Παραγραφή, εκπρόθεσμες δηλώσεις και φορολογικό πιστοποιητικό
Το θέμα του χρόνου της παραγραφής των φορολογικών υποθέσεων απασχόλησε τα τελευταία χρόνια μεγάλο αριθμό φορολογουμένων, τόσο φυσικά πρόσωπα, όσο και επιχειρήσεις. Αν και ο νόμιμος χρόνος παραγραφής ήταν (και είναι) πέντε έτη από το τέλος του έτους υποβολής της δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, στην πράξη οι φορολογικοί έλεγχοι επεκτείνονταν σε χρήσεις πολύ παλαιότερες της πενταετίας, βασιζόμενοι, είτε στις διά νόμου διαδοχικές παρατάσεις του χρόνου παραγραφής, είτε στις εξαιρετικές διατάξεις που προβλέπουν περιοριστικά τις περιπτώσεις παρατάσεως του χρόνου παραγραφής.
Πλέον, η νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), αλλά και οι συνακόλουθες γνωμοδοτήσεις του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους έχουν ξεκαθαρίσει πολλά από τα αμφισβητούμενα σημεία των σχετικών νομοθετικών ρυθμίσεων. Οι εν λόγω αποφάσεις έχουν γενικά υιοθετηθεί και από τη φορολογική διοίκηση.
Με βάση τα ανωτέρω, οι χρήσεις έως το 2012 έχουν παραγραφεί όσον αφορά τη φορολογία εισοδήματος, ενώ η χρήση 2013 παραγράφεται στις 31/12/2019. Εξαιρετικά, η νομοθεσία προβλέπει περιοριστικά περιπτώσεις όπου η παραγραφή μπορεί να επεκταθεί π.χ. στη δεκαετία αν προκύψουν συμπληρωματικά στοιχεία (αφορά χρήσεις έως το 2013), στην εικοσαετία αν συντρέχει φοροδιαφυγή (από το 2013 κι εφεξής), κ.λπ.
Μη υποβολή φορολογικής δήλωσης
Ο προγενέστερος Κώδικας Φορολογίας Εισοδήματος (ο οποίος ίσχυσε για τις χρήσεις έως το 2013) προέβλεπε ότι σε περίπτωση που δεν έχει υποβληθεί δήλωση φορολογίας εισοδήματος ισχύει δεκαπενταετής παραγραφή. Σε περίπτωση δε υποβολής της δήλωσης κατά τη διάρκεια του τελευταίου έτους πριν από την ημερομηνία λήξης του χρόνου παραγραφής, η παραγραφή επεκτείνεται για άλλα τρία έτη από τη λήξη του έτους υποβολής της δήλωσης.
Mέχρι πρότινος, στην πράξη οι φορολογικές αρχές εφάρμοζαν τη 15ετή παραγραφή και σε περιπτώσεις όπου η δήλωση υποβλήθηκε μεν, αλλά εκπρόθεσμα.
Ωστόσο, με την εγκύκλιο ΠΟΛ 1165/2018 όπως τροποποιήθηκε πρόσφατα βάσει της απόφασης του ΣτΕ 732/2019 (πιλοτική δίκη) η διοίκηση έκανε πλέον αποδεκτά τα εξής:
• Σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης δήλωσης φόρου εισοδήματος εντός της πενταετίας από το τέλος του έτους μέσα στο οποίο λήγει η προθεσμία για την επίδοση της δήλωσης, ισχύει ο κανόνας της πενταετούς παραγραφής. Σε περίπτωση, όμως, που η εκπρόθεσμη δήλωση υποβληθεί κατά το τελευταίο έτος της πενταετίας, τότε η προθεσμία παραγραφής παρατείνεται για τρία έτη από τη λήξη του έτους υποβολής της εκπρόθεσμης δήλωσης.
• Σε περίπτωση υποβολής εκπρόθεσμης δήλωσης μετά την πάροδο της αρχικής πενταετούς παραγραφής, ήτοι για δηλώσεις που υποβάλλονται από το έκτο έτος και μετά, δεν εφαρμόζεται η δεκαπενταετής παραγραφή, αλλά βραχύτερη τριετής προθεσμία, αρχόμενη από τη λήξη του έτους υποβολής της εκπρόθεσμης δήλωσης και μη υπερβαίνουσα, κατ’ ανώτατο όριο, τα 15 έτη. Ως εκ τούτου, για όσες εκπρόθεσμες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος υποβάλλονται στο 13ο, 14ο ή 15ο έτος από τη λήξη της προθεσμίας υποβολής τους, δεν τίθεται θέμα περαιτέρω παρέκτασης της προθεσμίας της δεκαπενταετούς παραγραφής.
Φορολογικό πιστοποιητικό
Μια άλλη περίπτωση όπου υπάρχει έντονη αμφισβήτηση αναφορικά με τον χρόνο παραγραφής, αφορά τις περιπτώσεις εταιρειών, οι οποίες έχουν λάβει φορολογικό πιστοποιητικό, του άρθρου 82§5 του ν.2238/1994, χωρίς επισημάνσεις για παραβάσεις της φορολογικής νομοθεσίας, για τις χρήσεις 2011 και 2012.
Σύμφωνα με αποφάσεις των διοικητικών εφετείων, εφόσον μία εταιρεία έχει λάβει από τους ορκωτούς ελεγκτές την έκθεση φορολογικής συμμόρφωσης χωρίς επιφύλαξη για τη χρήση 2011 (ανάλογα ισχύουν και για τη χρήση 2012) και δεν ελέγχθηκε από τις φορολογικές αρχές εντός της προθεσμίας των 18 μηνών από την υποβολή του εν λόγω πιστοποιητικού, δυνατότητα άλλου ελέγχου υπάρχει μόνο στην περίπτωση στοιχείων ή ενδείξεων για συγκεκριμένες παραβάσεις, ειδικά προβλεπόμενες στον νόμο. Εάν δεν συντρέχουν τέτοιες περιπτώσεις, η διενέργεια φορολογικού ελέγχου δεν είναι νόμιμη. Η ως άνω απόφαση του Εφετείου κατέστη αμετάκλητη λόγω μη άσκησης αναίρεσης από το Δημόσιο. Ωστόσο, το ΝΣΚ με την 1680/2018 απόφασή απείχε από την έκδοση γνωμοδότησης επί του θέματος, για τον λόγο ότι πολλές σχετικές υποθέσεις εκκρεμούν ήδη ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων.
Ηδη, το θέμα έχει παραπεμφθεί στο Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο (ΣτΕ), το οποίο θα κρίνει οριστικά το ζήτημα με πιλοτική δίκη. Εως τότε αναστέλλεται η εκδίκαση των εκκρεμών υποθέσεων, στις οποίες τίθενται τα ίδια ζητήματα.
Πηγή: kathimerini.gr