Γνωρίζετε ότι…
• Επιστρέφεται ο ΦΠΑ που καταβλήθηκε για απαιτήσεις που έχουν καταστεί οριστικά ανείσπρακτες, λόγω πτώχευσης επιχείρησης:
Ο ΦΠΑ που κατέβαλε προμηθεύτρια εταιρεία για απαιτήσεις της που διαγράφηκαν οριστικά και δεν πρόκειται να εισπραχθούν, λόγω πτώχευσης του πελάτη της, οφείλει να της επιστραφεί από το Δημόσιο. Η φορολογική αρχή δεν μπορεί να εισπράξει ως ΦΠΑ ποσό υψηλότερο εκείνου που έχει εισπράξει στο πλαίσιο αυτό η ίδια η επιχείρηση, όπως προκύπτει από την ερμηνεία του Κώδικα ΦΠΑ υπό το φως των θεμελιωδών αρχών του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η εν λόγω δικαστική απόφαση έχει εκδοθεί σύμφωνα με το σκεπτικό της απόφασης 355/2019 του Συμβουλίου της Επικρατείας, για την επιστροφή ΦΠΑ επί οριστικά ανείσπρακτων απαιτήσεων λόγω υπαγωγής επιχείρησης σε εξυγίανση. Στην ουσία, το δικαστήριο επεκτείνει την ίδια νομική μεταχείριση και στην περίπτωση της πτώχευσης, ανοίγοντας τον δρόμο σε πολλές επιχειρήσεις να διεκδικήσουν την επιστροφή του ΦΠΑ, υπό την επιφύλαξη της παραγραφής της αξίωσής τους αυτής (ΔΠΑ 3483/2020).
• Σε πενταετή παραγραφή υπόκειται το δικαίωμα του Δημοσίου να επιβάλει τέλη χαρτοσήμου για τις χρήσεις μέχρι 31.12.2013, σύμφωνα με πρόσφατη απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ 433/2020). Οπως είναι γνωστό, η νομοθεσία περί τελών χαρτοσήμου για τις χρήσεις έως 31.12.2013 δεν περιέχει ρητή διάταξη για την παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου. Ως εκ τούτου, μέχρι σήμερα, εφαρμοζόταν κατά πάγιο τρόπο η γενική, εικοσαετής παραγραφή του Αστικού Κώδικα.
Ωστόσο, με την εν λόγω απόφαση κρίθηκε ότι στη φορολογία χαρτοσήμου δεν μπορεί να εφαρμοστεί αναλογικά η ανωτέρω εικοσαετής παραγραφή του αστικού δικαίου αλλά εφαρμόζεται, αναλογικά, η πενταετής παραγραφή που προβλέπεται κατά κανόνα στη φορολογία εισοδήματος. Και αυτό γιατί η παραγραφή των φορολογικών αξιώσεων του Δημοσίου πρέπει να είναι εύλογης διάρκειας και μάλιστα όχι ιδιαίτερα μεγάλης, ούτως ώστε να είναι σύμφωνη με τις αρχές της ασφάλειας δικαίου και της αναλογικότητας, όπως αυτές απορρέουν από το Σύνταγμα και όπως ερμηνεύθηκαν με τη σημαντική απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (1738/2017).
• Η ανωτέρω πενταετής παραγραφή μπορεί να επεκτείνεται σε δεκαετή, στην περίπτωση που προκύψουν «συμπληρωματικά στοιχεία», επίσης κατ’ ανάλογη εφαρμογή της φορολογικής διάταξης που εφαρμόζεται για τον φόρο εισοδήματος σε ελεγχόμενες χρήσεις μέχρι και το 2013. Με την ίδια απόφαση το ΣτΕ δέχθηκε την, κατ’ εξαίρεση, παρέκταση αυτή και για το τέλος χαρτοσήμου, ακολουθώντας την παγιωμένη ήδη νομολογία του για τη δεκαετή παραγραφή στον φόρο εισοδήματος και μάλιστα με τις ίδιες προϋποθέσεις. Εντύπωση, πάντως, προκαλεί το γεγονός ότι το δικαστήριο, παραπέμποντας σε ανάλογη εφαρμογή των δύο εκδοχών της συγκεκριμένης φορολογικής διάταξης (πενταετούς και δεκαετούς παραγραφής), αγνόησε την εκδοχή της δεκαπενταετούς παραγραφής στην περίπτωση μη υποβολής δήλωσης. Και τούτο παρότι η υπό κρίση υπόθεση αφορούσε σε μη υποβολή δηλώσεων τελών χαρτοσήμου για όλες τις ελεγχόμενες χρήσεις. Ετσι, κανόνας για τις υποθέσεις αυτές καθίσταται η πενταετής παραγραφή, και εξαίρεση η δεκαετής. Επισημαίνεται ότι για τις χρήσεις από 1.1.2014 και εφεξής, ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας προβλέπει ρητά την πενταετή παραγραφή και για τα τέλη χαρτοσήμου.
• Παρέχεται η δυνατότητα σε όσους διοικούν νομικά πρόσωπα να ασκήσουν και ατομικά προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων σε περίπτωση που αμφισβητούν οποιαδήποτε καταλογιστική πράξη της φορολογικής διοίκησης εκδοθείσας εις βάρος του νομικού προσώπου:
Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε με πρόσφατη απόφασή του ότι διευθύνοντες σύμβουλοι ανώνυμης εταιρείας, οι οποίοι συγκαταλέγονται στα πρόσωπα που ευθύνονται προσωπικά και αλληλέγγυα για την εκπλήρωση φορολογικών υποχρεώσεων του νομικού προσώπου που διοικούν, έχουν τη δυνατότητα να ασκούν και ατομικά κάθε δικαίωμα που θα είχε στη διάθεσή της η εταιρεία έναντι της φορολογικής αρχής. Η άσκηση ενδικοφανούς προσφυγής καθώς και η προσφυγή ενώπιον των διοικητικών δικαστηρίων (σε περίπτωση απόρριψης της ενδικοφανούς προσφυγής), περιλαμβάνονται στα συγκεκριμένα δικαιώματα. Με την εν λόγω απόφαση το δικαστήριο αποσυνδέει το έννομο συμφέρον από την ύπαρξη ατομικής φορολογικής υποχρέωσης του προσφεύγοντος. Τυχόν αντίθετη ερμηνεία που θα στερούσε από τους διοικούντες τη δυνατότητα να προσφύγουν στα διοικητικά δικαστήρια, θα είχε ως συνέπεια την ελλιπή προστασία τους έναντι των πράξεων της φορολογικής διοίκησης. Επομένως, κατά τη γνώμη μας, η εν λόγω απόφαση κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση (ΣτΕ 498/2020).
Πηγή: kathimerini.gr