Ράλι στις τιμές των τροφίμων από τις αρχές του έτους
Την 8η μικρότερη αύξηση στις τιμές των τροφίμων είχε τον Ιούλιο 2021 η Ελλάδα συγκριτικά με τις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως προκύπτει από σχετικά στοιχεία του ΙΕΛΚΑ .
Όπως επισημαίνεται, ο δείκτης τιμών καταναλωτή για τα τρόφιμα τον Ιούλιο 2021 είναι αυξημένος κατά 0,4% σε σχέση με τον Ιούλιο 2020 και κατά 1,73% σε σχέση με τον Ιανουάριο 2020.
Ωστόσο, η Ελλάδα έχει από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ (13% και 24%) στα τρόφιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (6η θέση με τον υψηλότερο ΦΠΑ) 12 Ευρωπαϊκές χώρες χρησιμοποιούν χαμηλό ΦΠΑ (κάτω του 7%) για προστασία των τιμών σε βασικά τρόφιμα. Στο πλαίσιο των μελετών του ΙΕΛΚΑ (Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών) σε σχέση με την εξέλιξη των τιμών στο λιανεμπόριο τροφίμων, το ΙΕΛΚΑ εκπόνησε έκθεση για την πορεία των τιμών των τροφίμων κατά την περίοδο της πανδημίας COVID-19.
Τα αποτελέσματα της μελέτης δείχνουν ότι η πορεία των τιμών στην Ελλάδα είναι αυξητική τους τελευταίους μήνες, αλλά παράλληλα καλύτερη του Ευρωπαϊκού Μέσου όρου.
Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ (Ελληνική Στατιστική Αρχή) ο υπό-δείκτης τιμών καταναλωτή για την ομάδα των ειδών τροφίμων τον Ιούλιο του 2021 καταγράφεται αυξημένος σε σχέση με τον Ιανουάριο 2020 κατά 0,41 (πριν την έναρξη της πανδημίας COVID-19) και κατά 1,73 σε σχέση με τον Ιούλιο 2020.
Όσον αφορά επιμέρους ομάδες τροφίμων, η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφεται στα νωπά φρούτα κατά 13,31% και στο αρνί και κατσίκι κατά 6,24%.
Όσον αφορά τις τιμές των φρούτων, αυτές είναι αυξημένες λόγω των καιρικών συνθηκών του φετινού καλοκαιριού, ενώ οι τιμές του αρνιού παραμένουν αυξημένες λόγω της προσφοράς και ζήτησης το φετινό Πάσχα.
Οι ομάδες των νωπών λαχανικών έχουν μεν αρκετά χαμηλότερες τιμές σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2020 κατά 13,28, αλλά συγκριτικά με τον Ιούλιο 2020 είναι και αυτές αυξημένες κατά 8,01.
Οι υπόλοιπες ομάδες καταγράφουν μικρότερες διακυμάνσεις με σαφή όμως την επίδραση των αυξήσεων των διεθνών τιμών πρώτων υλών.
Ο δείκτης διεθνών τιμών πρώτων υλών (commodities) τροφίμων παραμένει σημαντικά αυξημένος σε σχέση με πριν την πανδημία COVID-19 κατά 24,34% σε σχέση με τον Ιανουάριο 2020.
Όλοι οι επιμέρους δείκτες παρουσιάζουν αυξήσεις (δημητριακά, έλαια, κρέας, γαλακτοκομικά, ζάχαρη) με μεγαλύτερες αυξήσεις από αυτές να καταγράφονται στα φυτικά έλαια και στα δημητριακά.
Οι αυξήσεις οφείλονται κυρίως στην αποδοτικότητα της παραγωγής στις μεγάλες παραγωγούς χώρες και στην αύξηση της ζήτησης από τις χώρες της Ασίας. Αρκετές από αυτές τις μεταβολές επηρεάζουν την παραγωγή τροφίμων στην Ελλάδα λόγω των εισαγόμενων πρώτων υλών, αλλά και τις εισαγωγές τελικών τροφίμων και ποτών από τις διεθνείς αγορές.
Αναπόφευκτα αυτή η αύξηση επηρεάζει τις τιμές σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Συγκεκριμένα, όπως καταγράφεται στο σχήμα 3 όπου απεικονίζεται η σύγκριση του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτή τροφίμων τον Ιούλιο 2021 σε σχέση με τον Ιανουάριο 2020, πριν ξεσπάσει η κρίση του COVID-19.
Η μεγαλύτερες αυξήσεις καταγράφονται στην Ουγγαρία κατά 7,2%, στην Ρουμανία κατά 4,8%, στην Εσθονία κατά 4,8% και στην Γερμανία κατά 3,8%. Αντίθετα μείωση καταγράφεται στην Κύπρο κατά 1,8%, στην Ιρλανδία κατά 0,5% και στην Φινλανδία κατά 0,2%.
Στην Ελλάδα ο συγκεκριμένος δείκτης καταγράφει αύξηση κατά 1,1% σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2020, το οποίο αποτελεί την 7η καλύτερη επίδοση ανάμεσα στις 27 χώρες που εξετάζονται.
Παρόλα αυτά υπάρχουν ενδείξεις ότι ενδεχομένως να υπάρξουν εντονότερες αυξητικές πιέσεις στην Ελλάδα στους δείκτες τιμών καταναλωτή τους και αυξήσεις της τελικής τιμής καταναλωτή για τα συγκεκριμένα προϊόντα τους επόμενους μήνες, εξαιτίας τόσο των καιρικών συνθηκών, αλλά και εξαιτίας της αύξησης του κόστους ενέργειας
Μέχρι τώρα ένα σημαντικό μέρος των αυξήσεων τιμών πρώτων υλών φαίνεται να έχουν απορροφηθεί από τους ενδιάμεσους κόμβους της αλυσίδας παραγωγής και διάθεσης, παραγωγούς, μεταποιητές, προμηθευτές και το λιανεμπόριο στην Ελλάδα, αυτό όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δεδομένο για το μέλλον, εφόσον οι αυξητικές τάσεις συνεχιστούν, καθώς όλες οι επιχειρήσεις έχουν να αντιμετωπίσουν αυξημένα κόστη λόγω της συνεχιζόμενης πανδημίας στην χώρα.
Σημαντικό εμπόδιο στην διαχείριση των τιμών σε χαμηλότερα επίπεδα αποτελούν οι υψηλοί συντελεστές ΦΠΑ.
Όπως καταγράφεται, η Ελλάδα έχει από τους υψηλότερους συντελεστές ΦΠΑ στα τρόφιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Στην συγκεκριμένη κατάταξη βρίσκεται στην 6η θέση με τον υψηλότερο συντελεστή ΦΠΑ.
Η βασική διαφοροποίηση είναι ότι πολλές χώρες και ιδιαίτερα οι χώρες της δυτικής Ευρώπης έχουν έναν αρκετά χαμηλότερο συντελεστή ΦΠΑ για τα τρόφιμα πρώτης ανάγκης (π.χ. ψωμί, γαλακτοκομικά κλπ), ο οποίος κατά κανόνα κυμαίνεται στο ύψος του 4% έως 7%, όταν στην Ελλάδα τα αντίστοιχα αγαθά έχουν διπλάσιο ή τριπλάσιο συντελεστή ΦΠΑ 13%.
Όμως και ο υψηλός συντελεστής ΦΠΑ, στον οποίο υπάγονται ακόμα και σήμερα αρκετά προϊόντα τροφίμων είναι σημαντικά υψηλότερος από τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συγκεκριμένα ο συντελεστής αυτός στην Ελλάδα είναι 24%, ο 6ος υψηλότερος ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όταν ο μέσος όρος των χωρών είναι 21%.
Προκειμένου να αντιμετωπιστούν οι πιέσεις ανατιμήσεων στην Ελλάδα, η διαχείριση των συντελεστών ΦΠΑ αποτελεί μία ευκαιρία.
Άλλωστε το 2020 υλοποιήθηκαν τέτοιες μειώσεις στην Ελλάδα σε μεταφορές, καφέ, μη αλκοολούχα ποτά, κινηματογράφους κλπ.
Σημειώνεται ότι μία σειρά χωρών μείωσε τους συντελεστές ΦΠΑ κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Χαρακτηριστικά:
• Η Ιρλανδία μείωσε τον συντελεστή ΦΠΑ από 23% σε 21%
• Η Αυστρία μείωσε τον συντελεστή ΦΠΑ από 20% σε 10% για τα μη αλκοολούχα ποτά και από 10% σε 5% για μία σειρά υπηρεσιών
• Η Βουλγαρία μείωσε τον συντελεστή ΦΠΑ από 21% σε 10% σε υπηρεσίες εστίασης και ξενοδοχεία
• Η Κύπρος μείωσε τον συντελεστή ΦΠΑ από 9% σε 5% σε υπηρεσίες εστίασης και ξενοδοχεία ως τον Δεκέμβριο 2021
• Η Τσεχία μείωσε τον συντελεστή ΦΠΑ από 15% σε 10% σε ξενοδοχεία και άλλες υπηρεσίες
• Η Γερμανία μείωσε τον συντελεστή ΦΠΑ από 9% σε 5% σε υπηρεσίες εστίασης και ξενοδοχεία από 19% σε 7% έως τον Δεκέμβριο του 2022
Παράλληλα αρκετές χώρες χρησιμοποιούν τους χαμηλότερους συντελεστές ΦΠΑ για την προστασία των τιμών σε βασικά τρόφιμα. Μερικά παραδείγματα είναι:
• Η Λετονία, η οποία έχει υιοθετήσει ένα χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 5% για φρούτα και λαχανικά που παράγονται τοπικά
• H Κροατία έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 5% για βασικά τρόφιμα όπως το ψωμί και το γάλα
• Η Γαλλία έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 5,5% για βασικά
τρόφιμα
• Η Ιταλία έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 5% για βασικά τρόφιμα
• Το Λουξεμβούργο έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 3% για βασικά τρόφιμα
• Η Ιρλανδία έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 0% για βασικά τρόφιμα
• Η Ισπανία έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 4% για βασικά τρόφιμα
• Η Πορτογαλία έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 6% για βασικά τρόφιμα
• Η Γερμανία έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 7% για βασικά τρόφιμα
• Η Ουγγαρία έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 5% για βασικά τρόφιμα
• Η Μάλτα έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 0% για βασικά τρόφιμα
• Η Πολωνία έχει υιοθετήσει χαμηλό συντελεστή ΦΠΑ 5% για βασικά τρόφιμα όπως φρούτα και λαχανικά, σούπες, ομογενοποιημένες τροφές, τροφές για βρέφη κ.α.
Πηγή: ot.gr