Γνωρίζετε ότι…
• H φορολογική αρχή βαρύνεται με την απόδειξη της εικονικότητας τιμολογίου. Σύμφωνα με πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ, όταν η παράβαση της λήψεως εικονικού τιμολογίου ή δελτίου αποστολής αποδίδεται σε ορισμένο επιτηδευματία, η φορολογική αρχή οφείλει να τεκμηριώσει την εν λόγω εικονικότητα. Συγκεκριμένα, καλείται να αποδείξει μεταξύ άλλων είτε ότι ο εκδότης του τιμολογίου είναι πρόσωπο φορολογικώς υπαρκτό, αλλά συναλλακτικώς ανύπαρκτο, ή ότι, ενόψει των επιχειρηματικών του δυνατοτήτων, δεν είναι δυνατόν να ήταν σε θέση να εκπληρώσει την επίμαχη παροχή (ΣτΕ 2316/2017).
• Για παραβάσεις έκδοσης εικονικών στοιχείων, η οποία αφορά τον χαρακτηρισμό της αναγραφείσας συναλλαγής, και οι οποίες τελέσθησαν υπό το καθεστώς του ν. 2523/1997 (φορολογικό ποινολόγιο), είναι δυνατόν ακόμη και σήμερα να εφαρμοσθούν οι ευνοϊκότερες διατάξεις του άρθρου 55 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας. Απαραίτητη προϋπόθεση να μην έχουν εκδοθεί οριστικές πράξεις επιβολής προστίμων μέχρι τις 12/10/2015, ημερομηνία κατάθεσης στη Βουλή του ν. 4337/2015, με τον οποίο καταργήθηκε το προαναφερθέν άρθρο του ΚΦΔ.
• Σύμφωνα με τις ευνοϊκότερες αυτές διατάξεις, τα πρόστιμα για την εικονικότητα στοιχείου όταν αφορά τον χαρακτηρισμό της αναγραφείσας συναλλαγής κυμαίνονται από 500 ευρώ ανά στοιχείο και με ανώτατο ύψος προστίμου τις 50.000 ευρώ ανά ελεγχόμενο φορολογικό έτος. Αντίθετα, με τις διατάξεις του 4337/2015, στην περίπτωση έκδοσης εικονικών στοιχείων, ανεξαρτήτως του λόγου εικονικότητας, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 20% ή το 40% της αξίας του στοιχείου, ανάλογα με την περίπτωση.
• Ως μίσθωμα σε είδος ή ως υπεραξία μεταβίβασης κεφαλαίου φορολογούνται οι δαπάνες για ανέγερση κτίσματος ή βελτιώσεις και επεκτάσεις σε ακίνητα που πραγματοποιούνται με δαπάνες του μισθωτή, όταν ο εκμισθωτής είναι ιδιώτης που δεν ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα. Στην πρώτη περίπτωση, έχει συμφωνηθεί εξαρχής η ανταλλαγή μέρους του μισθώματος με την ανέγερση, βελτίωση ή επέκταση του μισθίου (μίσθωμα σε είδος) και δηλώνεται κατά την έναρξη της μίσθωσης στο σύστημα taxis. Το συμφωνημένο ποσό των δαπανών διαιρείται διά του αριθμού των ετών της μίσθωσης και φορολογείται μαζί με το χρηματικό μίσθωμα ως εισόδημα από ακίνητη περιουσία. Στη δεύτερη περίπτωση, εάν δεν έχει συμφωνηθεί εκ των προτέρων η ανέγερση, βελτίωση ή επέκταση αλλά παραμένει σε όφελος του ακινήτου μετά τη λήξη ή διακοπή της μίσθωσης, η διαφορά της αξίας του ακινήτου θα φορολογηθεί ως εισόδημα από υπεραξία μεταβίβασης ακίνητης περιουσίας σύμφωνα με το άρθρο 41 του ΚΦΕ (ΠΟΛ 1103/2015).
• Φορολογείται ως εισόδημα από μισθωτές υπηρεσίες το ασφάλισμα που καταβλήθηκε στους εργαζομένους επιχειρήσεων (πριν από την έναρξη ισχύος των σχετικών διατάξεων του ν. 4110/2013, δηλαδή της 23/01/2013) στο πλαίσιο ομαδικών ασφαλιστηρίων, ακόμη και όταν ο εργοδότης είχε επιφυλαχθεί της μονομερούς διακοπής καταβολής των ασφαλίστρων. Η φορολόγηση του σχετικού εισοδήματος λαμβάνει χώρα μόλις επέλθει η ασφαλιστική περίπτωση, όταν δηλαδή απέκτησαν το δικαίωμα είσπραξής του.
• Ως αξία για τη διενέργεια φορολογικών αποσβέσεων των παγίων που μεταβιβάστηκαν στο πλαίσιο εξυγίανσης ορίζεται η αξία που αποτυπώνεται στη συμφωνία εξυγίανσης και επικυρώνεται από το Πτωχευτικό Δικαστήριο. Σε περίπτωση που στα πάγια συμπεριλαμβάνονται συμβάσεις χρηματοοικονομικής μίσθωσης του ν. 1665/1986, οι οποίες έχουν συναφθεί πριν από την 1/1/2014, η αποκτώσα εταιρεία υπεισέρχεται διά σωρευτικής αναδοχής σε όλα τα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις του αρχικού χρηματοδοτικού μισθωτή. Υπενθυμίζεται ότι, βάσει των μεταβατικών διατάξεων του ΚΦΕ, τα μισθώματα που θα καταβληθούν από 1/1/2014 έως 31/12/2018 στο πλαίσιο των προαναφερθεισών συμβάσεων δεν αναγνωρίζονται προς έκπτωση από τα ακαθάριστα έσοδα των επιχειρήσεων, κατά το μέρος που αναλογούν στην αξία του οικοπέδου (ΠΟΛ 1023/2018, ΔΕΑΦ Β 1087176 ΕΞ 2015/25.6.2015).
• Συστήθηκε πρόσφατα νομοπαρασκευαστική επιτροπή για την κατάρτιση σχεδίου νόμου για τους μετασχηματισμούς και τις συγχωνεύσεις. Η επιτροπή θα προχωρήσει (α) στην καταγραφή των επιτρεπόμενων από τις διατάξεις του εταιρικού δικαίου μετασχηματισμών και συγχωνεύσεων και στην αντιπαραβολή τους με τα οριζόμενα στους φορολογικούς/αναπτυξιακούς νόμους, (β) στην εισήγηση διατάξεων για νέες μορφές μετασχηματισμών και συγχωνεύσεων, στο πλαίσιο του κοινοτικού δικαίου, (γ) στην εισήγηση διατάξεων για τη σύγκλιση/εναρμόνιση του εταιρικού με το φορολογικό δίκαιο σε θέματα μετασχηματισμών και συγχωνεύσεων και για τη διαρκή παρακολούθηση και διόρθωση τυχόν αποκλίσεων. Το έργο της επιτροπής κρίνεται ιδιαιτέρως σημαντικό, καθώς είναι απαραίτητο να γεφυρωθούν τα υπάρχοντα κενά μεταξύ εταιρικού και φορολογικού δικαίου.
Πηγή: kathimerini.gr/Grant Thornton