Οι εμμονές του Μάικλ Ο’ Λίρι προσγείωσαν ανώμαλα τη Ryanair
Η έντονη προσωπικότητα, η ευθύτητα και το θράσος του Μάικλ Ο’ Λίρι, διευθύνοντος συμβούλου της ιρλανδικής Ryanair, που άλλοτε αποτελούσαν προσόν του, πλέον φαίνεται πως βλάπτουν τη δημοτικότητά της κορυφαίας αεροπορικής χαμηλού κόστους. Μετά την ανακοίνωση των απογοητευτικών αποτελεσμάτων γ΄ δημοσιονομικού τριμήνου, ένδειξη πως η Ryanair διανύει περίοδο κρίσης, η εταιρεία απομάκρυνε αυτή την εβδομάδα τον δισεκατομμυριούχο Ο’ Λίρι από την καθημερινή διαχείριση των δραστηριοτήτων της. Η εταιρεία προβαίνει σε αναδιάρθρωση της διοίκησης, διαιρώντας την εταιρεία σε τέσσερα μέρη, και καθιστά τον Ο’ Λίρι, πρωτεργάτη της μέχρι πρότινος επιτυχίας της, διευθύνοντα σύμβουλο του ομίλου με μικρότερο, ωστόσο πρακτικό, ρόλο. Ο Ιρλανδός επιχειρηματίας θα απέχει από τις διαπραγματεύσεις με τους εργαζομένους, τις οποίες θα αναλάβουν πιο χαμηλόβαθμα στελέχη.
«Μία από τις αδυναμίες της εταιρείας αποτελεί το γεγονός ότι είναι κάπως φθηνή και χαρούμενη και υπερβολικά κακή, χαρακτηριστικά που καθρεφτίζουν την προσωπικότητά μου», είχε δηλώσει παλαιότερα ο Μάικλ Ο’ Λίρι. Οταν ανέλαβε τη διεύθυνση της Ryanair, το 1994, πήρε στα χέρια του μια εταιρεία με οικονομικά προβλήματα και τη μετέτρεψε σε χρυσωρυχείο παρέχοντας υπηρεσίες με μοναδικό κριτήριο τις προσιτές τιμές. Η εμμονή του Ο’ Λίρι με το χαμηλό κόστος, μια αρχή που φέρει και στην προσωπική του ζωή, επιβλήθηκε ως γενική πολιτική στην εταιρεία. Η Ryanair προσφέρει το απολύτως ελάχιστο των υπηρεσιών, ενώ οτιδήποτε θεωρείται επιπλέον, όπως δεύτερη χειραποσκευή και φαγητό ή ποτό κατά τη διάρκεια της πτήσης, χρεώνεται ανάλογα. Στην πολιτική λιτότητας, ευτυχώς, δεν εντάσσεται η ασφάλεια, για χάρη της οποίας ο Ο’ Λίρι ισχυρίζεται πως δεν περικόπτει κανένα έξοδο, διότι, όπως έχει δηλώσει επανειλημμένως, εάν ένα αεροπλάνο πέσει τότε αναπόφευκτα θα σημάνει το τέλος της Ryanair.
Η κατακόρυφη ενίσχυση της δημοτικότητας ήρθε το 2014 με την καμπάνια «Πάντοτε γινόμαστε καλύτεροι». Στην παρουσίαση της καμπάνιας, ο καυστικός Ο’ Λίρι εμφανίζεται σε γιγαντοοθόνη χαμογελαστός κρατώντας στην αγκαλιά του ένα κουτάβι, προωθώντας το προφίλ ενός προσιτού και ευχάριστου επιχειρηματία. «Πάντοτε ήμουν καλός τύπος, απλώς παρεξηγημένος», σχολίασε τότε ο Ο’ Λίρι. Λέξη–κλειδί της καμπάνιας ήταν η «αλλαγή», που αφορούσε την εσωτερική λειτουργία της εταιρείας, καθώς και την προώθησή της στους καταναλωτές. Οι προσλήψεις στον τεχνικό τομέα, οι μικρές μεταρρυθμίσεις στην ηλεκτρονική πλατφόρμα της Ryanair και η ευγένεια των εργαζομένων άρχισαν να αλλάζουν το προφίλ της εταιρείας, αλλά και του Ο’ Λίρι, διατηρώντας πάντοτε στο επίκεντρο το χαμηλό κόστος. Οι θέσεις στις πτήσεις γέμιζαν και τα έσοδα της εταιρείας αυξάνονταν. «Εάν ήξερα ότι το να φέρεσαι ευγενικότερα στους πελάτες θα δούλευε τόσο καλά, θα το είχα εφαρμόσει πολύ νωρίτερα», σχολίασε ο Ο’ Λίρι σε συνέντευξη Τύπου το 2015.
Ο Ο’ Λίρι, ο οποίος παλαιότερα κορόιδευε όσες επιχειρήσεις ξόδευαν χρήματα για την κατασκευή πολυτελών κεντρικών γραφείων, μετέφερε τα γραφεία της Ryanair από το υπόστεγο αεροσκαφών του αεροδρομίου του Δουβλίνου σε έναν βιομηχανικό χώρο στην ευρύτερη περιοχή. Η επένδυση 18 εκατ. ευρώ δημιούργησε το 2014 έναν πρωτότυπο χώρο με ενθαρρυντικές φράσεις γραμμένες στους τοίχους.
Ο επιτυχημένος Ιρλανδός πλέον προέδρευε μιας τεράστιας επιχείρησης που φαίνεται πως δοκίμαζε τα πιστεύω και τον τρόπο σκέψης του. Μάλιστα, το 2016 προσέλαβε προσωπικό βοηθό, του οποίου η θέση αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της Ryanair ως «η χειρότερη δουλειά στην Ιρλανδία». Ως προϋποθέσεις πρόσληψης απαιτούνταν, μεταξύ άλλων, αντοχή στην εργασία χωρίς ύπνο και χωρίς επαφή με τον έξω κόσμο, ικανότητα αλλοίωσης προσωπικότητας και υπομονή αγίου.
«Θα παγώσει η κόλαση προτού διαπραγματευθώ με τα συνδικάτα»
Ο Μάικλ Ο’ Λίρι τον Σεπτέμβριο του 2017 είχε δηλώσει πως «θα παγώσει η κόλαση ή θα κόψω και τα δυο μου χέρια προτού διαπραγματευθώ με τα συνδικάτα», όταν οι πιλότοι της Ryanair προχώρησαν σε συντονισμένες απεργιακές κινητοποιήσεις σε οκτώ χώρες, όπου δραστηριοποιείται η εταιρεία. «Εάν πληρώνετε ένα μη ρεαλιστικό ποσό για τα αεροπορικά σας εισιτήρια, τότε κάποιος άλλος πληρώνει τον λογαριασμό – σε αυτή την περίπτωση οι εργαζόμενοι», σχολίασε ο Ζουστ βαν Ντέσμπουργκ, μέλος του VNV, συνδικάτου πιλότων της Δανίας.
Ο Μάικλ Ο’ Λίρι επέμενε πως οι πιλότοι ήταν καλοπληρωμένοι και είχε αρνηθεί να αναγνωρίσει τα δικαιώματά τους. Προκειμένου να προσαρμοστούν τα συμβόλαιά τους στο εργατικό δίκαιο της κάθε χώρας, οι πιλότοι άσκησαν έντονες πιέσεις επί περίπου τρεις μήνες και η απεργία τους οδήγησε σε 50 ακυρώσεις πτήσεων κάθε μέρα.
Χιλιάδες απογοητευμένοι πελάτες ζητούσαν αποζημιώσεις, τις οποίες δεν έλαβαν ποτέ. Ο Ο’ Λίρι ισχυριζόταν πως καμία αεροπορική εταιρεία δεν είχε χρειαστεί στο παρελθόν να προχωρήσει σε αποζημιώσεις λόγω απεργιών, συχνό φαινόμενο στον κλάδο της αεροπορίας. Ωστόσο, για τη Ryanair, οι απεργίες προκαλούσαν ιδιαίτερα μεγάλη ζημία, καθώς η εταιρεία δεν ήταν διατεθειμένη να μετριάσει την κατάσταση, ενοικιάζοντας για παράδειγμα αεροπλάνα με απεργοσπαστικό πλήρωμα.
Η ιρλανδική αεροπορική απειλούσε πως όσοι συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις θα έχαναν τα προνόμιά τους, καθώς και ορισμένες ευκαιρίες προαγωγής. Από την άλλη πλευρά, οι πιλότοι ανένδοτοι πίστευαν πως η εταιρεία δεν θα προέβαινε σε τέτοια μέτρα, ενώ αδιαφορούσαν για τις απώλειες που υπέστη η Ryanair. Εάν η κατάσταση είναι τόσο δύσκολη, «τότε γιατί εργάζονται ακόμη για την εταιρεία; Εάν κάποιος από αυτούς δεν είναι ευχαριστημένος με την τρέχουσα συμφωνία, είναι ελεύθερος να πάει αλλού. Με την ευχή του Θεού», είχε σχολιάσει ο Ο’ Λίρι. Οπως επανειλημμένως ανέφερε η εταιρεία, παρότι στις κινητοποιήσεις συμμετείχε «μόλις το 28% των εργαζομένων», το 90% αυτών ήταν πιλότοι, με αποτέλεσμα να προκληθεί τεράστια αναταραχή.
Εντέλει, τον Δεκέμβριο του 2017 ο Μάικλ Ο’ Λίρι υπέκυψε στις πιέσεις των συνδικάτων και δέχθηκε να διαπραγματευθεί με περιορισμένο αριθμό αυτών σε Ιρλανδία, Βρετανία, Γερμανία, Ιταλία, Ισπανία και Πορτογαλία. Δικαιολόγησε την απόφασή του ισχυριζόμενος πως δεν επιθυμεί να προκληθεί οποιαδήποτε αναταραχή στις πτήσεις κατά τη διάρκεια της εβδομάδας των Χριστουγέννων. Η υποχώρηση του Ο’ Λίρι, ο οποίος παλαιότερα είχε σχολιάσει πως τα συνδικάτα βλάπτουν τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, δεν απέτρεψε την ανακήρυξή του ως του χειρότερου αφεντικού για το 2018, στη δημοσκόπηση της Διεθνούς Συνομοσπονδίας Συνδικάτων.
Πηγή: kathimerini.gr