Για ποιον είναι χειρότερο τo Brexit;
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα λέει να μην ανησυχείτε. Η τράπεζα της Αγγλίας λέει να ανησυχείτε.
Όπως τόσα πράγματα στη ζωή, είναι ανάλογα με το πώς το βλέπει κανείς. Και ανάλογα με τη γεωγραφία.
Στην Έκθεση για τη Χρηματοοικονομική Σταθερότητα Μάιος 2017, η οποία καταρτίζεται δύο φορές το χρόνο και δημοσιεύτηκε την προηγούμενη Τετάρτη, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα βρήκε αρκετούς λόγους για να είναι αισιόδοξη για τις προοπτικές της Ευρώπης, παρότι προέβλεψε ότι θα υπάρξει πρόβλημα έαν μεγεθυνθούν οι τέσσερις πιθανοί χρηματοοικονομικοί κίνδυνοι -αναπροσαρμογή τιμών στις παγκόσμιες αγορές σταθερού εισοδήματος, αντιξοότητες στον τραπεζικό κλάδο, ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους και υποχώρηση της ρευστότητας εκτός του τραπεζικού χρηματοοικονομικού τομέα.
Αξιοσημείωτη, ωστόσο, ήταν η απόρριψη των ενδεχόμενων επιπτώσεων του Brexit στην οικονομία της Ευρωζώνης. Αν και αναγνώρισε ότι η αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου «ενισχύει το τρέχον επίπεδο της πολιτικής αβεβαιότητας», η έρευνα καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «η ίδια η διαδικασία του Brexit δεν αποτελεί αυτή τη στιγμή σημαντική πηγή ανησυχίας για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα της Ευρωζώνης».
Η έκθεση υποστηρίζει ότι η νέα σχέση της Ε.Ε. με το Ηνωμένο Βασίλειο μετά το Brexit «δεν θα διακινδυνεύει την ακεραιότητα της Ενιαίας Αγοράς» – καθώς επίσης και κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου που αναμένεται δύσκολη.
Αυτό το συγκεκριμένο σημείο μένει να φανεί καθώς οι διαπραγματευτικές ομάδες προετοιμάζουν το έδαφος για την έναρξη των επίσημων συνομιλιών τον Ιούνιο και ενώ οι επερχόμενες βρετανικές εκλογές αρχές του ίδιου μήνα αναμένεται να ενισχύσουν την εγχώρια θέση της πρωθυπουργού, Theresa May – αν και τι ακριβώς θα σημαίνει αυτό για τις διαπραγματεύσεις μένει να φανεί.
Η έκθεση της ΕΚΤ σημειώνει ότι ο τρόπος που θα εξελιχθούν αυτές οι διαπραγματεύσεις είναι ένας γνωστός άγνωστος, όπως είναι και η μακροχρόνια συνεργασία μεταξύ των δύο οντοτήτων και τα «μακροπρόθεσμα αποτελέσματα» του διαζυγίου.
Παρoλ’ αυτά, η Τράπεζα παραμένει σίγουρη ότι τα αποτελέσματα αυτά «αναμένεται να έχουν περιορισμένες επιπτώσεις για την οικονομία της Ευρωζώνης και τη χρηματοοικονομική σταθερότητα».
«Η παγκόσμια οικονομία και η ευρωπαϊκή οικονομία γίνονται πιο ισχυρές», δήλωσε ο αντιπρόεδρος της ΕΚΤ Vítor Constâncio σε βίντεο που αναρτήθηκε στην ιστοσελίδα της ΕΚΤ την Τετάρτη. «Και αυτό είναι καλό για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα».
Ωστόσο, προειδοποίησε για κινδύνους, ιδίως ένα ράλι στις παγκόσμιες τιμές μετοχών με υποχώρηση των τιμών των ομολόγων, που θα οδηγούσε σε αύξηση των επιτοκίων. Προειδοποίησε επίσης για τη χαμηλότερη κερδοφορία στις τράπεζες της Ευρωζώνης καθώς και για τις πιέσεις σε κλάδους του ιδιωτικού και δημόσιου τομέα από την εξυπηρέτηση του χρέους λόγω της αύξησης των επιτοκίων.
Για το Brexit, ωστόσο, η ΕΚΤ είναι αισιόδοξη. «Φυσικά το Brexit είναι πολύ σημαντικό για το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά λόγω του σχετικού μεγέθους του, είναι πολύ λιγότερο σημαντικό για την υπόλοιπη Ε.Ε.» επέμεινε ο Constâncio.
Οι εξαγωγές της Ε.Ε. προς το Ηνωμένο Βασίλειο αντιστοιχούν μόλις στο 4% του ΑΕΠ της «και το εμπόριο δεν πρόκειται να εξαφανιστεί» ως αποτέλεσμα του Brexit.
Η συνολική τραπεζική χρηματοδότηση από το Λονδίνο αντιπροσωπεύει μόλις το 1-2% της συνολικής εξωτερικής χρηματοδότησης που λαμβάνουν οι οικονομικοί φορείς στην υπόλοιπη Ε.Ε. Πολλοί από τους οργανισμούς που προσφέρουν χρηματοδότηση από το Λονδίνο είναι τράπεζες από χώρες της Ευρώπης – «κάτι που σημαίνει ότι μπορούν εύκολα να υποκαταστήσουν τη χρηματοδότηση που προσφέρουν σήμερα από το Λονδίνο από την έδρα τους στην Ευρώπη».
Υπογράμμισε ότι ακόμα και ιδρύματα από τρίτες χώρες που λειτουργούν στο Λονδίνο έχουν ξεκινήσει να μετακινούνται στην Ευρώπη.
Όσον αφορά τις αγορές κεφαλαίου στο Λονδίνο, η έκδοση χρέους ή μετοχών από εταιρείες της Ε.Ε. αντιπροσωπεύει μόνο το 10% της συνολικής έκδοσης μετοχών από τέτοιες εταιρείες «το οποίο επίσης είναι απορροφήσιμο», όπως δήλωσε. «Φυσικά, θα υπάρχει μία μείωση, η οποία μπορεί εύκολα να απορροφηθεί στην υπόλοιπη Ε.Ε.»
Μαζί, αυτοί οι παράγοντες σημαίνουν ότι «το Brexit δεν μπορεί πραγματικά να προκαλέσει σημαντική ζημιά στην τρέχουσα ανάκαμψη της Ευρωζώνης.»
Ωστόσο η έκθεση της ΕΚΤ συμβουλεύει όλα τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα να κινηθούν τώρα με τα μεταβατικά τους σχέδια για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά και έγκαιρα το Brexit. Τέτοιες προετοιμασίες, προειδοποιεί, «ια είναι ουσιαστικής σημασίας καθώς η μετεγκατάσταση της ικανότητας παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών κατά τη μεταβατική περίοδο από την τρέχουσα κατάσταση στη νέα ισορροπία θα μπορούσε, σε ορισμένες περιπτώσεις, να αντιμετωπίσει τριβές».
Πάντως, ο διοικητής της Τράπεζας της Αγγλίας, Mark Carney είναι λιγότερο αισιόδοξος, προειδοποιώντας νωρίτερα φέτος για μία πιθανή «στιγμή Jenga», αναφερόμενος σε μία πιθανή κατάρρευση του τεράστιου χρηματοοικονομικού τομέα της Βρετανίας εάν βασικά συστατικά μετακινηθούν εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου.
Επικαλούμενος το δημοφιλές παιχνίδι στο οποίο οι παίκτες προσπαθούν να κρατήσουν όρθιο έναν ξύλινο πύργο καθώς τραβούν ένα-ένα τα κομμάτια του, ο Carney εξέφρασε την άποψη που πρώτα διατύπωσε ο πρόεδρος της HSBC Bank.
«Νομίζω ότι αποτελεί καλή αναλογία», δήλωσε μιλώντας στο κοινοβούλιο. «Όπως όταν παίζει κανείς Jenga και ξεκινάς από νωρίς, υπάρχουν ορισμένα προφανή κομμάτια που μπορείς να βγάλεις χωρίς να θέσεις σε κίνδυνο τον πύργο», δήλωσε. «Κάποια στιγμή, το να χάνεις κομμάτια… μπορεί να έχει μεγαλύτερες επιπτώσεις και αυτές είναι μερικές από τις κρίσεις που θα πρέπει να κάνει η κυβέρνηση».
Οι χρηματοοικονομικές υπηρεσίες δημιουργούν περίπου το 10% της οικονομικής παραγωγής της Βρετανίας. Αν και ορισμένες επιχειρήσεις έχουν ανακοινώσει τα σχέδια τους να αποχωρήσουν, αρκετές περιμένουν να δουν πώς θα εξελιχθούν οι συνομιλίες. Μία μαζική έξοδος θα μπορούσε να προκαλέσει τεράστιες ζημιές στην οικονομία.
Ωστόσο, ο Carney και η ΕΚΤ διαφέρουν σημαντικά στο ποιος θα υποφέρει περισσότερο, με τον Carney να πιστεύει ότι ο αντίκτυπος θα είναι μεγαλύτερος για την Ε.Ε. «Δεν λέω πώς δεν υπάρχουν κίνδυνοι χρηματοοικονομικής σταθερότητας στο Ηνωμένο Βασίλειο, και υπάρχουν οικονομικοί κίνδυνοι στο Ηνωμένο Βασίλειο», δήλωσε. «Αλλά υπάρχουν πολύ μεγαλύτεροι κίνδυνοι χρηματοοικονομικής σταθερότητα στην ήπειρο σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο, από τη μετάβαση, απ ότι υπάρχουν για το Ηνωμένο Βασίλειο».
Ανησυχούσε πάντως ότι με την αποχώρηση της από την Ε.Ε. η Βρετανία θα χάσει τη φωνή της στη διαμόρφωση των κανονισμών για τον παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κλάδο. «Όταν δεν θα βρισκόμαστε εκεί… θα ανέμενε κανείς, ολοένα και περισσότερο, κανονισμούς με τους οποίος δεν θα συμφωνούμε και που ενδεχομένως μπορούν να προκαλέσουν κινδύνους στη χρηματοοικονομική σταθερότητα», δήλωσε.
Πηγή: capital.gr/ Forbes