Βασική κινητήριος δύναμη της βιομηχανίας τροφίμων, τα σνακ
Μπορούν τα πατατάκια, τα μπισκότα και τα κρουασάν να αποτελούν πεδίο πλούσιας επενδυτικής δραστηριότητας εντός και εκτός συνόρων; Οπως δείχνουν τα στοιχεία, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και παγκοσμίως, τα σνακ, αλμυρά και γλυκά, αποτελούν βασική κινητήριο δύναμη της βιομηχανίας τροφίμων.
Στην Ελλάδα, ακόμη και στα χρόνια τη κρίσης, οι πωλήσεις των σνακ δεν υποχωρούσαν, σε αντίθεση, για παράδειγμα, με ό,τι συνέβαινε στα γαλακτοκομικά. Ο τζίρος μόνο των αλμυρών σνακ υπολογίζεται στη χώρα σε περίπου 90 εκατ. ευρώ, ενώ ο παγκόσμιος τζίρος της αγοράς των σνακ υπερβαίνει τα 115 δισ. δολάρια και προβλέπεται ότι έως το 2021 θα ξεπεράσει τα 133 δισ. δολάρια.
Σύμφωνα δε με τα στοιχεία της εταιρείας ερευνών αγοράς IRI, το 2018 οι πωλήσεις των σνακ στα σούπερ μάρκετ αυξήθηκαν στην Ελλάδα κατά 6,3%, που αποτελεί τη μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση μετά αυτήν που σημειώθηκε στην κατηγορία των κατεψυγμένων τροφίμων. Στο εννεάμηνο Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου 2019 η αξία πωλήσεων της εν λόγω κατηγορίας ενισχύθηκε κατά 4,5% και του όγκου πωλήσεων κατά 6,6% σε σύγκριση με το αντίστοιχο εννεάμηνο του 2018. Αξίζει δε να σημειωθεί ότι ένα πολύ μεγάλο μέρος των πωλήσεων δεν γίνεται στα σούπερ μάρκετ, αλλά στα μικρά σημεία πώλησης, όπως είναι τα περίπτερα, τα μίνι μάρκετ και τα καταστήματα ψιλικών.
Απαντήσεις στην αιτία αύξησης του τζίρου των σνακ δίνει η παγκόσμια έρευνα State of Snacking, που παρουσίασε πριν από λίγες ημέρες η Mondelez International, η οποία στην Ελλάδα είναι γνωστή κυρίως μέσω της σοκολάτας Παυλίδη. Σύμφωνα με την έρευνα, έξι στους δέκα ενηλίκους σε όλο τον κόσμο (59%) λένε ότι προτιμούν να τρώνε πολλά μικρά γεύματα καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας, σε αντίθεση με λίγα και μεγαλύτερα γεύματα. Το ποσοστό αυτό αυξάνεται σε 70% στη γενιά των λεγόμενων millennials (πρόκειται για τα άτομα που έχουν γεννηθεί από τις αρχές της δεκαετίας του ’80 έως το 2000). Επιπλέον, 71% των ενηλίκων λένε ότι τα σνακ τους βοηθούν να ελέγχουν την πείνα τους και να διαχειρίζονται τις θερμίδες όλη την ημέρα. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα, η πλειονότητα των ανθρώπων λέει ότι τα σνακ είναι εξίσου σημαντικά για την ψυχική (71%) και συναισθηματική (70%) ευεξία όπως είναι και η σωματική ευεξία.
Κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι ότι μια από τις μεγαλύτερες ελληνικές «πολυεθνικές» είναι η Chipita, η οποία δραστηριοποιείται τόσο στα αλμυρά όσο και στα γλυκά σνακ. Η εταιρεία, η οποία διαθέτει 17 μονάδες παραγωγής –ιδιόκτητες και σε συνεργασία με άλλες εταιρείες– ανά τον κόσμο σχεδιάζει την ίδρυση εργοστασίου και στις ΗΠΑ σε ορίζοντα 2-3 ετών. Ας σημειωθεί δε ότι για πολλούς μήνες φημολογείτο, χωρίς τελικά να γίνει, η εξαγορά της Chipita από τη Mondelez, με τις φήμες να ανεβάζουν την πρόταση της δεύτερης για την πρώτη ακόμη και στο 1,5 δισ. ευρώ.
Ακόμη μία μεγαλύτερη πολυεθνική ελληνικών συμφερόντων, η Coca-Cola 3E, έχοντας αποκτήσει το 2004 την «Τσακίρης», προχώρησε στις αρχές του 2018 σε ακόμη μία σημαντική εξαγορά προκειμένου να ενισχύσει την παρουσία της στην κατηγορία των σνακ. Συγκεκριμένα, εξαγόρασε τη σερβική Bambi, μια από τις μεγαλύτερες βιομηχανίες στη Σερβία στον κλάδο των μπισκότων και των αλμυρών σνακ. Στις αρχές, επίσης, του 2019 μια ελληνική εταιρεία μικρότερου μεγέθους, η «Κρητών Αρτος», προσείλκυσε το ενδιαφέρον του ομίλου Switz, που εδρεύει στο Ντουμπάι, ο οποίος τελικά και την εξαγόρασε.