Νέα υποβάθμιση του χρέους της Τουρκίας από την S&P
Πυκνώνουν τα σύννεφα πάνω από την οικονομία της Τουρκίας, καθώς λιγότερο από δύο μήνες πριν από τις πρόωρες εκλογές του Ιουνίου η S&P προχώρησε χθες αιφνιδιαστικά σε ακόμα μία υποβάθμιση του χρέους της γείτονος. Το τουρκικό χρέος, που έχει προ πολλού υποβαθμιστεί από όλους τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης στο επίπεδο των «ομολόγων σκουπιδιών», κατατάσσεται πλέον από την S&P στην ίδια κατηγορία με το χρέος του Βιετνάμ και της Βραζιλίας. Η υποβάθμιση έρχεται σε μια στιγμή που οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων της Τουρκίας αγγίζουν το 13%, τα spreads βρίσκονται στις 159 μονάδες βάσης και το κόστος ασφάλισης των τουρκικών ομολόγων (CDS) είναι στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων τεσσεράμισι ετών.
Η είδηση προκάλεσε νέα ελεύθερη πτώση της τουρκικής λίρας, την ανησυχητική υποτίμηση της οποίας επικαλέστηκε η S&P μεταξύ άλλων παραγόντων, όπως ο υψηλός πληθωρισμός, ο ανεξέλεγκτος δανεισμός και τα μεγάλα ελλείμματα.
«Η υποβάθμιση αντανακλά την ανησυχία μας για τον συνεχώς αυξανόμενο πληθωρισμό και τη μακροχρόνια υποτίμηση της τουρκικής λίρας», τονίζει στη σχετική ανακοίνωσή της. Δικαιολογώντας το σκεπτικό της, προσθέτει ότι εξίσου ανησυχητικός παράγοντας είναι η επιδείνωση του εξωτερικού χρέους της Τουρκίας και ο υπερβολικός δανεισμός του ιδιωτικού τομέα. Παράλληλα, προειδοποιεί για τον «κίνδυνο ανώμαλης προσγείωσης της τουρκικής οικονομίας». Οπως επισημαίνει, η τουρκική οικονομία υπερθερμαίνεται με τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης, τους οποίους τροφοδοτεί τεχνηέντως ο ανεξέλεγκτος δανεισμός. Η S&P υπογράμμιζε, άλλωστε, ότι η υπερθέρμανση «αντανακλάται στις διευρυνόμενες ανισορροπίες της τουρκικής οικονομίας και ιδιαιτέρως στη διεύρυνση του ελλείμματος τρεχουσών συναλλαγών και στον υψηλό πληθωρισμό». Η υποβάθμιση συνέπεσε με τη δημοσιοποίηση στοιχείων που φέρουν το εμπορικό έλλειμμα της γείτονος να έχει διευρυνθεί τον Απρίλιο κατά 32,8%, σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους, στα 6,65 δισ. δολάρια.
Παράλληλα, η S&P εκφράζει την εκτίμηση ότι η πρόσφατη αύξηση του επιτοκίου παροχής έκτακτης ρευστότητας δεν επαρκεί ούτε για να στηρίξει την ασταθή ισοτιμία του νομίσματος ούτε για να ανακόψει την άνοδο του διψήφιου πληθωρισμού και να τον επαναφέρει κοντά στον στόχο της κεντρικής τράπεζας για αυξήσεις τιμών 5%.
Σημειωτέον ότι ο πληθωρισμός στην Τουρκία βρίσκεται εδώ και πολλούς μήνες σε διψήφια επίπεδα και τελευταία αγγίζει το 11%. Η S&P αποδίδει, άλλωστε, σε «εντεινόμενες πολιτικές πιέσεις» την απροθυμία της κεντρικής τράπεζας να προχωρήσει σε επιθετική αύξηση του κόστους δανεισμού ανάλογη των πληθωριστικών πιέσεων. Διαβλέπει, άλλωστε, κινδύνους για τον ιδιωτικό τομέα, καθώς με την υποτίμηση της τουρκικής λίρας πολλές επιχειρήσεις θα δυσκολευθούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους σε ξένο νόμισμα.
Πολλές μεγάλες τουρκικές επιχειρήσεις βρίσκονται ήδη σε δεινή θέση και επιδιώκουν την αναδιάρθρωση των χρεών τους.
Σύμφωνα με το Reuters, η βιομηχανία τροφίμων Yiddiz Holding θα αναδιαρθρώσει τα 6,5 δισ. δολάρια από το χρέος της, συνολικού ύψους 8,5 δισ. δολαρίων. Εξάλλου, στα τέλη του περασμένου έτους η Dogus Holding είχε δάνεια ύψους 5,73 δισ. δολαρίων και αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε διαπραγμάτευση με τους πιστωτές της για την αναδιάρθρωση των χρεών της.
Αύξηση επιτοκίων
Την περασμένη εβδομάδα, η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας προχώρησε σε αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης, περισσότερο απ’ όσο προέβλεπαν οι οικονομικοί αναλυτές. Ετσι, το βασικό επιτόκιο δανεισμού βρίσκεται τώρα στο 13,5%, αλλά οι οικονομικοί αναλυτές επιμένουν ότι χρειάζονται πολύ υψηλότερα επιτόκια για να αναχαιτισθεί ο πληθωρισμός και να ανακοπεί η πτώση της τουρκικής λίρας. Σημειωτέον ότι ο Τούρκος πρόεδρος έχει αυτοχαρακτηριστεί οι «εχθρός των επιτοκίων» και έχει επανειλημμένως ταχθεί υπέρ του φτηνού δανεισμού, που μπορεί να διατηρεί τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης. Σε ό,τι αφορά την τουρκική λίρα, υποχώρησε χθες στα χαμηλότερα επίπεδα των τελευταίων τριών εβδομάδων – συγκεκριμένα, στις 4.1426 λίρες προς ένα δολάριο. Οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν ότι δέχθηκε πλήγμα από στοιχεία που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα, και εμφανίζουν τον μεταποιητικό τομέα σε υποχώρηση, με τον σχετικό δείκτη να βρίσκεται στις 49,9 μονάδες, κάτω δηλαδή από το επίπεδο αναφοράς των 50 μονάδων που διαχωρίζει την ανάπτυξη από τη συρρίκνωση. Προηγήθηκε τον περασμένο μήνα η περαιτέρω πτώση της στις 4.1944 λίρες έναντι ενός δολαρίου.
Πηγή: kathimerini.gr