Η Γερμανία παρασύρει σε επιβράδυνση την Ευρωζώνη
Λιγότερο από δύο εβδομάδες μετά την απόφαση της ΕΚΤ να προχωρήσει σε νέα δέσμη μέτρων τόνωσης της οικονομίας, τα τελευταία στοιχεία δικαιώνουν την επιλογή της καθώς εμφανίζουν την οικονομία της Ευρωζώνης ασταθή, με τη βιομηχανική παραγωγή να επιβραδύνεται και τον κλάδο να εμφανίζει σημαντική συρρίκνωση στην ατμομηχανή της ευρωπαϊκής οικονομίας, τη Γερμανία.
Ο δείκτης υπευθύνων προμηθειών της IHS Markit (ΡΜΙ), που αντανακλά τη δραστηριότητα στον μεταποιητικό τομέα, υποχώρησε τον Σεπτέμβριο στις 50,4 από τις 51,9 τον Αύγουστο και μολονότι παραμένει πάνω από το όριο των 50 μονάδων, που καταδεικνύει ανάπτυξη του κλάδου, είναι χαμηλότερος από τις προβλέψεις.
Ειδικότερα, τα στοιχεία για τη Γερμανία φέρουν την οικονομική δραστηριότητα στον ιδιωτικό τομέα να έχει συρρικνωθεί για πρώτη φορά μετά εξίμισι χρόνια, καθώς η συρρίκνωση του μεταποιητικού τομέα επιδεινώνεται με τον σχετικό δείκτη να υποχωρεί πλέον στις 41,4 μονάδες τον Σεπτέμβριο από τις 43,5 τον Αύγουστο και να καταγράφει το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 10 και πλέον χρόνων. Προηγήθηκε συρρίκνωση της γερμανικής οικονομίας το β΄ τρίμηνο και τα μεγαλύτερα οικονομικά ινστιτούτα της Γερμανίας προεξοφλούν πως στη διάρκεια του τρίτου τριμήνου η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία θα βρίσκεται σε ύφεση. Ηδη το Βερολίνο έχει εκφράσει την πρόθεση να προχωρήσει σε δαπάνες 50 δισ. ευρώ εάν η οικονομία γνωρίσει βαθιά κρίση.
Δυσοίωνη εικόνα
Επιβράδυνση καταγράφεται, άλλωστε, και στη δεύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, τη Γαλλία, όπου ο ΡΜΙ υποχώρησε τον Σεπτέμβριο στις 51,3 μονάδες από τις 52,9 τον Αύγουστο. Τη δυσοίωνη εικόνα ολοκληρώνει ο κλάδος των υπηρεσιών που στο σύνολο της Ευρωζώνης επιβραδύνθηκε με τον σχετικό δείκτη στις 52 μονάδες από τις 53,5 του Αυγούστου, εμφανίζοντας χειρότερη εικόνα από τις προβλέψεις. «Η οικονομία της Ευρωζώνης τείνει προς τη στασιμότητα, καθώς η επιβράδυνση του μεταποιητικού τομέα δείχνει να επεκτείνεται και στον τομέα των υπηρεσιών», σχολίασε ο επικεφαλής των οικονομολόγων της Markit, Κρις Γουίλιαμσον. Παράλληλα, οικονομολόγοι της Morgan Stanley τονίζουν πως «η υποχώρηση είναι ευρεία και οριζόντια σε όλες τις χώρες και σε όλους τους τομείς» και προειδοποιούν πως τα στοιχεία κατατείνουν σε επικείμενη ύφεση.
Από την πλευρά της η ΕΚΤ αποδίδει τη δυσοίωνη εικόνα της βιομηχανικής παραγωγής εν μέρει μόνον στο αρνητικό διεθνές περιβάλλον και κατά κύριο λόγο σε εγχώριους παράγοντες της Ευρωζώνης. Οπως τονίζει σε σχετικό άρθρο της, από τον Ιούλιο του περασμένου έτους μέχρι τον Ιούνιο του τρέχοντος οι εξωγενείς παράγοντες, όπως οι εξελίξεις στην Κίνα, στη Βρετανία και στις ΗΠΑ, ευθύνονται σε ποσοστό 37% για την επιβράδυνση της βιομηχανικής παραγωγής με το 63% να οφείλεται σε εγχώριους παράγοντες.
Μεταξύ των σημαντικότερων εγχώριων παραγόντων, η ΕΚΤ αναφέρει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζει η αυτοκινητοβιομηχανία της Γερμανίας, όπως οι προσπάθειές της να προσαρμοστεί στις νέες απαιτήσεις για τη μείωση των εκπομπών καυσαερίων.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τη συρρίκνωση της βιομηχανικής παραγωγής στη Γερμανία, την αποδίδει στην αναιμική ζήτηση που έχει καταγραφεί στη χώρα το δεύτερο τρίμηνο του τρέχοντος έτους.
Σε δεινή θέση η Ιταλία
Στα δυσοίωνα στοιχεία περί της Ευρωζώνης προστίθεται η επί τα χείρω αναθεώρηση των στοιχείων της Ιταλίας για το περασμένο έτος, τα οποία αφορούν τόσο τη δημοσιονομική θέση της τρίτης οικονομίας της Ευρωζώνης όσο και την ανάπτυξή της.
Στοιχεία που έδωσε χθες στη δημοσιότητα η ιταλική στατιστική υπηρεσία ISTAT εμφανίζουν το δημοσιονομικό έλλειμμα ελαφρώς υψηλότερο από τις αρχικές εκτιμήσεις και συγκεκριμένα στο 2,2% του ιταλικού ΑΕΠ, όταν τον Απρίλιο υπολογιζόταν στο 2,1% Παραμένει, ωστόσο, αμετάβλητο το δημοσιονομικό έλλειμμα του 2017. Σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη της ιταλικής οικονομίας, η στατιστική υπηρεσία υπολογίζει τώρα πως δεν υπερέβη το 0,8% για το σύνολο του περασμένου έτους, ενώ τον Απρίλιο την υπολόγιζε στο 0,9%. Αφήνει και πάλι αμετάβλητη την ανάπτυξη του 2017 στο 1,7%. Η νέα κυβέρνηση θέτει, άλλωστε, στόχο για ανάπτυξη 0,5% για το επόμενο έτος και στόχο για το δημοσιονομικό έλλειμμα 2% έως 2,1% του ΑΕΠ. Οπως ανέφεραν χθες πηγές της Ρώμης, ο υπουργός Οικονομικών Ρομπέρτο Γκιουαλτιέρι, που συντάσσει το πλαίσιο του προϋπολογισμού, βασίζει τους στόχους σε συντηρητικές εκτιμήσεις. Σημειωτέον ότι φέτος αναμένεται να παραμείνει σε στασιμότητα η τρίτη οικονομία της Ευρωζώνης, που εμφανίζει τη χειρότερη εικόνα ανάμεσα στις οικονομίες του G7. Αν δεν ληφθούν υπόψη τα αναπτυξιακά μέτρα που σχεδιάζει η νέα κυβέρνηση, πηγές της Ρώμης εκτιμούν πως η ανάπτυξή της φέτος δεν θα υπερβεί το 0,2%. Θα είναι εν ολίγοις κατώτερη της πρόβλεψης του ΟΟΣΑ για ανάπτυξη 0,4%.
Πηγή: kathimerini.gr