Δασμοί Τραμπ στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου
Από την επόμενη κιόλας εβδομάδα θα εφαρμοστούν δασμοί στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου στις ΗΠΑ και θα ισχύσουν για πολύ καιρό, ανακοίνωσε χθες ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, έπειτα από συνάντηση που είχε με εκπροσώπους εταιρειών των παραπάνω κλάδων στον Λευκό Οίκο. Δασμοί 25% θα επιβληθούν σε όλες τις εισαγωγές χάλυβα και 10% στις εισαγωγές αλουμινίου, επιβεβαιώνοντας ανάρτηση του κ. Τραμπ νωρίτερα στο Twitter ότι θα ληφθούν μέτρα για «ελεύθερο, δίκαιο και έξυπνο εμπόριο».
Με αυτήν την κίνηση αναμένεται να επιδεινωθεί η αντιπαλότητα των δύο ισχυρότερων οικονομιών του κόσμου και να ενταθεί το κλίμα προστατευτισμού. Εδώ και καιρό, ο κ. Τραμπ είχε γνωστοποιήσει την πρόθεσή του να επιβάλει δασμούς, ενώ η Κίνα είχε αφήσει να εννοηθεί πως σε αυτήν την περίπτωση θα υπάρξουν αντίποινα. Ειδικότερα, το Πεκίνο κάνει λόγο για την πιθανότητα επιβολής δασμών στις εισαγωγές γεωργικών προϊόντων από τις ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί αγρότες είναι οι μεγαλύτεροι προμηθευτές σόγιας στην Κίνα, η οποία είναι η μεγαλύτερη παραγωγός χάλυβα στον κόσμο. Παρότι ο χάλυβας από την Κίνα καλύπτει μόνον το 2% των αμερικανικών εισαγωγών, η παραγωγή στη χώρα είναι τόσο μεγάλη που έχει οδηγήσει σε παγκόσμια υπερπροσφορά, με αποτέλεσμα οι τιμές να οδηγούνται σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα.
Οι δασμοί σε δύο από τα βασικότερα βιομηχανικά μέταλλα στοχεύουν, όπως επιχειρηματολογεί η αμερικανική κυβέρνηση, στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στην προστασία βιομηχανιών με στρατηγική σημασία για την εθνική ασφάλεια. Ομως, στοιχεία της Αμερικανικής Οικονομικής Ενωσης (American Economic Association) έδειξαν πως το εργατικό δυναμικό στον αμερικανικό χαλυβουργικό κλάδο έχει μειωθεί κατά τρία τέταρτα την περίοδο 1962-2005, λόγω της τεχνολογικής προόδου και όχι του ανταγωνισμού από το εξωτερικό. «Οπότε, ακόμη και αν ο προστατευτισμός στο εμπόριο οδηγήσει σε τόνωση της εγχώριας παραγωγής, η αύξηση στην απασχόληση θα είναι πολύ μικρότερη από την προσδοκώμενη», σημειώνεται σε μελέτη του ανεξάρτητου οικονομικού δικτύου Econofact.
Επιπτώσεις, παράλληλα, αναμένεται να υποστούν όλες οι αμερικανικές εταιρείες που εξαρτώνται από τον χάλυβα και το αλουμίνιο για την παραγωγή τους, εφόσον η επιβολή δασμών θα οδηγήσει σε αύξηση των δαπανών τους. Εκπρόσωποι εταιρειών σε διάφορους κλάδους από την παραγωγή εξαρτημάτων αυτοκινήτων, οικιακών συσκευών ή μηχανολογικού εξοπλισμού για πετρελαιοπηγές έχουν επισημάνει πως απασχολούν περίπου δύο εκατομμύρια άτομα. Θα ήταν ενδεχομένως επιβλαβή για την απασχόληση αυτά τα μέτρα εμπορικού προστατευτισμού.
«Από το παρελθόν έχουμε διδαχθεί πως αυτές οι μονομερείς κινήσεις δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για αντίποινα. Οι δασμοί στον χάλυβα που είχαν επιβληθεί επί Μπους εξέθεσαν τις αμερικανικές εξαγωγές πορτοκαλιών από τη Φλόριντα και υφασμάτων από τη Βόρεια Καρολίνα σε αντίποινα άλλων χωρών», αναφέρεται από την Econofact. To 2002, η κυβέρνηση του Τζορτζ Μπους είχε επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα, αλλά απέσυρε τα μέτρα ένα χρόνο μετά.
Αμεση αντίδραση Γιούνκερ
Αμεσες ήταν οι αντιδράσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, της Γερμανίας και της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ (Fed) στην απόφαση του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να επιβάλει δασμούς στις εισαγωγές χάλυβα και αλουμινίου στις ΗΠΑ. Συγκεκριμένα, ο πρόεδρος της Κομισιόν Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ δήλωσε ότι η Ε.Ε. θα απαντήσει αποφασιστικά στους δασμούς, προτείνοντας αντίμετρα μέσω του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). «Δεν θα μείνουμε άπραγοι όταν η βιομηχανία μας δέχεται άδικο χτύπημα και χιλιάδες θέσεις εργασίας κινδυνεύουν να χαθούν», δήλωσε ο κ. Γιούνκερ. Τον ΠΟΕ επικαλέστηκε και η Γερμανική Ενωση Χαλυβουργιών, τονίζοντας ότι η αμερικανική κυβέρνηση παραβιάζει τους κανόνες του. Ο πρόεδρος της Fed Τζερόμ Πάουελ υπενθύμισε το καθαρό οικονομικό όφελος για τη χώρα από την ελεύθερη διακίνηση αγαθών και υπηρεσιών, παρότι τα πλεονεκτήματα δεν κατανέμονται πάντοτε ισομερώς. Πιο επικριτικός, ο πρόεδρος της Fed Νέας Υόρκης Γουίλιαμ Ντάντλεϊ επισήμανε ότι «ο προστατευτισμός δεν είναι η απάντηση». Προειδοποίησε πως τέτοιας φύσεως μέτρα προκαλούν αντίποινα και πλήττουν τους εργαζομένους.
Πηγή: kathimerini.gr