Εργαζόμενοι παραιτούνται από τις δουλειές τους κατά χιλιάδες, με σκοπό να γίνουν οι ίδιοι τα αφεντικά του εαυτού τους
Η πανδημία έχει δημιουργήσει μία πρωτοφανή έκρηξη στην επιχειρηματικότητα και την αυτοαπασχόληση. Εκατοντάδες χιλιάδες Αμερικανοί αγωνίζονται, πλέον, στην αγορά εργασίας ως σύμβουλοι, έμποροι λιανικής και ιδιοκτήτες μικρών επιχειρήσεων.
H νέα αυτή τάση εξηγεί τις συνεχείς αναταραχές στον κόσμο της εργασίας, καθώς όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι επιθυμούν να έχουν ευελιξία, αγωνιούν για την έκθεσή τους στον κορωνοϊό, διαφωνούν με τους υποχρεωτικούς εμβολιασμούς ή δηλώνουν απογοητευμένοι με τη ζωή στο γραφείο πριν το ξέσπασμα της πανδημίας. Η νέα αυτή κατάσταση έχει επιδεινώσει, επίσης, τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού σε ορισμένους κλάδους και ασκεί πιέσεις στις εταιρείες να ανανεώσουν τις πολιτικές απασχόλησής τους.
Ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων, οι οποίοι δεν εργάζονται σε κάποια εταιρεία, έχει αυξηθεί κατά 500.000, από το ξέσπασμα της της πανδημίας, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας, αγγίζοντας τα 9,44 εκατομμύρια. Ο αριθμός αυτός είναι ο υψηλότερος από το 2008, όταν ξέσπασε η οικονομική κρίση, με εξαίρεση το φετινό καλοκαίρι, σημειώνοντας, έτσι, μία αύξηση 6% στους αυτοαπασχολούμενους, με την απασχόληση, συνολικά, στις ΗΠΑ να έχει μειωθεί κατά 3%, σε σχέση με τα προπανδημικά επίπεδα.
Οι επιχειρηματίες υπέβαλαν αίτηση για ομοσπονδιακούς αριθμούς φορολογικού μητρώου για την εγγραφή 4,54 εκατομμυρίων νέων επιχειρήσεων από τον Ιανουάριο έως τον Οκτώβριο του τρέχοντος έτους, σημειώνοντας, έτσι, αύξηση 56% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2019, σύμφωνα με στοιχεία του Γραφείου Απογραφής. Αυτό ήταν το υψηλότερο ποσοστό που έχει καταγραφεί σε αρχεία που χρονολογούνται από το 2004. Τα δύο τρίτα αφορούσαν επιχειρήσεις που δεν αναμένεται να προβούν σε νέες προσλήψεις υπαλλήλων.
Φέτος, το μερίδιο των εργαζομένων στις ΗΠΑ που εργάζονται σε μια εταιρεία με τουλάχιστον 1.000 υπαλλήλους μειώθηκε, για πρώτη φορά, από το 2004, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας. Εν τω μεταξύ, το ποσοστό των εργαζομένων στις ΗΠΑ που είναι αυτοαπασχολούμενοι έχει αυξηθεί στο υψηλότερο των τελευταίων 11 ετών. Τον Οκτώβριο, αντιπροσώπευαν το 5,9% των εργαζομένων στις ΗΠΑ, ενώ τον Φεβρουάριο του 2020, το 5,4%.
Η αύξηση της αυτοαπασχόλησης συμπίπτει με τις καταγγελίες πολλών εταιρειών στην Αμερική για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν—σε ορισμένες περιπτώσεις ακραίες— στην εύρεση και διατήρηση αρκετών υπαλλήλων. Τον Σεπτέμβριο, οι εργαζόμενοι στις ΗΠΑ παραιτήθηκαν από 4,4 εκατομμύρια θέσεις εργασίας, σημειώνοντας έτσι νέο ρεκόρ, σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας.
Η Κίμπερλι Φριντλ, 50 ετών, παραιτήθηκε από τη θέση της επικεφαλής μάρκετινγκ για μια περιφερειακή εταιρεία υποθηκών κοντά στο Ντάλας, τον Σεπτέμβριο του 2020. Οι κόρες της στην έκτη και στην όγδοη τάξη δυσκολεύονταν με την τηλεκπαίδευση, και μετά από μήνες πανδημίας, ξεκίνησαν εκδηλώνουν συμπτώματα έντονου άγχους. Παρόλο που ο εργοδότης της έδειχνε κατανόηση, η ίδια ήθελε να έχει ευελιξία, ώστε να μπορεί να βοηθάει τις κόρες της, χωρίς να πρέπει να ασχολείται παράλληλα και με τις συναντήσεις στο zoom και τα διάφορα project από τη δουλειά της.
Η κυρία Φριντλ σκόπευε να μείνει σπίτι επ’ αόριστον, με τη βοήθεια του συζύγου της, στέλεχος φαρμακευτικής εταιρείας. Όταν, όμως, ένας φίλος της επικοινώνησε μαζί της, έναν μήνα αργότερα, της δόθηκε μία νέα ευκαιρία.
Ο φίλος της αυτός πούλησε τα διακοσμητικά είδη από το σπίτι του στον Καναδά στο Amazon.com, αλλά οι περιορισμοί που είχαν τεθεί στα σύνορα εξαιτίας του κορωνοϊού καθιστούσαν δύσκολο τoν έλεγχο των επιστροφών. Όταν της εξήγησε τι χρειαζόταν – κυρίως, κάποιον να ελέγχει τα είδη που επιστρέφονταν για τυχόν ζημιές και να τα στέλνει ξανά στην Amazon – η κα Φριντλ θεώρησε ότι αυτή η εργασία θα ήταν μία καλή πρόκληση και ευκαιρία για τη μεγαλύτερη της κόρη, Σαμάνθα, ώστε να αποκτήσει κάποια εμπειρία.
Δέχθηκαν την προσφορά του φίλου της και ξεκίνησαν να ελέγχουν τις επιστροφές. Όταν κι άλλοι πωλητές της Amazon, που ο ίδιος γνώριζε, χρειάζονταν βοήθεια με την αποθήκη τους, καθώς αντιμετώπιζαν κι εκείνοι σημαντικές δυσκολίες, εξαιτίας της πανδημίας, τους παρέπεμπε στην κα Φριντλ.
Σήμερα, η ίδια διευθύνει μία επιχείρηση logistics, αποθήκης και δραστηριότητας εκτέλεσης παραγγελιών της Amazon, από το σπίτι της έξω από το Χιούστον, ενώ, παράλληλα, νοικιάζει και μία αποθήκη εκεί κοντά. Η μεγαλύτερή της κόρη εργάζεται μαζί της περίπου 10 ώρες την εβδομάδα, ενώ η ίδια προσέλαβε πρόσφατα κι έναν βοηθό. Ακόμη, η ίδια ελπίζει να επεκτείνει τις υπηρεσίες της σε πωλητές Walmart.
Τον Ιούλιο, το μηνιαίο οικογενειακό της εισόδημα επέστρεψε περίπου στα ίδια επίπεδα με την περίοδο που εργαζόταν στον τομέα του μάρκετινγκ, ανέφερε η κα Φριντλ. Αν και η απόφασή της να παραιτηθεί από εκείνη τη δουλειά ήταν συναισθηματική, ανέφερε η ίδια, η αλλαγή αυτή στην οποία προέβη, μετά από 27 χρόνια, της έδωσε ενέργεια και αυτοπεποίθηση, πέραν από την ευελιξία που χρειαζόταν.
«Δεν είχα κάποιο πλάνο όταν έφυγα», συνέχισε η ίδια. «Δεν έδινα τη δέουσα σημασία στις ανάγκες της οικογένειάς μου. Δεν έδινα τη δέουσα σημασία στη δουλειά που έπρεπε να γίνει. Ένιωθα ότι είχα αποτύχει σε όλους τους τομείς».
Τώρα, «αισθάνομαι πολύ επιτυχημένη και κάθε μέρα που ξυπνάω “αναρωτιέμαι τι θα συμβεί σήμερα” ».
Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, οι περισσότεροι Αμερικανοί δούλευαν για τον εαυτό τους, ως αγρότες ή τεχνίτες. Με τη νέα τεχνολογία, όπως ο ηλεκτρικός φωτισμός, η παραγωγή επεκτάθηκε και οι περισσότεροι σταμάτησαν να ασχολούνται με τη φύση, καθώς άρχισαν να προσανατολίζονται σε νέες θέσεις εργασίας στα εργοστάσια. Προσγειώθηκαν, όμως, σε ένα περιβάλλον με αυστηρά καθορισμένες ώρες εργασίας και ιεραρχίες—με εργαζόμενους που τους εποπτεύουν οι διευθυντές τους, τους οποίους, με τη σειρά τους, τους εποπτεύουν τα στελέχη της εταιρείας.
Όταν ξέσπασε ο κορωνοϊός στις ΗΠΑ, η εμφάνιση εφαρμογών, ιστοτόπων και εταιρειών που εξυπηρετούσαν επιχειρηματίες και ελεύθερους επαγγελματίες έδωσαν νέες δυνατότητες στους υπαλλήλους.
Στη συνέχεια, η πανδημία ώθησε μερικούς εργαζομένους να «κάνουν ένα διάλειμμα και να επαναξιολογήσουν τις προτεραιότητές τους», είπε ο Άαρον Ντε Σμετ, ανώτερος συνεργάτης και σύμβουλος της McKinsey & Co. για τις τάσεις στην εργασία.
Ο Μάρκους Γκριμ, 50 ετών, από το Λάνκαστερ στην Πενσυλβάνια, μόλις τελείωσε το Πανεπιστήμιο ξεκίνησε να εργάζεται σε διαφημιστικά γραφεία. Για χρόνια, φλέρταρε με την ιδέα του ελεύθερου επαγγελματία. «Ανέκαθεν, το σκεφτόμουν, αλλά δεν είχα ποτέ το θάρρος να κάνω αυτή την κίνηση», ανέφερε ο ίδιος. «Φοβόμουν ότι θα έχανα τον ύπνο μου ανησυχώντας για το πώς θα βγάλω χρήματα».
Στις αρχές της πανδημίας, ο κ. Γκριμ, παντρεμένος, πατέρας δύο μεγάλων παιδιών, απολύθηκε. Έκανε εγγραφή στο Upwork, ιστότοπο που φέρνει σε επαφή τους ελεύθερους επαγγελματίες από ένα ευρύ φάσμα βιομηχανιών με πιθανούς πελάτες. Ανέλαβε πολλές εξωτερικές δουλειές, κάνοντας, κυρίως, διαφημιστικές καμπάνιες για μεγάλες εταιρείες, χρεώνοντας μία αρκετά χαμηλή τιμή ανά ώρα.
Οι επιχειρήσεις παρουσίαζαν ρευστότητα. Έχει αυξήσει σταθερά την τιμή του, στα 150$ την ώρα. Ο ίδιος ο κ. Γκριμ υποστηρίζει ότι τώρα κερδίζει περισσότερα σε σχέση με την παλιά του δουλειά, στην οποία πληρωνόταν με 130.000 δολάρια το χρόνο.
Αυτό που του αρέσει περισσότερο είναι ότι δεν χρειάζεται να ασχολείται με την πολιτική της εταιρείας ή οποιαδήποτε άλλη γραφειοκρατία. Μπορεί να κάνει ακόμη και καγιάκ στη μέση της ημέρας.
«Είμαι αυτός που βρίσκει τον πελάτη, είμαι αυτός που βγάζει τη δουλειά και είμαι αυτός που αντιμετωπίζει οποιοδήποτε πρόβλημα προκύψει», συνέχισε ο ίδιος.
Ένας πελάτης τού πρότεινε να τον προσλάβει με πλήρη απασχόληση, αλλά αρνήθηκε, είπε ο κ. Γκριμ. «Τους είπα: “Τώρα πια έχω καταλάβει τη διαφορά”».
Η Etsy Inc., διαδικτυακή αγορά όπου ιδιώτες μπορούν να αγοράσουν και να πουλήσουν τα αντικείμενά τους, αναφέρει 7,5 εκατομμύρια ενεργούς πωλητές στις 30 Σεπτεμβρίου—2,6 εκατομμύρια περισσότερους σε σχέση με το 2019. Οκτώ στους 10 εξ αυτών είναι γυναίκες. Οι έρευνες δείχνουν ότι περισσότεροι από 4 στους 10 νέους πωλητές ξεκίνησαν τις επιχειρήσεις τους για λόγους που σχετίζονται με την πανδημία, μεταξύ των οποίων και η ανάγκη τους να μείνουν σπίτι για να φροντίσουν τα μέλη της οικογένειάς τους.
Σε πρόσφατη έκκληση για επενδυτές, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Upwork Inc., Χάιντεν Μπράουν, επικαλούμενος έρευνα του Σεπτεμβρίου 2020, δήλωσε: «Έχει εμφανιστεί ένα νέο είδος σταδιοδρομίας, με το ήμισυ της δεξαμενής ταλέντων Gen Z [ηλικίας 18 έως 22] στην πραγματικότητα να επιλέγει μία νέα καριέρα ως ελεύθερος επαγγελματίας και όχι ως υπάλληλοι που εργάζονται με πλήρη απασχόληση.”
Βάσει έρευνας, το καλοκαίρι του 2021, η Upwork κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το 20% όσων εργάζονταν εξ αποστάσεως, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, σκέφτονταν να εγκαταλείψουν τη δουλειά τους για να ξεκινήσουν να εργάζονται ως ελεύθεροι επαγγελματίες.
Στο LinkedIn, ο αριθμός των μελών που δηλώνουν ότι είναι αυτοαπασχολούμενοι έχει τετραπλασιαστεί από την έναρξη της πανδημίας, στα 2,2 εκατομμύρια, σύμφωνα με την εταιρεία. Σχεδόν οι μισοί από τους νέους επιχειρηματίες είναι κάτοχοι προπτυχιακού τίτλου και σχεδόν 4 στους 10 μεταπτυχιακού.
Από το ξέσπασμα της πανδημίας, οι επιχειρήσεις που ιδρύθηκαν από γυναίκες έχουν αυξηθεί κατά 27% και οι επιχειρήσεις που ιδρύονται από άνδρες κατά 17%, έπειτα από ανάλυση προφίλ χρηστών στο LinkedIn. Εν τω μεταξύ, τα στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας δείχνουν ότι τα δύο χρόνια της πανδημίας, μέχρι τον Ιούλιο, ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων γυναικών αυξήθηκε κατά 4,3%, ενώ ο αριθμός των αυτοαπασχολούμενων ανδρών μειώθηκε κατά 1%, σύμφωνα με ανάλυση της Pew Research.
Στη νέα αυτή τάση συνέβαλε το γεγονός ότι δεν υπήρχαν άμεσα διαθέσιμες λύσεις για τη φροντίδα των παιδιών, ενώ οι γονείς τους εργάζονταν, ενώ, επίσης, υπήρξαν και σημαντικές δυσκολίες στις μετακινήσεις.
Ο Ματ Πάρις από το Ράλεϊ, στη Βόρεια Καρολίνα, όταν αποφοίτησε από το Πανεπιστήμιο της Φλόριντα, πριν από περίπου μία δεκαετία, ξεκίνησε να εργάζεται για μία εταιρεία που κατασκεύαζε τοίχους. Με την ιδιότητα του μηχανικού που ασχολείται με τη διαχείριση έργων, ο κ. Πάρις, 31 ετών, βαρέθηκε την όλη γραφειοκρατία που αντιμετώπιζε όταν π.χ. ήθελε να προσλάβει κάποιον.
«Μου άρεσε η δουλειά που έκανα, αλλά ένιωθα περιθωριοποιημένος, καθώς εργαζόμουν σε μία αρκετά μεγάλη εταιρεία», προσέθεσε ο ίδιος.
Ήθελε, επίσης, να μπορεί να περνάει περισσότερο χρόνο με τη νεογέννητη κόρη του. Ο εργοδότης του τού παρείχε μόλις δύο εβδομάδες γονική άδεια μετ’ αποδοχών, ανέφερε ο ίδιος.
Ο κ. Πάρις παραιτήθηκε, τον Αύγουστο, και ξεκίνησε να εργάζεται ως σύμβουλος ιδιοκτητών κατοικιών και ιδιοκτητών εμπορικών κτιρίων για την κατασκευή τοίχων αντιστήριξης για κατασκευαστικά έργα. Το να μπορεί να εργάζεται από το σπίτι και να φροντίζει την κόρη του όλη την ημέρα ήταν ο πρωταρχικός λόγος που άφησε τη δουλειά του, είπε ο ίδιος.
Το Instagram, το YouTube και το TikTok έχουν προσφέρει νέους τρόπους συγκέντρωσης χρημάτων για επίδοξους επιχειρηματίες. Εν τω μεταξύ, η Robinhood Markets Inc. και κρυπτονομίσματα, όπως το bitcoin, έχουν δημιουργήσει μια νέα γενιά επενδυτών, ορισμένοι εκ των οποίων είναι τόσο επιτυχημένοι που παραιτήθηκαν από τις δουλειές τους για να ασχοληθούν με τις συναλλαγές.
Ο Τζος Ντόργκαν, 32 ετών, ξεκίνησε να πραγματοποιεί συναλλαγές σε κρυπτονομίσματα το 2017 με έναν απλό στόχο: να εξοφλήσει, όσο το δυνατόν γρηγορότερα, το στεγαστικό δάνειο ενός σπιτιού που είχε αγοράσει ο ίδιος και η σύζυγός του στην Ομάχα, στη Νεμπράσκα.
Ο κ. Ντόργκαν συνέχισε να εργάζεται ως νοσηλευτής σε παιδιατρική κλινική, ενώ έκανε συναλλαγές σε litecoin, ether και XRP. Οι συναλλαγές του, καθώς και οι συμβουλευτικοί ρόλοι που ξεκίνησε να αναλαμβάνει σε εταιρείες κρυπτογράφησης, άρχισαν να απαιτούν περισσότερο χρόνο από τον ίδιο, κάνοντας δύσκολο το να μπορεί να τα συνδυάσει με την εργασία τους ως διευθυντής της μονάδας αιμοκάθαρσης στο Children’s Hospital & Medical Center, στην Ομάχα.
Όταν είπε στη σύζυγό του, επίσης νοσηλεύτρια, ότι ήθελε να τα παρατήσει τη δουλειά του και να επικεντρωθεί μόνο στον επενδυτικό τομέα, εκείνη επέμεινε να μιλήσουν πρώτα με έναν οικονομικό σύμβουλο. Έπειτα από τις συμβουλές του, παραιτήθηκε από το νοσοκομείο, τον Αύγουστο του 2020. Ο ίδιος ανέφερε ότι τα κέρδη από τις συναλλαγές του, την επόμενη εβδομάδα, ήταν ίσα με τον μισθό που λάμβανε ως νοσηλευτής, για ένα ολόκληρο έτος.
Προσπαθεί να εργάζεται- ως σύμβουλος σε εταιρείες ψηφιακών νομισμάτων και ως δημιουργός περιεχομένου για τους σχεδόν 200.000 ακολούθους στο Twitter– από 8:30 π.μ. μέχρι τις 12 το μεσημέρι στο σπίτι που αγόρασε πρόσφατα ο ίδιος και η γυναίκα του.
«Δεν μπαίνεις απλώς στις αγορές και ξεκινάς να βγάζεις χρήματα από το πουθενά», είπε ο κ. Ντόργκαν. Ωστόσο, ακόμη και σε ασταθείς συνθήκες συναλλαγών, είπε, αισθάνεται πολύ λιγότερη πίεση από ό,τι όταν έκανε ταχυδακτυλουργικές επενδύσεις με μια δουλειά πλήρους απασχόλησης.
Η νέα αυτή στροφή στην αυτοαπασχόληση μπορεί να αποδειχθεί προσωρινή. Η άνθηση των αυτοαπασχολούμενων διαπραγματευτών, κατά τη διάρκεια της φούσκας dot-com, στα τέλη της δεκαετίας του 1990, ξεφούσκωσε μαζί με τη φούσκα των μετοχών.
Απότομη αύξηση των αποταμιεύσεων – η οποία ενισχύθηκε και από την ομοσπονδιακή οικονομική ενίσχυση στα επιδόματα ανεργίας, που πρόσφατα ανήλθε στα 300$ την εβδομάδα και καταβλήθηκε για ένα διάστημα 18 μηνών, μετά την πανδημία – παρέχει σε ορισμένα άτομα ένα οικονομικό μαξιλάρι, ώστε να στραφούν στην αυτοαπασχόληση. Καθώς εξαντλούν αυτές τις αποταμιεύσεις, ορισμένοι μπορεί να επιθυμήσουν και πάλι να έχουν έναν κανονικό μισθό, υποστηρίζουν οι οικονομολόγοι.
Επιπλέον, εάν υπάρξει βελτίωση στις ελλείψεις εργατικού δυναμικού, οι ελεύθεροι επαγγελματίες θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν σκληρότερο ανταγωνισμό από τις εταιρείες στην εύρεση πελατών. Τέλος, εάν η πανδημία υποχωρήσει, το ίδιο μπορεί να συμβεί και με την τάση που επικρατεί να εγκαταλείπουμε την κανονική εργασία υπέρ της αυτοαπασχόλησης. Το 5% των ανεμβολίαστων ενηλίκων αναφέρει ότι παραιτήθηκε εξαιτίας του υποχρεωτικού εμβολιασμού με τον οποίο ήταν αντίθετο, σύμφωνα με έρευνα του Ιδρύματος Kaiser Family, τον Οκτώβριο.
Ο Ρόμπερτ Σπένσερ, 55 ετών, επισκεύαζε γέφυρες για την πολιτεία της Ουάσιγκτον για σχεδόν μια δεκαετία ως συγκολλητής και κατασκευαστής. Ο κ. Σπένσερ, ο οποίες νόσησε με κορωνοϊό, στην αρχή της πανδημίας, άφησε τη δουλειά του, τον Οκτώβριο, επειδή δεν ήταν σύμφωνος με τον υποχρεωτικό εμβολιασμό για τους δημόσιους υπαλλήλους.
Καθώς πλησίαζε η τελευταία ημέρα στην εργασία του βάσει του συμβολαίου του, ο κ. Σπένσερ, ο οποίος είχε εργαστεί ως αυτοαπασχολούμενος, πριν ξεκινήσει να εργάζεται στον δημόσιο τομέα, άρχισε να αγοράζει προμήθειες, ώστε να μπορέσει να διευθύνει τη δική του επιχείρηση περίφραξης και να προγραμματίζει οικιστικά έργα.
Εάν το κράτος αλλάξει τους κανόνες του και αφήσει όλους να επιστρέψουν στις εργασίες τους, χωρίς περιορισμούς, «τότε προφανώς θα το έκανα, λόγω των πλεονεκτημάτων που μου προσφέρει», είπε ο κ. Σπένσερ. «Αλλά μέχρι τότε —δεν βασίζομαι σε αυτό— σκοπεύω να κάνω αυτό που κάνω τώρα. Το απολαμβάνω.»