Με περικοπές κοινωνικών παροχών το υπερπλεόνασμα του 2017
Το πρωτογενές πλεόνασμα του 2017 ενδέχεται να έχει ξεπεράσει το 3,5% του ΑΕΠ, αναφέρει στο χθεσινό τριμηνιαίο δελτίο του το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο, επιβεβαιώνοντας ότι το υπερπλεόνασμα του περασμένου χρόνου ήταν τελικά μεγαλύτερο από αυτό που εκτιμούσαν κυβέρνηση και θεσμοί προ τριμήνου, όταν δόθηκε το κοινωνικό μέρισμα. Εφόσον επιβεβαιωθεί η εκτίμηση αυτή του Συμβουλίου, ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ στην περίοδο 2018-2022 θα έχει ήδη επιτευχθεί δεύτερη συνεχή χρονιά (το 2016 ήταν 3,7% του ΑΕΠ). Κάτι που θα χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση ως επιχείρημα για να αποτρέψει τις πιέσεις του ΔΝΤ για πρόωρη εφαρμογή του αφορολογήτου από 1/1/2019.
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο επιβεβαιώνει εξάλλου ότι το υπερπλεόνασμα είναι αποτέλεσμα περικοπών δαπανών, που αντιστάθμισαν τη μείωση των εσόδων και μάλιστα κατονομάζει τις δαπάνες για κοινωνικές παροχές μεταξύ αυτών που υπέστησαν τη μεγαλύτερη μείωση.
Με άλλα λόγια, η κυβέρνηση μοίρασε, μέσω του κοινωνικού μερίσματος, κεφάλαια που είχαν περικοπεί από τις κοινωνικές παροχές. Οι Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης, σημειώνει, κατέγραψαν πολύ υψηλότερο πλεόνασμα από το προβλεπόμενο στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού 2018.
Εξάλλου, το Συμβούλιο, του οποίου πρόεδρος είναι ο κ. Παναγιώτης Κορλίρας, επισημαίνει τον προβληματισμό του για τη σχεδόν μηδενική συμβολή της ιδιωτικής κατανάλωσης στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 1,4% το 2017, «γεγονός που συνδέεται με την πίεση που ασκούν στα νοικοκυριά οι ασφαλιστικές και φορολογικές τους υποχρεώσεις». «Δεδομένου ότι η ιδιωτική κατανάλωση αποτελεί σχεδόν το 70% του ΑΕΠ», επισημαίνει το δελτίο, «είναι αναγκαία η ανάκαμψή της για να επιτευχθούν ακόμη υψηλότεροι ρυθμοί μεγέθυνσης στο μέλλον». Από την άλλη, σημειώνει ως σημαντική την αύξηση των επενδύσεων κατά 9,6% τι 2017.
Εν τω μεταξύ, η Τράπεζα Πειραιώς προέβλεψε χθες ρυθμό ανάπτυξης 2,1% για το 2018, αρκετά χαμηλότερο από το 2,5% που προβλέπει ο προϋπολογισμός. Είχε προηγηθεί η Εθνική με πρόβλεψη για 2%.
Στην έκδοσή της για την ελληνική οικονομία, η τράπεζα, της οποίας επικεφαλής οικονομολόγος είναι ο Ηλίας Λεκκός, σημειώνει ότι μια ισχυρά δυναμική ανάπτυξη το 2ο εξάμηνο του 2018 θα είναι απαραίτητη προκειμένου η ελληνική οικονομία να μπορέσει να αντιμετωπίσει το νέο κύμα δημοσιονομικής λιτότητας (λόγω της περικοπής συντάξεων και αφορολογήτου το 2019-2020) χωρίς να επιστρέψει στην ύφεση.
Η επιτάχυνση των μεταρρυθμίσεων και η συνέχιση των ιδιωτικοποιήσεων θα ενισχύσουν την οικονομική ανάκαμψη, σημειώνεται.
Η τράπεζα προβλέπει, εξάλλου, ότι τα ελληνικά ομόλογα θα επιστρέψουν σε επενδυτική βαθμίδα το 2020, αν και εξακολουθούν να υφίστανται σοβαροί κίνδυνοι.
Πηγή: kathimerini.gr