Αριστεία στην επιστημονική έρευνα, αλλά κάτω από τη βάση σε πατέντες
Εάν η Ελλάδα διεκδικούσε πατέντα για κάτι, θα ήταν σίγουρα για το… παράδοξο. Στην πρόσφατη έκθεση ανταγωνιστικότητας του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ η Ελλάδα εμφανίζεται να καταλαμβάνει την 30ή θέση μεταξύ 140 χωρών σε ό,τι αφορά τις επιστημονικές δημοσιεύσεις, συγκεντρώνοντας μάλιστα υψηλή βαθμολογία, 89,2 με άριστα το 100.
Την ίδια ώρα, ωστόσο, η βαθμολογία που λαμβάνει η χώρα ως προς τον αριθμό αιτήσεων για κατοχύρωση ευρεσιτεχνίας –κοινώς πατέντες– είναι κάτω από τη βάση, 43,2. Πώς εξηγείται αυτό; Είναι στην πραγματικότητα απόρροια του κενού που υπάρχει ανάμεσα στην έρευνα και στις επιχειρήσεις, με συνέπεια ούτε η έρευνα να αποκτά προστιθέμενη αξία από την εμπορική αξιοποίηση των πρωτότυπων ευρημάτων της ούτε οι επιχειρήσεις να παράγουν προϊόντα επίσης υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Δεν κατοχυρώνονται
Πέρα από την ιδεοληψία που επί δεκαετίες επικρατούσε στα ελληνικά πανεπιστήμια και ερευνητικά κέντρα περί «εμπορευματοποίησης της μόρφωσης και των ιδεών», υπάρχει ένας ακόμη λόγος για το κενό αυτό. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Οργανισμού Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ) που προέρχονται από τη βάση δεδομένων του και πρώτη φορά έγινε στατιστική τους επεξεργασία, το 82% των αιτήσεων για κατοχύρωση πατέντας που κατατίθενται στην Ελλάδα προέρχεται από ιδιώτες, ενώ οι αιτήσεις από επιχειρήσεις αποτελούν μόλις το 16%. Ακόμη πιο χαμηλό είναι το ποσοστό που προέρχεται από πανεπιστήμια (1%) και ερευνητικά κέντρα (1%). Τα στοιχεία αυτά παρουσιάστηκαν από τον γενικό διευθυντή του ΟΒΙ δρα Ιωάννη Καπλάνη, στο πλαίσιο συνεδρίου που πραγματοποιήθηκε την Πέμπτη και την Παρασκευή στην Αθήνα.
Τα παραπάνω στοιχεία περιλαμβάνουν μία ακόμη πρωτοτυπία. Σημαντικός αριθμός των ιδιωτών που καταθέτουν αίτηση για κατοχύρωση της ευρεσιτεχνίας τους δεν είναι κάποιοι τύποι σε ένα γκαράζ ή σε ένα αυτοσχέδιο εργαστήριο που κάνουν μία εφεύρεση. Οπως επισημαίνει ο κ. Καπλάνης, μιλώντας στην «Κ», αρκετοί είναι καθηγητές – ερευνητές πανεπιστημιακών ιδρυμάτων και ινστιτούτων που χρησιμοποιούν τις υποδομές των ΑΕΙ και των ερευνητικών κέντρων –υποδομές δημόσιες– αλλά στη συνέχεια καταθέτουν τις αιτήσεις για πατέντες ως ιδιώτες, προκειμένου να αποκτήσουν το 100% των δικαιωμάτων. Σύμφωνα με την υφιστάμενη νομοθεσία, όταν η αίτηση κατατίθεται από το ερευνητικό κέντρο αυτό κρατά το 40% των δικαιωμάτων και το 60% ο εφευρέτης.
Η πρακτική αυτή –της κατοχύρωσης της πατέντας ως ιδιώτης– περιορίζει στην πραγματικότητα τις δυνατότητες της εμπορικής αξιοποίησής της. Δύσκολα, δε, ο ιδιώτης-εφευρέτης προχωρεί στην κατοχύρωση της ευρεσιτεχνίας του πέραν των ελληνικών συνόρων, έτσι ώστε αυτή να αξιοποιηθεί πιθανώς από κάποια μεγάλη εταιρεία. Το κόστος κατοχύρωσης στην Ελλάδα είναι περί τα 350 ευρώ, ενώ στην Ευρώπη είναι πολλαπλάσιο, κατά μέσον όρο στα 5.000 ευρώ. Για τον λόγο αυτό, άλλωστε, μόλις το 10% περίπου των αιτήσεων που γίνονται στην Ελλάδα προχωρεί και σε αίτηση για κατοχύρωση σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο.
Υψηλότεροι μισθοί
Η ύπαρξη πολλών επιχειρήσεων εντάσεως διανοητικής ιδιοκτησίας σημαίνει ενίσχυση του ΑΕΠ, της απασχόλησης και υψηλότερους μισθούς. Ο μέσος μισθός σε ευρωπαϊκό επίπεδο σε μία επιχείρηση εντάσεως διανοητικής ιδιοκτησίας είναι 776 ευρώ, έναντι 530 ευρώ σε μια εταιρεία που δεν έχει αυτό το χαρακτηριστικό. Ειδικά οι πατέντες (που αποτελούν μία μόνο από τις κατηγορίες δικαιωμάτων διανοητικής ιδιοκτησίας) ενώ στην Ε.Ε. συμβάλλουν σε ποσοστό 10% στην απασχόληση και 15% στο ΑΕΠ, στην Ελλάδα τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 6,9%. Σε μία προσπάθεια εκσυγχρονισμού του συστήματος διανοητικής ιδιοκτησίας στην Ελλάδα το υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης, με πρωτοβουλία κυρίως του αναπληρωτή υπουργού κ. Στέργιου Πιτσιόρλα, θα προχωρήσει το αμέσως προσεχές διάστημα στις ακόλουθες νομοθετικές ρυθμίσεις:
• Σύσταση εθνικού συμβουλίου διανοητικής ιδιοκτησίας προκειμένου να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο του πολυκερματισμού αρμοδιοτήτων σε διάφορα υπουργεία (Οικονομίας, Παιδείας, Αγροτικής Ανάπτυξης). Θα αναλάβει τον συντονισμό των δράσεων βιομηχανικής και πνευματικής ιδιοκτησίας στην Ελλάδα και τη δημιουργία μιας ενιαίας εθνικής πολιτικής διανοητικής ιδιοκτησίας.
• Ψηφιοποίηση των συναλλαγών με τον Οργανισμό Βιομηχανικής Ιδιοκτησίας (ΟΒΙ), όπως: ηλεκτρονική κατάθεση αιτήσεων και πληρωμή τελών για τη χορήγηση κάθε είδους τίτλων και πιστοποιητικών βιομηχανικής ιδιοκτησίας, ηλεκτρονική κατάθεση όλων των ειδών τίτλων βιομηχανικής ιδιοκτησίας.
• Επικαιροποίηση του θεσμικού πλαισίου για τη χορήγηση των υποχρεωτικών αδειών εκμετάλλευσης διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας.
• Θέσπιση δυνατότητας ανοιχτών αδειών εκμετάλλευσης ευρεσιτεχνίας.
• Καθιέρωση της δυνατότητας σύστασης κοινοπραξιών εκμετάλλευσης τεχνολογίας.
Πηγή: kathimerini.gr