Κενά στην εποπτεία του τραπεζικού τομέα
H EKT φαίνεται ότι δεν είχε αντιληφθεί τα προβλήματα που υπήρχαν στο τραπεζικό σύστημα της Λετονίας, τονίζοντας πόσο πολύ δυσκολεύεται να εποπτεύσει τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωζώνης και εγείροντας αμφιβολίες για το σύστημα εποπτείας της Ευρωζώνης. Η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα της Λετονίας κατηγορείται από τις αμερικανικές αρχές ότι διευκόλυνε μεγάλης κλίμακας ξέπλυμα χρήματος που προέρχεται από τη Ρωσία. Ο Λετονός κεντρικός τραπεζίτης, ο οποίος διαδραματίζει ουσιαστικό ρόλο στην επιλογή τού επικεφαλής της τοπικής αρχής εποπτείας των τραπεζών, συνελήφθη το Σαββατοκύριακο, με την κατηγορία ότι δέχθηκε να πάρει μίζα. Μόλις έγιναν οι αποκαλύψεις κατά της τράπεζας ABLV, η ΕΚΤ αναγκάστηκε να επιβάλει διακοπή κάθε είδους πληρωμής από την τράπεζα, ώστε να προλάβει την κατάρρευσή της εν μέσω μαζικών αναλήψεων καταθέσεων. Τόσο Λετονός κεντρικός τραπεζίτης όσο και η ABLV αρνούνται τις κατηγορίες, ενώ οι ΗΠΑ έχουν δώσει διορία 60 ημερών στη λετονική τράπεζα για να αντικρούσει τις κατηγορίες. Ενδεικτικό στοιχείο των δυσκολιών που αντιμετωπίζει η ΕΚΤ είναι ότι οι επικεφαλής της εποπτικής της αρχής, που έλαβαν την απόφαση για διακοπή πληρωμών, μάλλον δεν είχαν αντιληφθεί το μέγεθος των προβλημάτων που υπήρχαν στην ABLV προτού κατηγορηθεί αυτή από τις αμερικανικές αρχές, σύμφωνα με πληροφορίες του Reuters. Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ ενημερώθηκε στη διάρκεια του Σαββατοκύριακου για την υπόθεση.Καθώς έρχονταν νέα στοιχεία στο προσκήνιο, η ένωση εμπορικών τραπεζών της Λετονίας ζήτησε «την άμεση και ευθεία εμπλοκή της ΕΚΤ», λέγοντας ότι η Φρανκφούρτη είναι υπεύθυνη για την εποπτεία της ABLV από το 2014. Παρ’ όλα αυτά, οι αμερικανικές αρχές θα πρέπει να παρουσιάσουν λεπτομερείς αποδείξεις για ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος, δωροδοκίες, παράνομες συναλλαγές με ρωσικές εταιρείες-βιτρίνες, κακή διαχείριση ρίσκου και παραβίαση των οικονομικών κυρώσεων κατά της Β. Κορέας. Η αιτία του προβλήματος δεν ήταν κρυφή. Στις τράπεζες της Λετονίας υπάρχουν καταθέσεις από ξένους υπηκόους περίπου 13 δισ. δολ., ποσό που αποτελεί περίπου το ήμισυ του συνόλου των τραπεζικών καταθέσεων της χώρας. Οι Αρχές τονίζουν αυτόν τον κίνδυνο σε εκθέσεις τους κάθε χρόνο. Οι ειδικοί θεωρούν ότι η υπόθεση αποκαλύπτει δύο σημαντικές ελλείψεις: την αποτυχία της ΕΚΤ να εντοπίσει στοιχεία σχετικά με τις παράνομες συναλλαγές που υπέδειξαν οι αμερικανικές αρχές, αποτυχία που οφείλεται εν μέρει στους περιορισμένους πόρους που διαθέτει η κεντρική τράπεζα αλλά και στην ελλιπή ευρωπαϊκή νομοθεσία. Μπορεί η ΕΚΤ ως εποπτική αρχή να ασχολείται κυρίως με το κατά πόσον εφαρμόζουν οι τράπεζες τούς κανονισμούς και να μη διαθέτει εξουσία για να εντοπίζει υποθέσεις διαφθοράς, παρ’ όλα αυτά θα μπορούσε να είχε εντοπίσει κάποια στοιχεία. Η ΕΚΤ έχει το δικαίωμα να ελέγξει κατά πόσον οι αξιωματούχοι μιας τράπεζας και οι μέτοχοι της ανταποκρίνονται στα καθήκοντά τους. Μπορεί, επίσης, η ΕΚΤ να παρακολουθήσει συνεδριάσεις του διοικητικού συμβουλίου μιας τράπεζας και να εξετάσει κατά πόσον διαχειρίζεται τα ρίσκα που αντιμετωπίζει με τον κατάλληλο τρόπο. Είναι υποχρεωμένη να ενημερώνει τις Αρχές όταν έχει υποψίες για διάπραξη ποινικών αδικημάτων. Παρ’ όλα αυτά δεν είναι σαφές αν η ΕΚΤ ανακάλυψε ποτέ τέτοια στοιχεία και αν τα είχε διαβιβάσει στην αρμόδια εποπτική αρχή της Λετονίας.Στην πραγματικότητα, όμως, η ΕΚΤ δεν διαθέτει τα μέσα για να φέρει εις πέρας την εις βάθος έρευνα μιας τράπεζας, ιδίως μιας μικρής τράπεζας όπως η ABLV. Ωστόσο, θα έπρεπε να έχει εντοπίσει ως χρηματοπιστωτική απειλή τις συναλλαγές με ρωσικές εταιρείες-βιτρίνες. Τέλος, το θέμα του ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος είναι πέραν του ελέγχου της ΕΚΤ, διότι η καταπολέμησή του γίνεται από τις εθνικές αρχές, ενώ η νομοθεσία διαφέρει από χώρα σε χώρα.
Πηγή: kathimerini.gr