Δάνεια σε βιώσιμες εταιρείες από τις εταιρείες διαχείρισης δανείων
Σύμφωνα με επικείμενη έκδοση πράξης του διοικητή της ΤτΕ οι εταιρείες διαχείρισης δανείων που πρόκειται να αδειοδοτηθούν, θα έχουν την δυνατότητα να παραχωρούν δάνεια τα οποία θα μπορούν να χρησιμοποιούν για την αναδιάρθρωση οφειλών επιχειρήσεων.
Όπως διευκρινίζεται σε δημοσίευμα της Καθημερινής, η δυνατότητα αναδιάρθρωσης οφειλών με την χορήγηση νέου δανείου δεν σημαίνει απαραίτητα οτι η εταιρεία διαχείρισης θα έχει εξαγοράσει το προς αναδιάρθρωση δάνειο από την τράπεζα που το έχει χορηγήσει. Η οφειλή μπορεί να παραμένει στην τράπεζα που όμως θα πρέπει να συναινέσει στην χορήγηση του νέου δανείου.
Το σημαντικό εδώ είναι οτι η διαδικασία αυτή θα επιτρέπει στην εταιρεία διαχείρισης να αποκτά ποσοστό στην υπό δανειακή αναδιάρθρωση εταιρεία.
Η διαδικασία αυτή θα αφορά κατά βάση μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις οι οποίες όμως θα χρειάζονται δανειακή αναδιάρθρωση αλλά θα έχουν παρ’ όλα αυτά κριθεί ως βιώσιμες και θα αφορά κυρίως εταιρείες οι οποίες έχουν πρόβλημα ρευστότητας το οποίο δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν με άλλα μέσα.
Όσο αφορά δε την προϋπόθεση συμφωνίας από την τράπεζα προέλευσης του δανείου για την εκ νέου χρηματοδότηση από την εταιρεία διαχείρισης διευκρινίζεται οτι έχει σαν στόχο να εμποδίσει την βίαιη αλλαγή ιδιοκτησίας εις βάρος των τραπεζών που ήδη έχουν μετοχική συμμετοχή στις εταιρείες αυτές.
Πάντως σύμφωνα με δημοσίευμα του «Κεφαλαίου” το Σάββατο 13/2 που αναφερόταν στην εν λόγω Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ, ο αρχικός νόμος για την λειτουργία των εταιρειών διαχείρισης που είχε εισηγηθεί η ΤτΕ σε συμφωνία με τον SSM διαφέρει ριζικά με την μορφή που ο σχετικός νόμος διαμορφώθηκε από το Υπ. Οικονομίας. Η διαφωνία μεταξύ της ΤτΕ και του Υπ. Οικονομίας κ. Σταθάκη κατά πως φαίνεται δεν έχει «καταλήξει” με την σχετική νομοθεσία, αλλά σύμφωνα με πληροφορίες του Capital.gr θα ακολουθήσουν αλλαγές στο πλαίσιο της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης.
Αναλυτικά, το δημοσίευμα του «Κεφαλαίου» ανέφερε τα εξής:
Τις επόμενες ημέρες η ΤτΕ πρόκειται να κυκλοφορήσει πράξη του διοικητή για το πώς θα λειτουργήσουν τα «εργαλεία» με τα οποία η κυβέρνηση έχει ορίσει τη διαχείριση της υπόθεσης των «κόκκινων» δανείων.
Πίσω από την «πράξη» αυτή, η οποία είναι αναγκαστικά προσαρμοσμένη στο νομοθετικό πλαίσιο που έχει προωθήσει ο υπ. Οικονομίας, κ. Σταθάκης, κρύβεται όμως μια –στα όρια του απόλυτου– ρήξη με την Τράπεζα της Ελλάδος, με άγνωστες προς το παρόν συνέπειες για τη συνέχεια της αξιολόγησης.
Το επίπεδο ρήξης έχει να κάνει με δύο σημεία:
– Η τελική διαμόρφωση του σχεδίου από το υπ. Οικονομίας έχει εισαγάγει ως βασικό όρο στην πώληση και διαχείριση δανείων το να είναι ο ίδιος εταιρικός φορέας αυτός που θα αγοράσει τα δάνεια με αυτόν που θα τα διαχειριστεί,
– Σε νομικό επίπεδο, φέρνει το νέο πλαίσιο σε ασυμβατότητα με τον παλιότερο νόμο, που επιτρέπει την τιτλοποίηση assets αυτής της ποιότητας.
Συγκεκριμένα, η κυβέρνηση φαίνεται να αγνόησε τελικά το σχέδιο πρότασης της ΤτΕ, το οποίο προέβλεπε τη δημιουργία εταιρειών ειδικού σκοπού, με αρμοδιότητα τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, χωρίς οι ίδιες εταιρείες να είναι υποχρεωμένες να έχουν την ιδιοκτησία των χαρτοφυλακίων αυτών.
Αυτό, όπως υποστηρίζεται αρμοδίως, είναι και το διεθνώς ισχύον μοντέλο, καθώς οι εταιρείες διαχείρισης εξειδικεύονται αποκλειστικά στη δραστηριότητα αυτή.
Το νέο καθεστώς υποχρεώνει είτε τις εταιρείες που θα αγοράσουν τα δάνεια να επεκταθούν στη δημιουργία κλάδου διαχείρισης είτε τις εταιρείες διαχείρισης να «αγοράσουν» πακέτα δανείων.
Τραπεζικοί κύκλοι υποστηρίζουν ότι οι δύο δραστηριότητες έτσι κι αλλιώς παραμένουν ανεξάρτητες στο πλαίσιο της αγοράς και κανείς σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπως το ελληνικό, δεν θα είχε λόγους να υπερβεί το «κατεστημένο» λειτουργίας τους για να «αγοράσει» και να «διαχειριστεί» ταυτόχρονα «κόκκινα» δάνεια από τις ελληνικές συστημικές τράπεζες. Το πλαίσιο αυτό ουσιαστικά, όπως υποστηρίζεται από τους τραπεζίτες, «αποθαρρύνει τη διαδικασία» πώλησης και διαχείρισης δανείων.
Ασύμβατη η τιτλοποίηση
Παράλληλα, νομικοί κύκλοι στην ΤτΕ επιμένουν ότι το πλαίσιο που έχει διαμορφώσει ο νόμος Σταθάκη έρχεται σε ασύμβατη θέση με τις προϋποθέσεις που υπάρχουν ήδη εδώ και αρκετά χρόνια για την τιτλοποίηση δανείων, εργαλείο που αποτελεί έναν από τους ελκυστικότερους συντελεστές προσέλκυσης αγοραστών ή διαχειριστών.
Η ασυμβατότητα αυτή, σύμφωνα με τους ίδιους κύκλους, θα μπορούσε ίσως να ξεπεραστεί, αλλά προς το παρόν παραμένει ως ένας αρνητικός παράγοντας, που θα επηρεάσει τη συζήτηση για την αξιολόγηση στο θέμα «κόκκινα δάνεια».
Όπως είναι γνωστό, ο κ. Σταθάκης έχει δώσει νέα παράταση στην απαγόρευση πλειστηριασμών ακινήτων μέχρι και τα μέσα Μαρτίου και, με χθεσινή τροπολογία, παρέτεινε τον χρόνο ένταξης στον Νόμο Κατσέλη μέχρι τα τέλη Μαΐου.
Αυτό, δηλαδή η παράταση για τους πλειστηριασμούς, κατά τους εμπλεκομένους στη διαπραγμάτευση, είναι και το τελευταίο χρονικό περιθώριο για διόρθωση και αποκατάσταση ενός λειτουργικού νομικού πλαισίου για την πώληση και διαχείριση των «κόκκινων» δανείων.
Αξιοσημείωτο, πάντως, είναι ότι, από την πλευρά της ΕΚΤ, ενώ έχουν διατυπωθεί σαφείς επιφυλάξεις για τον τρόπο που η κυβέρνηση έχει προωθήσει το νομικό πλαίσιο πώλησης-διαχείρισης «κόκκινων» δανείων…, διαφαίνεται ότι υπάρχει ετοιμότητα να συζητήσει για τη διατήρηση της πρώτης κατοικίας εκτός των ορίων απειλής πλειστηριασμών. Αντίθετα, δεν φαίνεται να υπάρχει περιθώριο για εξαίρεση δανείων που αφορούν μικρομεσαίους, καταναλωτικά κ.λπ.
Δεν περνάει το ιταλικό «μοντέλο»
Πληροφορίες του «Κ» αναφέρουν ότι από τις ευρωπαϊκές εποπτικές Αρχές, τόσο της ΕΚΤ (SSM) όσο και της Κομισιόν (DGComp), αποκλείεται το ενδεχόμενο για συζήτηση που να εμπλέκει την εφαρμογή του ιταλικού μοντέλου στο ελληνικό πρόβλημα «κόκκινων» δανείων. Το ιταλικό μοντέλο διαχείρισης της κρίσης των «κόκκινων» δανείων έπειτα από δύο χρόνια συζητήσεων έχει καταλήξει με την έγκριση της DGComp στη δημιουργία μιας bad bank, η οποία, όμως, θα πληρώνει το κόστος εξυπηρέτησης ασφαλίστρων έναντι χρεοστασίου του ομολόγου με το οποίο θα χρηματοδοτηθεί, αλλά με όρους αγοράς.
Για την Ελλάδα, όπως αναφέρεται αρμοδίως, ένα ανάλογο ενδεχόμενο δεν μπορεί να συζητηθεί, καθώς στην κατηγορία αυτή (στην Ιταλία) τα assets που θα χρησιμοποιηθούν ως μέσο χρηματοδότησης του project είναι όλα σε επίπεδο αξιολόγησης αποδεκτό από τις αγορές (investment grade rate), ενώ στην Ελλάδα παραμένουν σε επίπεδο εξαιρετικά χαμηλής και μη επενδυτικής αξιολόγησης. Και, καταπώς φαίνεται, η σχετική συζήτηση έχει κλείσει πριν καν… ανοίξει.
Πηγή: capital.gr