Η Ρωσία καρπώνεται οφέλη από το εμπάργκο κατά του Ιράν
Ο πετρελαϊκός κλάδος της Ρωσίας είναι ο μεγάλος κερδισμένος από την απόφαση του Ντόναλντ Τραμπ να επαναφέρει το εμπάργκο κατά της Τεχεράνης, παραδοσιακού συμμάχου της Μόσχας. Μολονότι η Ρωσία κινδυνεύει να έχει την ίδια τύχη με το Ιράν, αν της επιβληθεί νέο κύμα οικονομικών κυρώσεων από την Ουάσιγκτον, αυτή τη στιγμή επωφελείται. Οι πετρελαϊκές της έχουν αυξήσει την παραγωγή τους σε ιστορικά υψηλά επίπεδα στη μετασοβιετική περίοδο. Στόχος τους είναι να αναπληρώσουν το κενό από τον νέο αποκλεισμό του ιρανικού πετρελαίου. Στα ύψη βρίσκονται, όμως, και οι χρηματιστηριακές τους αξίες.
Η Ρωσία ακολουθεί το παράδειγμα της Σαουδικής Αραβίας και αυξάνει την παραγωγή, σπεύδοντας να ανταποκριθεί στο αίτημα του Αμερικανού προέδρου με στόχο τη μείωση των τιμών. Εν τω μεταξύ, η πρόσφατη άνοδος του δολαρίου, στο οποίο αποτιμάται παγκοσμίως το πετρέλαιο, έχει ως αποτέλεσμα να καταλήγει άφθονο ρευστό στα ταμεία των ρωσικών πετρελαϊκών εταιρειών που συσσωρεύουν κέρδη και μειώνουν τα χρέη τους. Αυτός είναι ο λόγος που έχουν εκτιναχθεί στα ύψη οι χρηματιστηριακές τους αξίες. Οπως ακριβώς και η παραγωγή τους, βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά σε όρους ρουβλίου και στα υψηλότερα επίπεδα από τον Ιούνιο του 2014 σε όρους δολαρίου.
Ταυτοχρόνως, όμως, αποτελούν ελκυστική επενδυτική επιλογή. Οπως επισημαίνει στο Bloomberg η Εκατερίνα Ιλιουτσένκο, διαχειρίστρια κεφαλαίων στην Union Investment Privatfonds στη Φρανκφούρτη, στη Ρωσία είναι πολύ χαμηλό το κόστος εξόρυξης, οι πετρελαϊκές επικεντρώνονται σε έργα στο εσωτερικό της χώρας, συγκεντρώνουν αποθέματα και προσφέρουν υψηλές αποδόσεις.
Αναλυτές της αγοράς επισημαίνουν, βέβαια, πως θα μπορούσαν να δεχθούν πλήγμα από ένα νέο κύμα οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας τον Νοέμβριο. «Οι επενδυτές διερωτώνται», σύμφωνα με τον Αλεξάντρ Ντιμιτρόφ, επικεφαλής της μονάδας αναδυόμενων ευρωπαϊκών αγορών στην Enrst Sparinvest Kap Mbh, «αν οι ρωσικές εταιρείες είναι ελκυστικές τώρα, αλλά όλοι περιμένουν τον Νοέμβριο και τις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ». Τον Νοέμβριο η αμερικανική κυβέρνηση θα αποφασίσει ποιους νέους περιορισμούς θα επιβάλει στη Ρωσία από τον κατάλογο κυρώσεων που έχουν συντάξει μέλη του Κογκρέσου. Οι νέες αυτές κυρώσεις σχετίζονται με τις καταγγελίες αμερικανικών κύκλων για εμπλοκή της Μόσχας στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ. Ανάμεσα στις προτεινόμενες κυρώσεις συγκαταλέγεται και η απαγόρευση εξαγωγών προϊόντων και τεχνολογίας στη Ρωσία. Η προοπτική αυτή εμπνέει ανησυχία στους επενδυτές, καθώς θα μπορούσε να επιφέρει βλάβη στον ενεργειακό κλάδο της Ρωσίας πολύ σοβαρότερη από όλες τις προηγούμενες κυρώσεις.
Στη συνάντηση του ΟΠΕΚ την Κυριακή αναμένεται, πάντως, να εκδηλωθούν έντονες διαμάχες. Οπως αναφέρει στο Bloomberg ο Ολε Στλοτ Χάνσεν, επικεφαλής του τομέα εμπορευμάτων στη Saxo Bank, «θα είναι μια συνάντηση με έντονα πολιτικό χαρακτήρα και με λίγες αποφάσεις». Ο ίδιος επισημαίνει πως στους κόλπους του ΟΠΕΚ έχουν περιθωριοποιηθεί οι λιγότερο ισχυρές χώρες και επιβάλλουν τη θέλησή τους οι ισχυροί, δηλαδή η ντε φάκτο ηγετική δύναμη του διεθνούς καρτέλ, η Σαουδική Αραβία, αλλά και η εκτός ΟΠΕΚ Ρωσία. «Οι χώρες παραγωγοί που μετράνε, παράγουν όσο θέλουν», τονίζει και προεξοφλεί ότι η Ρωσία και η Σαουδική Αραβία θα αυξήσουν την παραγωγή τους. Οι δύο χώρες έχουν αυξήσει την παραγωγή τους από τον Μάιο, έναν μήνα πριν από τη συνάντηση ΟΠΕΚ και Ρωσίας στην οποία αποφασίστηκε να χαλαρώσει η συμφωνία για μείωση της παραγωγής. Ως εκ τούτου, ο Ιρανός υπουργός Ενέργειας Μπιζάν Ναμντάρ Ζανγκανέχ καταγγέλλει παραβίαση της συμφωνίας του Ιουνίου και απειλεί να θέσει βέτο στις αποφάσεις του διεθνούς καρτέλ. Κατηγορεί, μάλιστα, ορισμένα μέλη του διεθνούς καρτέλ ότι «συντάσσονται με τις ΗΠΑ και εφαρμόζουν πολιτικές εναντίον του Ιράν».
Πηγή: kathimerini.gr