Μεγάλη αύξηση των πτωχεύσεων στη Βρετανία μέσα στο 2018
Στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων επτά ετών αυξήθηκαν οι πτωχεύσεις ιδιωτών στη Βρετανία το 2018, ενώ ο αριθμός των επιχειρήσεων που έβαλαν λουκέτο είναι ο μεγαλύτερος από το 2014. Είναι μια ανησυχητική εξέλιξη για τη βρετανική οικονομία σε μια περίοδο αβεβαιότητας.
Η μεγάλη επέκταση της καταναλωτικής πίστης αποτέλεσε πυλώνα της ανάπτυξης μετά το δημοψήφισμα για το Brexit, το οποίο πραγματοποιήθηκε στις 23 Ιουνίου του 2016. Σήμερα γίνονται αισθητές οι επιπτώσεις της αύξηση του δανεισμού των νοικοκυριών. Οικονομικοί αναλυτές διαβλέπουν, μάλιστα, επιδείνωση του φαινομένου των πτωχεύσεων σε μια κρίσιμη συγκυρία για τη Βρετανία, καθώς το Κοινοβούλιο καθυστερεί να καταλήξει σε συμφωνία για την ομαλή αποχώρηση της Βρετανίας από την Ε.Ε. «Αναμένουμε πως οι πτωχεύσεις ιδιωτών θα παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα το 2019 και το 2020 λόγω της μεγάλης έκθεσης των νοικοκυριών σε δάνεια», σχολίασε στους Financial Times ο Ρίτσαρντ Χάιμς, υπεύθυνος του τομέα οικονομικής δυσπραγίας στην εταιρεία αναλύσεων TDX Group. Δεν είναι τυχαίο που πέρυσι μαζί με την άνοδο των πτωχεύσεων ιδιωτών στη Βρετανία σημειώθηκε αύξηση των δανείων μέσω πιστωτικών καρτών στο υψηλότερο επίπεδο από το 1997, φθάνοντας τα 44,8 δισ. στερλίνες.
Αναλυτικότερα, οι πτωχεύσεις ιδιωτών έφθασαν πέρυσι τις 115.299 στην Αγγλία και στην Ουαλλία. Πρόκειται για αύξηση της τάξεως του 16,2% από το 2017, φθάνοντας το υψηλότερο επίπεδο που έχει παρουσιαστεί από το 2011. Οι αιτήσεις ιδιωτών για τη ρύθμιση οφειλών με τους πιστωτές τους αυξήθηκαν κατά 19,9% στις 71.034 κατά τη διάρκεια του 2018, αντικατοπτρίζοντας τη μεγαλύτερη ετήσια άνοδο που έχει καταγραφεί ποτέ. «Ο κόσμος απλά δεν έχει περίσσευμα χρημάτων», δήλωσε χθες ο Στιούαρτ Φριθ, πρόεδρος του φορέα πτωχεύσεων και αναδιάρθρωσης χρεών R3, στους Financial Times.
Οι χρεοκοπίες επιχειρήσεων ανήλθαν πέρυσι σε 16.090. Το μεγαλύτερο πλήγμα υπέστησαν ο κατασκευαστικός κλάδος και το λιανικό εμπόριο. Οι επιχειρήσεις που έβαλαν λουκέτο στον κλάδο του λιανικού εμπορίου αυξήθηκαν κατά 9% από το 2017. Τρεις χιλιάδες κατασκευαστικές εταιρείες έκλεισαν τα βιβλία τους. Οι επιχειρήσεις που υποβλήθηκαν σε υποχρεωτική εκκαθάριση των δραστηριοτήτων τους με δικαστική εντολή αυξήθηκαν πέρυσι κατά 9,7%, φθάνοντας τις 14.269.
Τα νοικοκυριά στη Βρετανία δέχονται πιέσεις τα τελευταία χρόνια καθώς οι πραγματικοί μισθοί δεν έχουν ενισχυθεί επαρκώς για να καλύπτουν ακόμη και καθημερινές ανάγκες. Αν και σημειώθηκε άνοδος 3,4% των μισθών στη Βρετανία το τρίμηνο που έληξε τον Νοέμβριο του 2018, εάν αφαιρεθεί η επίδραση του πληθωρισμού, τότε ενισχύθηκαν κατά 1,2%, που είναι το υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας διετίας. Σε εβδομαδιαία βάση, όμως, οι πραγματικοί μισθοί στη Βρετανία παραμένουν κατά μέσον όρο χαμηλότεροι σε σύγκριση με το διάστημα πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008. Ο πρόεδρος της Τράπεζας της Αγγλίας, Μαρκ Κάρνεϊ, έχει προειδοποιήσει πως ένα σκληρό Brexit θα επιφέρει επιπτώσεις στους πραγματικούς μισθούς και στο βιοτικό επίπεδο των Βρετανών.
Μειώνονται τα δάνεια
Μεγάλη μείωση του δανεισμού μέσω πιστωτικών καρτών προβλέπουν οι βρετανικές τράπεζες κατά τη διάρκεια του α΄ τριμήνου του 2019, σύμφωνα με έρευνα της Τράπεζας της Αγγλίας. Πρόκειται για μία ακόμη ένδειξη για τις συνέπειες της αβεβαιότητας που πηγάζει από το Brexit καθώς εξαντλούνται τα χρονικά περιθώρια ενόψει της καταληκτικής ημερομηνίας στα τέλη Μαρτίου του 2019. Σε περιόδους αβεβαιότητας, οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις διστάζουν να προχωρήσουν σε αύξηση των δαπανών τους. Περίπου το 20,7% των τραπεζών που συμμετείχαν στην έρευνα της Τράπεζας της Αγγλίας αναμένει πως θα μειωθεί η ζήτηση για την παροχή δανείων μέσω πιστωτικών καρτών. Ποτέ ξανά δεν έχει καταγραφεί τόσο υψηλό ποσοστό από το 2007, οπότε η Τράπεζα της Αγγλίας άρχισε να συγκεντρώνει αυτά τα στοιχεία. Επιπροσθέτως, το 17,5% των τραπεζών θεωρεί πως θα υποχωρήσει επίσης η ζήτηση για στεγαστικά δάνεια μέσα στο α΄ τρίμηνο του 2019, που είναι το υψηλότερο ποσοστό από το δ΄ τρίμηνο του 2010. Πτώση αναμένεται να υπάρξει, τέλος, και στη ζήτηση επιχειρηματικών δανείων, προδιαγράφοντας μια δυσοίωνη προοπτική για τη βρετανική οικονομία.
Πηγή: kathimerini.gr