Η προσιτή στέγη δεν είναι πολυτέλεια
Το σπίτι μου είναι το φρούριό μου, όπως αποφαίνεται η λαϊκή σοφία, η οποία αυτή τη στιγμή επαληθεύεται περισσότερο από ποτέ. Η εστία μας ως χώρος προστασίας έναντι της πανδημίας μάς προσφέρει καταφύγιο και αίσθηση ασφάλειας σε αυτές τις σκληρές εποχές, που υποχρεώνουν ακόμα και τις προηγμένες χώρες να επανεξετάσουν τη δύσκολη ισορροπία ανάμεσα στην ελευθερία, στην υγεία και στην οικονομία. Δυστυχώς, η πρόσβαση στον ιδιωτικό χώρο έχει καταστεί ολοένα και περισσότερο ανισοβαρής στη Γηραιά Ηπειρο, χαρακτηριστικό που έλαβε υπερβολικές διαστάσεις με την πανδημία. Η καραντίνα σε μια ταράτσα ή σε έναν κήπο δεν είναι το ίδιο με τον περιορισμό σε ένα διαμέρισμα. Η Eurostat εκτιμά ότι οι δαπάνες στέγασης στην Ε.Ε. αυξήθηκαν 19% το 2010-2019, όταν την ίδια στιγμή ο μέσος όρος εισοδημάτων στα νοικοκυριά δεν έδειξε ανάλογη τόνωση. Το μερίδιο του εισοδήματος που διοχετεύεται στο ενοίκιο διευρύνθηκε και αυτό φάνηκε έντονα στην περίπτωση του Βερολίνου. Το κόστος στη γερμανική πρωτεύουσα έχει αυξηθεί εντυπωσιακά κατά 208% από το 2008 και σήμερα πλέον λίγα είναι τα θέματα που κινητοποιούν περισσότερο τους ανθρώπους από την έλλειψη διαθέσιμων διαμερισμάτων και την εκτίναξη των συναφών δαπανών.
Οι διαρκείς αλλαγές από την πτώση του Τείχους και έως σήμερα κατέστησαν το Βερολίνο πόλο έλξης για δημιουργικούς ανθρώπους με λίγα χρήματα και πολλές ιδέες. Ωστόσο, αυτό το μοναδικό περιβάλλον καταστράφηκε και πολλά διαμερίσματα που ανήκαν στον δήμο πουλήθηκαν σε ιδιώτες και ολόκληρες γειτονιές αναβαθμίστηκαν. Εκεί όπου ο πολιτισμός ήταν καλοδεχούμενος και επιδοτείτο από το κράτος, τώρα θα δούμε ένα νέο εμπορικό κέντρο. Οπερ δείχνει πως επαναλαμβάνονται όλα τα λάθη του Λονδίνου και της Νέας Υόρκης. Tην έλλειψη επιδεινώνει ο τουρισμός των χαμηλών αεροπορικών ναύλων και του Airbnb. Σύμφωνα με το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών, σε περιόδους αιχμής σχεδόν 20.000 διαμερίσματα στο Βερολίνο διατίθενται στην πλατφόρμα Airbnb. Αν και τώρα έχει εφαρμοστεί ρυθμιστικό πλαίσιο για τις βραχυπρόθεσμες μισθώσεις, εξακολουθεί να παρατηρείται ανεπάρκεια προσιτής στέγης, ενόσω κάθε χρόνο μεταναστεύουν στο Βερολίνο σχεδόν 40.000 άνθρωποι. Η πόλη έθεσε ανώτατο όριο ενοικίου από πέρυσι τον Νοέμβριο και 1,5 εκατομμύριο ενοικιαστές επωφελήθηκαν από αυτό. Αλλά φέτος τον Απρίλιο το Ομοσπονδιακό Δικαστήριο απέρριψε το ανώτατο όριο μισθώματος, θεωρώντας το μη αποδεκτό. Σήμερα η πρόταση για δημοψήφισμα με θέμα την υπαγωγή διαμερισμάτων κτηματομεσιτικών εταιρειών, όπως η Deutsche Wohnen και άλλες, σε νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου αποτελεί πιο ριζοσπαστική προσέγγιση. Η πρωτοβουλία συνίσταται στο να ζητηθεί από τη Γερουσία του Βερολίνου να καταρτίσει νόμο για την «εθνικοποίηση» διαμερισμάτων που κατέχουν ιδιωτικές εταιρείες με πάνω από 3.000 διαμερίσματα στην πόλη και τη μεταφορά τους σε φορέα δημοσίου δικαίου.
Η δε πανδημία του κορωνοϊού επαναπροσδιορίζει τον τρόπο ζωής στα αστικά κέντρα των προηγμένων οικονομιών, καθώς η ζήτηση στέγης εκτός αυτών αυξήθηκε λόγω τηλεργασίας. Γιατί να μένεις στο κέντρο της πόλης εάν δεν μπορείς να απολαύσεις πολιτιστικές εκδηλώσεις και καλό φαγητό; Παρά ταύτα, οι νέοι εξακολουθούν να συρρέουν στις πόλεις, οπότε είναι σημαντικό να αυξηθούν οι χώροι κατοικίας και να ανακοπεί η αυξητική τάση των ενοικίων. Παράλληλα, πολλά γραφεία λόγω τηλεργασίας παραμένουν άδεια. Οι Αρχές σε μεγάλες αμερικανικές πόλεις, στη Σεούλ και στη Σιγκαπούρη μετασχηματίζουν τα ανεκμετάλλευτα γραφεία και ξενοδοχεία σε διαμερίσματα. Η Νότια Κορέα θα δημιουργήσει 114.000 επιδοτούμενες κατοικίες αγοράζοντας ξενοδοχεία και γραφειακούς χώρους. Τελικά αυτό που χρειάζεται δεν είναι μόνον πολυτελή κτίρια και επιδοτούμενη στέγη, αλλά και προσιτά διαμερίσματα για τη μεσαία τάξη.
Πηγή: kathimerini.gr