Παράθυρο επίσπευσης μείωσης αφορολογήτου
Σε αναθεώρηση προς τα πάνω των προβλέψεών του για τις δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδος το 2017 και το 2018 προχώρησε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, διατηρώντας, ωστόσο, απόσταση (0,6% του ΑΕΠ) από την πρόβλεψη της Κομισιόν και της κυβέρνησης για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ φέτος και αφήνοντας έτσι να αιωρείται το ερώτημα αν θα πιέσει για την επίσπευση της μείωσης του αφορολογήτου από το 2019.
Εκπρόσωπος του Ταμείου που ρωτήθηκε σχετικά παρέπεμψε για τη σχετική απόφαση στον Ιούνιο. «Θα αξιολογήσουμε τον Ιούνιο τη δημοσιονομική κατάσταση και τις πολιτικές που χρειάζονται για την επίτευξη του στόχου του 3,5% του ΑΕΠ με βιώσιμο και φιλικό προς την ανάπτυξη τρόπο, με βάση τα στοιχεία που θα είναι διαθέσιμα τότε», είπε.
Το υψηλότερο πρωτογενές πλεόνασμα, επισημαίνουν στο ΔΝΤ, είναι η άλλη όψη της χαμηλότερης ανάπτυξης, η οποία αποτυπώθηκε στην έκθεση World Economic Outlook, μία ημέρα πριν. Εκπρόσωπος του Ταμείου ανέφερε στην «Κ» ότι «τα δύο είναι τελείως συνδεδεμένα. Η επίτευξη των υψηλότερων πρωτογενών πλεονασμάτων ήρθε μέσω της συρρίκνωσης των δαπανών». Συγκεκριμένα, τόνισε ότι «η ανάπτυξη της Ελλάδας μειώθηκε λόγω της συρρίκνωσης των δημοσίων δαπανών», ενώ η ιδιωτική κατανάλωση αυξήθηκε οριακά.
To ΔΝΤ αύξησε τις προβλέψεις του για το πρωτογενές πλεόνασμα το 2017 στο 3,7% του ΑΕΠ από μόλις 1,7% που έβλεπε πριν από έξι μήνες, ενώ για το 2018 προβλέπει πλέον 2,9% του ΑΕΠ, από 2,2% στην προηγούμενη έκθεσή του. Αυτό το ποσοστό, ωστόσο, παραμένει χαμηλότερο από το 3,5%, που είναι ο στόχος του προγράμματος του ESM. Τη Δευτέρα το ΔΝΤ μείωσε τις εκτιμήσεις του για την ανάπτυξη στην Ελλάδα στο 1,4% από 1,8% για το 2017, ενώ για το 2018 προβλέπει πλέον 2%, από 2,6% πριν από έξι μήνες.
Ερωτώμενος για τη μεγάλη διόρθωση, ο διευθυντής του Δημοσιονομικού Τμήματος του ΔΝΤ Βίτορ Γκασπάρ τόνισε ότι, αν και οι πρόσφατες τάσεις στην ελληνική οικονομία είναι ευνοϊκές και η κατάσταση και οι προοπτικές έχουν βελτιωθεί, «η θέση του ΔΝΤ για τις μελλοντικές πολιτικές σχετικά με την Ελλάδα δεν έχει αλλάξει». Οπως τόνισε χθες ο επικεφαλής οικονομολόγος (του ΔΝΤ), «επιμένουμε στην απαραίτητη ισορροπία πολιτικών στην Ελλάδα και ελάφρυνσης του χρέους, και θεωρούμε ότι ένας συνδυασμός δημοσιονομικής προσαρμογής, διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και ελάφρυνσης του χρέους είναι θεμελιώδης για να μπει η Ελλάδα σε μια οδό βιώσιμης ανάπτυξης».
Σύμφωνα με εκτιμήσεις αναλυτών, το γεγονός ότι πλέον οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ προσεγγίζουν εκείνες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το πλεόνασμα θα μπορούσε να συμβάλει στην προσέγγιση ΔΝΤ και Ευρωπαίων στο ζήτημα της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους. Σίγουρα αναμένεται να διευκολύνει τις συζητήσεις κατά τη συνάντηση του Washington Group που αναμένεται να πραγματοποιηθεί αύριο.
Από το 2019 μέχρι το 2022 το ΔΝΤ ακολουθεί τους στόχους του ευρωπαϊκού προγράμματος, προβλέποντας πρωτογενές πλεόνασμα 3,5%, ενώ στη συνέχεια αναμένει την υποχώρησή του στο 1,5% του ΑΕΠ, διαφοροποιούμενο σημαντικά από τους υψηλότερους στόχους της Κομισιόν (σταδιακή υποχώρηση έως το επίπεδο του 2%).
Σε non paper η κυβέρνηση υποστηρίζει ότι δεν υφίσταται θέμα νέων μέτρων, κατηγορεί τα ΜΜΕ ότι βλέπουν στον ύπνο τους ιστορίες καταστροφής, ενώ τονίζει ότι οι εκτιμήσεις του ΔΝΤ υπήρξαν διαχρονικά ανακριβείς και τα τελευταία τρία χρόνια ήταν πολύ κατώτερες από τα πραγματικά αποτελέσματα.
Σενάριο παράτασης του προγράμματος
Το ενδεχόμενο παράτασης του προγράμματος, πέραν του Αυγούστου, επαναφέρει με δημοσίευμά της η εφημερίδα Sueddeutsche Zeitung. Eπικαλούμενη αποκλειστικές πληροφορίες, η εφημερίδα αναφέρει ότι ο λόγος είναι πως για πολλοστή φορά η ελληνική κυβέρνηση χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να υλοποιήσει τις μεταρρυθμιστικές υποχρεώσεις της. Επιπροσθέτως, σημειώνει, το ΔΝΤ πρέπει να αποφασίσει οριστικά αν θα συμμετάσχει στο πρόγραμμα, κάτι που θα εξαρτηθεί από την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, την οποία θα αποφασίσουν οι Ευρωπαίοι.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, δεν θεωρείται πλέον πιθανό να επιτευχθεί μια συμφωνία για το χρέος εντός του Mαΐου ώστε να ανοίξει ο δρόμος για τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα. Αντίθετα, πιθανότερο θεωρείται να παραταθούν οι διαπραγματεύσεις έως τον Ιούνιο. Κάτι που ενδέχεται να οδηγήσει σε επιμήκυνση της ισχύος του τρέχοντος προγράμματος.
Οι δανειστές, εξάλλου, ζητούν αυστηρότερη επιτήρηση της Ελλάδας μετά το τέλος του προγράμματος, σε σύγκριση με την Ιρλανδία ή την Πορτογαλία. Μόνο που σε αυτό αντιτίθεται η Αθήνα, σημειώνεται, με την επισήμανση ότι ο Ελληνας πρωθυπουργός θέλει ολοκλήρωση του προγράμματος και «επιστροφή στην ελευθερία». Αντίθετα, οι δανειστές θεωρούν ότι η Αθήνα πρέπει να δεχθεί αυστηρή επιτήρηση.
Πηγή: kathimerini.gr