγες ημέρες αργότερα απόφαση της κεντρικής τράπεζας με την οποία μειώνονται δραστικά οι προμήθειες που νομιμοποιούνται να επιβάλλουν οι τουρκικές τράπεζες στους πελάτες τους στις συναλλαγές τους. Οι προμήθειες μειώνονται σε ποσοστό επί του ποσού της συναλλαγής όταν επιτρέπονται αλλά μειώνονται και οι περιπτώσεις στις οποίες δικαιούνται οι τράπεζες να αντλούν προμήθεια. Το μέτρο αναμένεται να οδηγήσει σε συρρίκνωση των εσόδων των τουρκικών τραπεζών καθώς εκτιμάται ότι οι προμήθειες στις συναλλαγές αντιπροσωπεύουν περίπου το 12% των εσόδων τους. Δεν υπάρχουν ακόμη ακριβείς υπολογισμοί για το σε τι βαθμό θα πληγούν τα έσοδα των τραπεζών, αλλά ήδη οι τράπεζες εκφράζουν απαισιοδοξία για το θέμα.

Πηγή: kathimerini.gr