Γουάντα Φεραγκάμο: Η «σινιόρα» που έχτισε έναν κολοσσό
H Γουάντα Φεραγκάμο, η οποία ανέλαβε τη διοίκηση της εταιρείας του συζύγου της, Σαλβατόρε, μετά τον θάνατό του το 1960, ήταν μια ξεχωριστή γυναίκα από πολλές απόψεις. Κατάφερε να επεκτείνει την επιχείριση κατασκευής παπουτσιών που ανέλαβε και να τη μετατρέψει σε εταιρεία παραγωγής ειδών πολυτελείας με παγκόσμια απήχηση. Η Γουάντα Φεραγκάμο πέθανε την περασμένη εβδομάδα σε ηλικία 96 ετών.Μετά τον θάνατο του Σαλβατόρε Φεραγκάμο το 1960, σε ηλικία 63 ετών, η σύζυγός του αποφάσισε να διοικήσει η ίδια την επιχείρηση παρόλο που δεν γνώριζε τίποτε σχετικό με τον συγκεκριμένο κλάδο, ούτε είχε εργαστεί ποτέ εκτός οικίας. «Πριν από τον θάνατο του συζύγου μου δεν είχα εργαστεί ποτέ στη ζωή μου», είχε πει η Γουάντα Φεραγκάμο σε συνέντευξη που είχε παραχωρήσει το 2007 στο περιοδικό Time. Η Γουάντα αποφάσισε πως θα πρέπει να ολοκληρώσει το όραμα του συζύγου της και να επεκτείνει τις δραστηριότητες της εταιρείας πέρα από τον κλάδο των παπουτσιών. Στη διάρκεια των επόμενων πέντε δεκαετιών, η Φεραγκάμο επέβλεψε, ως επικεφαλής της επιχείρησης, τη μεταμόρφωσή της από μια μικρή εταιρεία σχεδιασμού και κατασκευής παπουτσιών στη Φλωρεντία σε μία από τις σπουδαιότερες εταιρείες παραγωγής ειδών πολυτελείας παγκοσμίως με προϊόντα από παπούτσια μέχρι δερμάτινα πορτοφόλια, μεταξωτά μαντίλια, κολόνιες και πολλά ακόμη. Οταν ανέλαβε η Γουάντα Φεραγκάμο τα ηνία της επιχείρησης, η παραγωγή της ήταν 800 ζευγάρια παπούτσια τον μήνα. Μέχρι το 1981 η Ferragamo κατασκεύαζε 60.000 ζευγάρια παπούτσια τον μήνα και επιπλέον πουλούσε γυναικείες τσάντες αλλά και ανδρικό ρουχισμό. Τη δεκαετία του ’90 ά
Μία από τις σημαντικότερες και πρώτες αποφάσεις που πήρε η «σινιόρα», όπως ήταν ανέκαθεν γνωστή η Γουάντα στην έδρα της Ferragamo στη Φλωρεντία, ήταν να κάνει την κόρη της, Φιάμα, τη δημιουργική δύναμη της εταιρείας. Η Φιάμα ήταν μόλις 19 ετών όταν πέθανε ο πατέρας της και ήδη είχε μάθει να σχεδιάζει παπούτσια υπό την καθοδήγησή του. Η απόφαση αποδείχθηκε ορθή: Η Φιάμα σχεδίασε το παπούτσι Vera, με στρογγυλή μύτη, στολισμένο με δερμάτινο φιόγκο και χρυσό μενταγιόν στη μέση, το οποίο εξακολουθεί να είναι το πιο δημοφιλές προϊόν της εταιρείας. Η δεύτερη κόρη, η Φούλβια, επέβλεψε την επέκταση της εταιρείας στα μεταξωτά. Επιμένοντας πως η επιχείρηση πρέπει να μείνει στα χέρια της οικογένειας, η Γουάντα Φεραγκάμο απέρριψε πολλές προτάσεις να την πουλήσει και επέβλεψε την εισαγωγή της στο χρηματιστήριο. Σήμερα η εταιρεία έχει πωλήσεις ύψους 1,6 δισ. δολαρίων, σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg. Αποχώρησε από πρόεδρος της εταιρείας το 2006.
Ο Σαλβατόρε
H Γουάντα Μιλέτι γνώρισε τον κατά 34 χρόνια μεγαλύτερό της Σαλβατόρε Φεραγκάμο στο χωριό Μπονίτο, ανατολικά της Νάπολης, στη διάρκεια του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο Σαλβατόρε Φεραγκάμο, ένα από τα 14 παιδιά φτωχού αγρότη της περιοχής, είχε εγκαταλείψει το σχολείο σε ηλικία εννέα ετών για να μαθητεύσει σε τοπικό παπουτσή. Στα 16 του μετανάστευσε στις ΗΠΑ, όπου εργάστηκε σε εργοστάσιο παπουτσιών στη Βοστώνη προτού συναντήσει τα αδέλφια του στην Καλιφόρνια. Εκεί κατασκεύαζε αιγυπτιακά σανδάλια και καουμπόικες μπότες για τις παραγωγές του Σεσίλ ντε Μιλ και έγινε ένας από τους αγαπημένους σχεδιαστές παπουτσιών για σταρ του βωβού κινηματογράφου όπως η Τζόαν Κρόφορντ και η Γκρέτα Γκάρμπο. Ο Σαλβατόρε επέστρεψε στην Ιταλία το 1927, χρεοκόπησε το 1929 εξαιτίας της οικονομικής κρίσης, αλλά μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ’30 είχε αποπληρώσει τα χρέη του και είχε αγοράσει το μεσαιωνικό Palazzo Spina Feroni στη Φλωρεντία, το οποίο αποτέλεσε και την έδρα της επιχείρησης. Με τη Γουάντα, κόρη του γιατρού και προέδρου του χωριού Μπονίτο, είχαν γνωριστεί όταν ο Σαλβατόρε είχε ζητήσει από τη νεαρή κόρη του γιατρού να δοκιμάσει ένα ζευγάρι παπούτσια του.
χισε να πουλάει και είδη οράσεως, και άνοιξε καταστήματα της εταιρείας σε Νέα Υόρκη, Χονγκ Κονγκ, Μουμπάι και στην Πόλη του Μεξικού.
Πηγή: kathimerini.gr