Η τουρκική τράπεζα άφησε αμετάβλητα τα επιτόκια
Κωφεύοντας στις εκκλήσεις των επενδυτών και διαψεύδοντας τις εκτιμήσεις των οικονομικών αναλυτών, η Τράπεζα της Τουρκίας διατήρησε χθες αμετάβλητα τα επιτόκια της τουρκικής λίρας στο 17,75%, οδηγώντας σε νέα υποχώρηση το νόμισμα της χώρας. Η απόφαση τείνει να επιβεβαιώσει την ανησυχία που ενέπνευσε στην αγορά η ανάληψη του χαρτοφυλακίου των Οικονομικών από τον Μπεράτ Αλμπαϊράκ, γαμπρό του Ερντογάν. Δηλαδή ότι μέσω του Αλμπαϊράκ περιέρχεται πλήρως η οικονομική και νομισματική πολιτική στον έλεγχο του Τούρκου προέδρου. Με την ανάληψη των καθηκόντων του, ο Αλμπαϊράκ επιχείρησε να εμφανιστεί ως αξιόπιστος οικονομολόγος, ο οποίος θα εφαρμόσει συνετή νομισματική πολιτική για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό και να στηρίξει το νόμισμα. Ο Ταγίπ Ερντογάν, όμως, έχει αυτοπροσδιορισθεί ως «εχθρός των επιτοκίων». Ετσι, η απόφαση της κεντρικής τράπεζας κάθε άλλο παρά προοιωνίζεται θετικές εξελίξεις στο μέτωπο του πληθωρισμού αλλά και γενικότερα στην οικονομία της γειτονικής χώρας. Ο πληθωρισμός βρίσκεται ήδη στο 15,39%, σημειώνοντας τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 14 ετών. Παράλληλα, οι ανορθόδοξες οικονομικές θεωρίες του Τούρκου προέδρου ενδέχεται να εξωθήσουν το ξένο κεφάλαιο σε μαζική έξοδο από τη χώρα. Εγγενής παθογένεια της τουρκικής οικονομίας είναι, όμως, η μεγάλη εξάρτησή της από το ξένο κεφάλαιο, με το οποίο καλύπτει τα διαρκώς διευρυνόμενα ελλείμματά της. Μόλις έγινε γνωστή η απόφαση, η τουρκική λίρα πλησίασε τις πέντε λίρες έναντι ενός δολαρίου. Είχε ανακάμψει ελαφρώς τη Δευτέρα περίπου στις 4,76 λίρες έναντι ενός δολαρίου, καθώς είχαν επικρατήσει οι προσδοκίες για αύξηση των επιτοκίων.
Οι 15 από τους 16 οικονομολόγους που συμμετείχαν στην τελευταία σχετική δημοσκόπηση του Reuters είχαν προβλέψει αύξηση κατά 100 έως 125 μονάδες βάσης. Ομοίως, οι 19 από τους 23 οικονομολόγους που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του Bloomberg είχαν, επίσης, προβλέψει αύξηση των επιτοκίων κατά 100 μονάδες βάσης, στο 18,745%. Το νόμισμα της γειτονικής χώρας έχει χάσει περίπου το 20% της αξίας του έναντι του δολαρίου από την αρχή του έτους. Σύμφωνα με ορισμένους οικονομικούς αναλυτές της Aberdeen Standard Investments, που μίλησαν στο Bloomberg, η πτώση της λίρας είναι πιθανόν να φτάσει στο 25% και το νόμισμα να διολισθήσει στο ιστορικό χαμηλό ρεκόρ των έξι λιρών έναντι ενός δολαρίου, εφόσον παραμένει αμετάβλητο το κόστος του δανεισμού. «Είναι επισφαλής η απόφαση να μην αυξήσουν τα επιτόκια», σχολίασε ο Βίκτορ Ζάμπο, διαχειριστής κεφαλαίων στην Aberdeen Standard Investments, που θεωρεί αναγκαία μιαν αύξηση των επιτοκίων κατά τουλάχιστον 100 μονάδες βάσης. Πιθανολογεί έτσι την εκτίναξη του πληθωρισμού στο 20%. Σημειωτέον ότι η Τράπεζα της Τουρκίας έχει ήδη αυξήσει τα επιτόκια της λίρας κατά 500 μ.β. από τα τέλη Απριλίου.
Σε ό,τι αφορά τους επενδυτές, η Νόρα Νόιτμπουμ, οικονομολόγος της ABN Amro Group NV του Αμστερνταμ, προέβλεψε ότι η χθεσινή συνεδρίαση της κεντρικής τράπεζας θα ήταν «η τελευταία εύθραυστη ελπίδα πως, παρά τις πολιτικές πιέσεις, η Τουρκία θα αυξήσει τα επιτόκια για να τιθασεύσει τον πληθωρισμό και να ανακόψει την πτώση της λίρας».
Ο Αλμπαϊράκ και οι επενδυτές
Η χθεσινή ήταν η πρώτη συνεδρίαση της κεντρικής τράπεζας μετά τις εκλογές του Ιουνίου, την αλλαγή του πολιτεύματος της Τουρκίας σε προεδρική δημοκρατία και τη συγκέντρωση υπερεξουσιών στα χέρια του Ταγίπ Ερντογάν. Ως εκ τούτου, ήταν ενδεικτική και η πρώτη απόφαση νομισματικής πολιτικής στις νέες πολιτικές συνθήκες. Οι επενδυτές παρακολουθούν πολύ προσεκτικά την κατεύθυνση που θα πάρει η οικονομική και η νομισματική πολιτική στην Τουρκία, καθώς το υψηλό έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και ο διψήφιος πληθωρισμός εγκυμονούν κίνδυνο υπερθέρμανσης της τουρκικής οικονομίας και ανώμαλης προσγείωσής της. Οι επενδυτές ήταν το ακροατήριο στο οποίο απευθυνόταν στην πραγματικότητα ο νέος υπουργός Οικονομικών Μπεράτ Αλμπαϊράκ στη συνάντηση του G20 στην Αργεντινή. Αναφέρθηκε στο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας και το απέδωσε σε εγγενείς παράγοντες της τουρκικής οικονομίας. Προσέθεσε, όμως, ότι σχετίζεται και με τη γενική αντίληψη που επικρατεί για τη χώρα, και υποσχέθηκε ότι η Τουρκία θα είναι, εφεξής, πολύ πιο ελκυστική για τους επενδυτές και πως η οικονομική πολιτική στην Τουρκία θα στοχεύει στις αρμονικές σχέσεις με τις δυνάμεις της αγοράς.
Πηγή: kathimerini.gr