Βαρίδι για την Κύπρο αποτελούν τα ρωσικά επενδυτικά κεφάλαια
Στο στόχαστρο ευρωπαϊκών και αμερικανικών αρχών βρίσκεται η Κύπρος, η οποία φέρεται να λειτουργεί ως δίαυλος για τη διακίνηση ρωσικών κεφαλαίων μέσω των τραπεζών της και των προγραμμάτων χορήγησης υπηκοότητας και άδειας παραμονής. Ορισμένοι επισημαίνουν ότι η νησιωτική χώρα βάλλεται πανταχόθεν, διότι βρίσκεται στο μέσον του διπλωματικού πολέμου ΗΠΑ – Ρωσίας. Αυτός σχετίζεται με τις νέες κυρώσεις εις βάρος Ρώσων μεγιστάνων αλλά και την εμπλοκή του Κρεμλίνου στην προεκλογική εκστρατεία του Αμερικανού προέδρου.
Η αμερικανική εφημερίδα Τhe Wall Street Journal αναφέρει ότι τα ρωσικά χρήματα που εισέρχονται στην Ε.Ε. μέσω Κύπρου είναι τόσο πολλά, ώστε η χώρα εμφανίζεται στις διεθνείς στατιστικές ως ο μεγαλύτερος αποδέκτης άμεσων ξένων επενδύσεων από τη Ρωσία.
Σύμφωνα με το Bloomberg, την περίοδο 2008-2015, μέσω των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων της Κύπρου, διακινήθηκαν περί τα 3,4 τρισ. δολάρια, έναντι 2,8 τρισ. δολαρίων μέσω των τραπεζών της Λετονίας. Επισημαίνουμε ότι όλα αυτά τα χρήματα δεν σχετίζονται με ξέπλυμα. Το 2010 οι τραπεζικές καταθέσεις ήταν πενταπλάσιες του ΑΕΠ της, ενώ σήμερα είναι τριπλάσιες. Το Συμβούλιο της Ευρώπης θα στείλει το 2019 στο νησί κλιμάκιο ειδικών, οι οποίοι θα εξετάσουν αν όντως διενεργείται ξέπλυμα χρήματος. Οι κυπριακές αρχές θεωρούν άδικες τις επιθέσεις, επικαλούμενες την έξωθεν καλή μαρτυρία υψηλόβαθμου στελέχους του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ, αλλά και το ότι έχουν θεσπίσει νέα μονάδα για την πάταξη του «μαύρου» χρήματος. Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναγνωρίζει την πρόοδο που έχει σημειωθεί, επισημαίνοντας, παράλληλα, τη σημασία να μπορεί η τράπεζα να ελέγχει τον πραγματικό κάτοχο του εκάστοτε κεφαλαίου. Οταν το 2013 αποφασίστηκε η διάσωση των κυπριακών τραπεζών με τη χρήση ίδιων κεφαλαίων, κλήθηκαν οι Ρώσοι μεγαλοκαταθέτες τους να επωμιστούν το ήμισυ του κόστους.
Ωστόσο δεν εγκατέλειψαν την Κύπρο. Το πρώτο εννεάμηνο του 2016 οι ρωσικές επενδύσεις στο νησί ήταν 50% υψηλότερες εν συγκρίσει με το 2015, σύμφωνα με την Τράπεζα της Ρωσίας. Από το 2017 και μετά εντάθηκαν οι πιέσεις των ΗΠΑ προς την Κύπρο. Ως απάντηση, η κεντρική τράπεζα της Κύπρου έκλεισε εταιρείες-βιτρίνες και έδωσε εντολή στις τράπεζες να κάνουν συνεντεύξεις με τους καταθέτες τους και να τους ζητούν φορολογικά πιστοποιητικά. Πολλοί, που δεν πληρούσαν τα κριτήρια, είδαν τους λογαριασμούς τους να δεσμεύονται. Μεταξύ αυτών και ο Πολ Μάναφορτ, πρώην επικεφαλής της προεκλογικής εκστρατείας Τραμπ. Ο κ. Μάναφορτ χρησιμοποιούσε τις κυπριακές τράπεζες για να λαμβάνει χρήματα από δραστηριότητές του στην Ουκρανία και από τον πρώην συνεργάτη του Ρώσου μεγιστάνα Ολεγκ Ντεριπάσκα. Και ο νυν υπουργός Εμπορίου των ΗΠΑ Γουίλμπουρ Ρος επένδυσε στην Τράπεζα της Κύπρου. Στο Δ.Σ. της τράπεζας ήταν και ο πρώην πράκτορας της ΚGB, Βλαντιμίρ Στροζχαλκόφσκι. Το 2017 ο Γουίλμπουρ Ρος ανέλαβε το υπουργείο Εμπορίου των ΗΠΑ, αποχώρησε από την Τράπεζα και οι πιέσεις της Ουάσιγκτον προς την Κύπρο για την πάταξη του ξεπλύματος εντάθηκαν.
«Χρυσή βίζα» σε 1.685 ξένους παραχώρησε η Λευκωσία σε 10 χρόνια
Eνα από τα πιο νομιμοφανή εργαλεία για την κίνηση κεφαλαίων, ενίοτε αμφιλεγόμενης προέλευσης, είναι τα προγράμματα «χρυσής βίζας», όπως αυτό της Κύπρου. Συνολικά, σε όλον τον κόσμο, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, έχουν θεσπιστεί 20 τέτοια προγράμματα. Τα δεκατρία από αυτά σε ευρωπαϊκές χώρες. Η Κύπρος, η Αυστρία και η Μάλτα προσφέρουν και πρόγραμμα άδειας παραμονής και παροχής ευρωπαϊκής υπηκοότητας.Το βασικότερο στοιχείο αυτών των προγραμμάτων είναι ότι, χωρίς ενδελεχείς ελέγχους και αυστηρές προδιαγραφές, αλλοδαποί αποκτούν άδεια παραμονής αλλά και ευρωπαϊκή υπηκοότητα.
Στο πλαίσιο έρευνας της Διεθνούς Διαφάνειας για τα προγράμματα «χρυσής βίζας», αναφέρεται ότι στην περίπτωση της Ουγγαρίας τα έσοδα από το εν λόγω πρόγραμμα δεν κατευθύνθηκαν στην οικονομία της χώρας αλλά σε φορολογικούς παραδείσους. Στην Κύπρο, αλλά και σε άλλες χώρες υπάρχει μυστικοπάθεια σχετικά με το ποιοι είναι οι αποδέκτες της «χρυσής βίζας». «Η υπηκοότητα και η άδεια παραμονής αποτελούν τα πιο πολύτιμα δώρα μιας χώρας σε ένα άτομο. Δυστυχώς, όμως, ορισμένα από τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. που ερευνήσαμε δεν προβαίνουν ούτε στους ελάχιστους ελέγχους, που ακόμα και οποιαδήποτε τράπεζα οφείλει να κάνει για το “πόθεν έσχες” των ζάπλουτων πελατών της», επισημαίνει ο Κάσι Κέλσο, διευθυντής της Διεθνούς Διαφάνειας. Στην Κύπρο ζητείται από όσους ενδιαφέρονται να αποκτήσουν «χρυσή βίζα» να επενδύσουν 2 εκατ. ευρώ σε ακίνητα ή 2,5 εκατ. ευρώ σε κρατικά ομόλογα ή εταιρείες.
Από το 2008 και μέχρι το πρώτο τρίμηνο του 2018, η Κύπρος είχε παραχωρήσει υπηκοότητα σε 1.685 αλλοδαπούς (Ρώσους, Κινέζους, Σαουδάραβες, Ιρανούς κ.ά.) και σε 1.651 μέλη των οικογενειών τους. Τα συνολικά έσοδα για την Κύπρο από τη «χρυσή βίζα» εκτιμώνται σε 4,5 δισ. δολάρια. Μεταξύ των ξένων που έχουν λάβει κυπριακή βίζα συγκαταλέγονται δύο πολυεκατομμυριούχοι Ρώσοι, ο μεγιστάνας του αλουμινίου Ολεγκ Ντεριπάσκα και ο Βίκτορ Βέξελμπεργκ, μεγαλομέτοχος της Τράπεζας Κύπρου – αν και ο τελευταίος το αρνείται κατηγορηματικά.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα Ρώσου επενδυτή στο οποίο αναφέρεται η εφημερίδα Independent. Αρχικά, μετέφερε εκτός Ρωσίας την περιουσία του και την τοποθέτησε σε εικονική εταιρεία στην Ολλανδία. Μετά αναζήτησε την καλύτερη ευκαιρία για να αποκτήσει τη δεύτερη υπηκοότητά του. Μεταξύ Μάλτας και Κύπρου προτίμησε τη δεύτερη, επειδή οι διαδικασίες για έκδοση «χρυσής βίζας» εκεί είναι ταχύτερες. Τον Αύγουστο του 2016 αγόρασε δύο βίλες στη Λευκωσία αντί 5 εκατ. ευρώ, και τον Δεκέμβριο απέκτησε κυπριακό διαβατήριο. Δηλαδή ανεμπόδιστη πρόσβαση σε 147 χώρες. Πέρυσι ο Ρώσος επενδυτής μετέφερε την ολλανδική εταιρεία του στην Κύπρο για φορολογικούς λόγους.
Πηγή: kathimerini.gr