Η ΕΚΤ ανησυχεί για νομισματικό πόλεμο με τις Ηνωμένες Πολιτείες

Την έντονη ανησυχία των κεντρικών τραπεζιτών της Ευρωζώνης για την εξασθένηση του δολαρίου, η οποία θα μπορούσε να οδηγήσει σε υποχώρηση του πληθωρισμού στην ΟΝΕ, αποκαλύπτουν τα πρακτικά από τη συνεδρίαση της ΕΚΤ του Ιανουαρίου. Επιπλέον, φαίνεται πως ορισμένα μέλη του διοικητικού συμβουλίου πίεσαν για αλλαγή του μηνύματος που στέλνει η τράπεζα στους επενδυτές, ωστόσο η πλειοψηφία των μελών κατέληξε στο συμπέρασμα πως είναι «πρόωρη» η απάλειψη της δέσμευσης για αύξηση των αγορών ομολόγων σε περίπτωση που υπάρξει επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών.

Αντίδραση

Μετά τη συνεδρίαση της 26ης Ιανουαρίου, ο Μάριο Ντράγκι είχε αντιδράσει με ασυνήθιστα έντονο τρόπο για κεντρικό τραπεζίτη στη δήλωση (στο Νταβός) του Αμερικανού υπουργού Οικονομικών Στίβεν Μνούτσιν ότι το αδύναμο δολάριο θα λειτουργήσει ευεργετικά για την αμερικανική οικονομία. Η δήλωση είχε θεωρηθεί από πολλούς ως ένδειξη εγκατάλειψης της παραδοσιακής πολιτικής του ισχυρού δολαρίου, ενώ το ευρώ είχε ενισχυθεί σημαντικά εκείνη την εβδομάδα έναντι του αμερικανικού νομίσματος, με την ισοτιμία να φτάνει στο 1,25 (πλέον έχει υποχωρήσει γύρω στο 1,23). Στα πρακτικά της ΕΚΤ καταγράφεται η έντονη ανησυχία των κεντρικών τραπεζιτών της Ευρωζώνης ότι η εξασθένιση του δολαρίου θα μπορούσε να εκτροχιάσει την προσπάθεια της Φρανκφούρτης να επαναφέρει, μέσω του προγράμματος αγοράς ομολόγων, τον πληθωρισμό «κάτω, αλλά κοντά στο 2%». Η ενίσχυση του ευρώ καθιστά λιγότερο ακριβές τις εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, με αποτέλεσμα να περιορίζεται ο πληθωρισμός, ενώ καθιστά ακριβότερες τις ευρωπαϊκές εξαγωγές. «Διατυπώθηκαν… ανησυχίες σε σχέση με πρόσφατες δηλώσεις διεθνώς περί εξελίξεων στην ισοτιμία και ευρύτερα για την κατάσταση στις διεθνείς σχέσεις», αναφέρεται στα πρακτικά.

Μάλιστα, η ΕΚΤ φαίνεται ιδιαίτερα προβληματισμένη από την τάση της κυβέρνησης Τραμπ να παραβιάζει διεθνείς συμφωνίες, συγκεκριμένα τη δέσμευση του G-20 οι χώρες να μην προχωρούν σε ανταγωνιστική υποτίμηση του εθνικού τους νομίσματος. Προειδοποιεί, δε, πως «υπήρξε ευρεία συμφωνία… ότι η πρόσφατη μεταβλητότητα στη συναλλαγματική ισοτιμία του ευρώ αποτελεί πηγή αβεβαιότητας που απαιτεί παρακολούθηση». Την 1η Ιανουαρίου η ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου ήταν 1,2021, ενώ χθες κυμαινόταν γύρω από το 1,2345 και είχε φτάσει μέχρι το 1,2555 αμέσως μετά τα σχόλια Μνούτσιν.

«Πρόωρη»

Παράλληλα, οι κεντρικοί τραπεζίτες της Ευρωζώνης συμφώνησαν ότι θα ήταν «πρόωρη» η απάλειψη της δέσμευσης από την πλευρά της ΕΚΤ ότι θα αυξήσει τις αγορές ομολόγων στην περίπτωση που υπάρξει επιδείνωση των οικονομικών συνθηκών (π.χ., μεγάλη υποχώρηση του πληθωρισμού). «Αλλαγές στην επικοινωνία θεωρήθηκαν γενικώς πρόωρες αυτή τη στιγμή», αναφέρεται στα πρακτικά. «Η νομισματική πολιτική θα εξακολουθήσει να εξελίσσεται για να αποφευχθεί μια απότομη ή άτακτη διόρθωση αργότερα», τονίζουν οι κεντρικοί τραπεζίτες. Σύμφωνα με το Reuters, πρόκειται για ένδειξη ότι η ΕΚΤ θα κινηθεί σταδιακά, έχοντας διαρκώς την προσοχή της στραμμένη στις αγορές, ώστε να αποφύγει να αναγκαστεί να αλλάξει πορεία. Η ΕΚΤ έχει αφήσει να εννοηθεί ότι η σχετική συζήτηση θα γίνει στις αρχές του 2018. Ωστόσο, οι κεντρικοί τραπεζίτες λένε ότι δεν έχει ξεκινήσει ακόμη και ότι δεν είναι βέβαιο πως θα γίνει στη συνεδρίαση του Μαρτίου. Από τον Ιανουάριο η ΕΚΤ έχει μειώσει στο ήμισυ (30 δισ. ευρώ τον μήνα) τις αγορές ομολόγων. Το επόμενο βήμα προς τη σταδιακή έξοδο από το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης είναι η απάλειψη της δέσμευσης για αύξηση των αγορών ομολόγων. Η πλειονότητα των οικονομικών αναλυτών προβλέπει ότι η ΕΚΤ θα αποφασίσει τους επόμενους μήνες τη σταδιακή μείωση των αγορών μετά τον Σεπτέμβριο και την ολοκλήρωση του προγράμματος τον Δεκέμβριο του 2018.

Κέρδη 154 εκατ. για ΕΚΤ από ελληνικά ομόλογα

Καθαρά κέρδη 1,275 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 82 εκατ. ευρώ σε σχέση με το 2016, κατέγραψε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το 2017. Τα 154 εκατ. προήλθαν από τα κέρδη που προέκυψαν από ομόλογα του ελληνικού Δημοσίου που διακρατεί η ΕΚΤ.

Το 2016, η ΕΚΤ είχε εμφανίσει κέρδη 185 εκατ. ευρώ από τα ελληνικά ομόλογα που διακρατούσε. Στο τέλος της περασμένης χρονιάς, η κεντρική τράπεζα διακρατούσε ελληνικά ομόλογα 9,5 δισ. ευρώ.Πρόκειται για ομόλογα που είχε αγοράσει η κεντρική τράπεζα την περίοδο 2010-2011 και των οποίων η μέση διάρκειαωρίμανσης ανέρχεται στα 2,8 έτη.

Το σύνολο των κερδών που εμφανίζει η ΕΚΤ διανέμεται στις εθνικές κεντρικές τράπεζες, ανάλογα με το κεφάλαιο κάθε χώρας στην ΕΚΤ, και αυτές τα προωθούν στις εθνικές κυβερνήσεις. Ο ισολογισμός της ΕΚΤ αυξήθηκε στα 414 δισ. ευρώ το 2017, από 349 δισ. ευρώ το 2016.

Πηγή: kathimerini.gr