Απερρίφθη ο προϋπολογισμός της Ιταλίας από την Κομισιόν
Το χρονικό μιας προαναγγελθείσας σύγκρουσης, που θα μπορούσε, στη χειρότερη των περιπτώσεων, να αναζωπυρώσει την κρίση δημοσίου χρέους της Ευρωζώνης, εξελίσσεται από χθες μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της ιταλικής κυβέρνησης. Η Κομισιόν απέρριψε, για πρώτη φορά στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το προσχέδιο προϋπολογισμού ενός κράτους-μέλους, απαιτώντας από τη Ρώμη να υποβάλει νέο προσχέδιο εντός τριών εβδομάδων.
Ο Βάλντις Ντομπρόβσκις, αντιπρόεδρος της Κομισιόν αρμόδιος για το ευρώ, δήλωσε χθες πως η Επιτροπή «δεν είχε άλλη επιλογή» από το να απαιτήσει αλλαγές στο προσχέδιο του ιταλικού προϋπολογισμού για το 2019, ο οποίος προβλέπει δημοσιονομικό έλλειμμα ύψους 2,4% του ΑΕΠ. Την περασμένη εβδομάδα η ιταλική κυβέρνηση συνεργασίας είχε αγνοήσει την προειδοποίηση των Βρυξελλών πως στοχεύοντας σε υψηλότερο δημοσιονομικό έλλειμμα παραβιάζει τους ευρωπαϊκούς κανόνες και αθετεί τις δεσμεύσεις που είχε αναλάβει η προηγούμενη κυβέρνηση απέναντι στο Eurogroup. «Η ιταλική κυβέρνηση αθετεί ανοικτά και συνειδητά τις δεσμεύσεις που είχε κάνει», είπε από το Στρασβούργο ο κ. Ντομπρόβσκις.
Η προηγούμενη κυβέρνηση του Δημοκρατικού Κόμματος με πρωθυπουργό τον Πάολο Τζεντιλόνι έχει δεσμευτεί πως θα μείωνε το 2019 το δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας στο 0,8% του ΑΕΠ, από 1,6% όπου αναμένεται να διαμορφωθεί το 2018. Τώρα η κυβέρνηση συνεργασίας του Κινήματος 5 Αστέρων και της Λέγκας καλείται να στείλει νέο προσχέδιο που να περιλαμβάνει μέτρα που θα οδηγήσουν σε μείωση του διαρθρωτικού ελλείμματος (δεν περιλαμβάνει εφάπαξ έσοδα ή έξοδο και την επίπτωση του οικονομικού κύκλου) κατά 0,6 μονάδες του ΑΕΠ και όχι σε αύξησή του κατά 0,8 μονάδες του ΑΕΠ. Ο Ντομπρόβσκις και ο Πιερ Μοσκοβισί, επίτροπος Οικονομικών Υποθέσεων, κάλεσαν την ιταλική κυβέρνηση να αρχίσει αμέσως διάλογο με τις Βρυξέλλες για την αναθεώρηση του προσχεδίου του προϋπολογισμού. «Ας δώσουμε μια ευκαιρία στον διάλογο. Πήραμε μια σαφή και σταθερή απόφαση σήμερα, αλλά η πόρτα μας παραμένει ανοικτή», είπε χθες ο Μοσκοβισί.
Οι ηγέτες της ευρωσκεπτικιστικής ιταλικής κυβέρνησης συνασπισμού δήλωσαν χθες πως δεν πρόκειται να υποχωρήσουν, πρόθεση που αν επαληθευτεί, θα οδηγήσει σε κλιμάκωση της αντιπαράθεσης και πιθανώς θα ανοίξει τον δρόμο για την επιβολή προστίμου ύψους 0,2% του ιταλικού ΑΕΠ. «Αυτός είναι ο πρώτος ιταλικός προϋπολογισμός που δεν αρέσει στην Ε.Ε. Δεν μου προκαλεί έκπληξη. Αυτός είναι ο πρώτος ιταλικός προϋπολογισμός που γράφτηκε στη Ρώμη και όχι στις Βρυξέλλες», έγραψε στο Facebook ο Λουίτζι ντι Μάιο, ηγέτης του Κινήματος 5 Αστέρων και αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης. «Οπότε, δεν θα εγκαταλείψουμε. Γνωρίζουμε πως είμαστε στον σωστό δρόμο. Και έτσι δεν θα σταματήσουμε», πρόσθεσε. Ο Ματέο Σαλβίνι, ηγέτης της ακροδεξιάς Λέγκας και έτερος αντιπρόεδρος της ιταλικής κυβέρνησης, είπε πως οι Βρυξέλλες δεν «επιτίθενται σε μια κυβέρνηση, αλλά σε έναν λαό». Η εξέλιξη οδήγησε σε αύξηση της απόδοσης του ιταλικού δεκαετούς ομολόγου κατά 11 μονάδες βάσης στο 3,59%.
Χωρίς εναλλακτικό σχέδιο
Λίγη ώρα προτού ανακοινώσει η Κομισιόν την απόφασή της, ο Ιταλός πρωθυπουργός Τζουζέπε Κόντε δήλωσε στην τηλεόραση του Bloomberg πως η κυβέρνησή του δεν διαθέτει «εναλλακτικό σχέδιο» για τον προϋπολογισμό του 2019 και πως είναι πρόθυμος να εξηγήσει στους Ευρωπαίους επιτρόπους τη λογική του προϋπολογισμού. Αφησε να εννοηθεί πως η κυβέρνηση θα μπορούσε να αλλάξει κάποια στοιχεία του προϋπολογισμού, αλλά όχι το ύψος των δημοσιονομικών δαπανών. Αν του ζητηθεί από τις Βρυξέλλες να προχωρήσει σε ουσιαστικές αλλαγές, «θα μου είναι δύσκολο διότι δεν μπορώ να το αποδεχτώ», είπε. Η Ρώμη υποστηρίζει ότι θα λάβει διορθωτικά μέτρα αν διαπιστώσει πως κινδυνεύει να χάσει εντελώς τους στόχους για το έλλειμμα και το δημόσιο χρέος. Κάτι ανάλογο έχει υποστηρίξει και ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών Τζοβάνι Τρία, ο οποίος επιχειρηματολογεί πως πρέπει να ακολουθήσει αντικυκλική πολιτική την ώρα που επιβραδύνεται η ιταλική ανάπτυξη, ώστε να πετύχει μείωση της αναλογίας χρέους προς ΑΕΠ χάρη στην ενίσχυση του ρυθμού ανάπτυξης. Το αν θα μπορούσε αυτή η πρόταση να αποτελέσει βάση για συμβιβασμό των δύο πλευρών είναι αμφίβολο.
Πηγή: kathimerini.gr