Γνωρίζετε ότι…
«Περί ξεπλύματος» ο λόγος…
• Με σοβαρές ποινικές και διοικητικές κυρώσεις θα έρχονται αντιμέτωπα τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που υποχρεούνται σε τήρηση του νέου, διευρυμένου νομοθετικού πλαισίου για το ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος (ν. 4557/2018). Οι ποινικές κυρώσεις φτάνουν μέχρι και τη διετή φυλάκιση, ενώ οι διοικητικές αφορούν πρόστιμα ύψους μέχρι και 1.000.000 ευρώ, προσωρινή ή οριστική απαγόρευση άσκησης δραστηριότητας και δημόσια ονομαστική ανακοίνωση της παράβασης.
• Ως έμποροι αγαθών μεγάλης αξίας νοούνται ιδίως οι επιχειρήσεις παραγωγής, κατασκευής και εμπορίας πολύτιμων λίθων, πολύτιμων μετάλλων, μαργαριταριών και κοραλλιών, κοσμημάτων και ρολογιών, αντικών και συλλεκτικών ειδών εν γένει, έργων τέχνης και μουσικών οργάνων. Επιπλέον, πρόσωπα που εμπορεύονται ή μεσολαβούν σε πωλήσεις και δημοπρασίες έργων τέχνης, παραγωγοί και έμποροι χαλιών και δερμάτινων ειδών και επιχειρήσεις εμπορίας αυτοκινήτων, αεροσκαφών και σκαφών αναψυχής.
• Τα ανωτέρω υπόχρεα πρόσωπα υποχρεούνται α) να εφαρμόζουν μέτρα δέουσας επιμέλειας και β) να ενημερώνουν αμελλητί και με δική τους πρωτοβουλία την αρμόδια Αρχή καταπολέμησης ότι γνωρίζουν ή ότι έχουν σοβαρές ενδείξεις ή υποψίες ότι πελάτης τους προβαίνει σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα. Την τελευταία αυτή υποχρέωση έχουν και οι υπάλληλοι των υποχρέων προσώπων καθώς και τα διευθυντικά στελέχη της επιχείρησης του υποχρέου.
• Τα υπόχρεα πρόσωπα πρέπει να εφαρμόζουν τα μέτρα δέουσας επιμέλειας ως προς τους πελάτες τους όταν συνάπτουν με αυτούς επιχειρηματική σχέση, αλλά και όταν διενεργούν περιστασιακή συναλλαγή αξίας τουλάχιστον 15.000 ευρώ. Για τους εμπόρους αγαθών το όριο αξίας της περιστασιακής συναλλαγής, σε περίπτωση μετρητών, περιορίζεται στις 10.000 ευρώ. Ανεξαρτήτως ορίου ποσού συναλλαγής λαμβάνονται τα μέτρα όταν υπάρχει υπόνοια ότι ο πελάτης προβαίνει σε νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και όταν υπάρχουν αμφιβολίες για την ταυτότητα του πελάτη ή του πραγματικού δικαιούχου.
• Τα μέτρα της συνήθους δέουσας επιμέλειας αφορούν, ανάλογα με τον χρόνο εφαρμογής τους: α) πριν από τη σύναψη της επιχειρηματικής σχέσης ή της συναλλαγής, την εξακρίβωση της ταυτότητας του πελάτη /ή εξουσιοδοτημένου προσώπου με στοιχεία από αξιόπιστη και ανεξάρτητη πηγή, καθώς και την πιστοποίηση και επικαιροποίηση των στοιχείων της ταυτότητας του πραγματικού δικαιούχου και β) καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχειρηματικής σχέσης, την αξιολόγηση και συλλογή πληροφοριών για το αντικείμενο της επιχειρηματικής σχέσης και την άσκηση συνεχούς εποπτείας, με ενδελεχή εξέταση όλων των συναλλαγών, λαμβάνοντας υπόψη το προφίλ κινδύνου και την προέλευση των κεφαλαίων του πελάτη.
• Ενόψει διενέργειας ελέγχων για την εφαρμογή του νέου νομοθετικού πλαισίου, η ΑΑΔΕ κατέγραψε λίστα ύποπτων πρακτικών, που, κατά τη φορολογική διοίκηση, αποτελούν ένδειξη αλλά όχι αδιάψευστη απόδειξη για ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος. Ο διοικητής της ΑΑΔΕ, σε ευρεία σύσκεψη παρουσία μελών διαφόρων εμπλεκόμενων φορέων, παρουσίασε τις πρακτικές αυτές.
• Οι συνηθέστερες ύποπτες πρακτικές που μπορεί να υποκρύπτουν ξέπλυμα «μαύρου» χρήματος, σύμφωνα με την ΑΑΔΕ, είναι οι ακόλουθες: α. απροθυμία του πελάτη να προσκομίσει κατά τη σύναψη της συναλλαγής τα προβλεπόμενα έγγραφα επαλήθευσης της ταυτότητάς του, β. επιμονή του πελάτη για διενέργεια και πληρωμή σε μετρητά συναλλαγών μεγάλης αξίας, γ. χρησιμοποίηση προσωπικού λογαριασμού του ιδιοκτήτη ή υπαλλήλου εταιρείας ή δικηγόρου αντί εταιρικού λογαριασμού, δ. συχνή αλλαγή διεύθυνσης του πελάτη, ε. επαναλαμβανόμενες όμοιες συναλλαγές για ποσό λίγο κάτω από το ελάχιστο όριο για το οποίο απαιτείται η εφαρμογή μέτρων δέουσας επιμέλειας, στ. απενεργοποιημένο τηλέφωνο του σπιτιού ή της επιχείρησης του πελάτη, ζ. αγοραπωλησία ακινήτου χωρίς συμβολαιογραφική πράξη, η. διαδοχικές αγοραπωλησίες ακινήτων εντός σύντομου χρονικού διαστήματος.
• Εντύπωση προκαλεί η παράθεση κριτηρίων όπως η νευρικότητα στη συμπεριφορά προσώπων κατά τη διεξαγωγή της συναλλαγής ή περιπτώσεις πελατών των οποίων συνεχώς αλλάζει η εμφάνιση και η συμπεριφορά και κατά πόσον αυτά μπορούν να αποτελέσουν βάσιμες ενδείξεις ξεπλύματος «μαύρου» χρήματος. Και αυτό, γιατί πρόκειται για κριτήρια που δεν είναι αντικειμενικά και μπορεί να θέσουν στο στόχαστρο λάθος πρόσωπα.
• Επίσης, παραμένει ερώτημα πώς φοροτεχνικοί, έμποροι, μεσίτες ακινήτων και λοιποί επαγγελματίες είναι σε θέση να ελέγξουν κριτήρια όπως η φοροδοτική ικανότητα του προσώπου με το οποίο συναλλάχθηκαν, τυχόν σύσταση εικονικών επιχειρήσεων από τον πελάτη κ.ά.
Πηγή: Grant Thornton/kathimerini.gr