Αρχίζει το μεγάλο «πάρτι» των εξαγορών και συγχωνεύσεων στην Ελλάδα
Σε μια εκ βάθρων αναδιάταξη του επιχειρηματικού χάρτη της χώρας θα οδηγήσει η ενεργητική διαχείριση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων με τη συνδρομή των εξειδικευμένων ξένων funds.
Οι δράσεις τραπεζών και ξένων funds θα ξεκινήσουν από το πρώτο δίμηνο του νέου έτους, όταν θα δοθούν από την Τράπεζα της Ελλάδος οι πρώτες άδειες λειτουργίας εταιρειών διαχείρισης προβληματικών δανείων, και θα υλοποιηθούν σε βάθος χρόνου. Το αποτέλεσμα θα είναι μέσα στο 2016 να τεθούν οι βάσεις και να υπάρξουν τα πρώτα δείγματα γραφής στο νέο τοπίο του εγχώριου επιχειρείν, με γενναίο ξεκαθάρισμα όσων ομίλων βρίσκονται δανειοδοτικά «στο κόκκινο» σε βιώσιμους και μη βιώσιμους, συγκέντρωση και ανασύσταση όλων των επιχειρηματικών κλάδων και εισροή «φρέσκου» χρήματος για την επανεκκίνηση της οικονομίας.
Τι ζητούν οι τράπεζες
Όπως επισημαίνουν τραπεζίτες στο «Κεφάλαιο», οι προσπάθειες εξυγίανσης των επιχειρηματικών δανείων θα απαιτήσουν πρωτίστως τη συμμετοχή των επιχειρηματιών, οι οποίοι θα πρέπει να δείξουν ότι είναι διατεθειμένοι να «ρισκάρουν» κεφάλαιά τους. Ξεκινώντας από αυτήν τη βάση, οι τράπεζες θα προβούν σε «κουρέματα» οφειλών και ρυθμίσεις, ούτως ώστε τα δάνεια να ξαναγίνουν ενήμερα και βιώσιμα.
Kοινή στάση των τραπεζών είναι ότι θα πρέπει να βοηθηθούν επιχειρήσεις που έχουν προοπτική επιβίωσης και ανήκουν σε κλάδους καίριους για την ελληνική οικονομία. Σε αυτούς τους κλάδους πρωταγωνιστεί ο τουριστικός-ξενοδοχειακός, ο αγροτικός και βιοτεχνικός, που αποτελούν τον πρωτογενή τομέα της οικονομίας, οι εξαγωγικές επιχειρήσεις, αλλά και επιμέρους κλάδοι, όπως, λ.χ., των τηλεπικοινωνιών, της τεχνολογίας, της κυτιοποιείας (packaging) κ.ά.
Επομένως, στο επίκεντρο των κινήσεων τραπεζών και funds θα βρεθούν οι κλάδοι που είναι υπερχρεωμένοι, αλλά από αυτούς το προβάδισμα σε μια ευνοϊκότερη αντιμετώπισή θα έχουν παραγωγικοί κλάδοι, που αποτελούν τη ραχοκοκκαλιά της ελληνικής οικονομίας. Αυτές θα βοηθηθούν και, στην ουσία, οι εισροές κεφαλαίων που θα πραγματοποιηθούν σε βιώσιμες υπερχρεωμένες επιχειρήσεις θα αποτελέσουν τις πρώτες εισροές για την ανάκαμψη της οικονομίας, συνιστώντας, εμμέσως, και τις πρώτες άμεσες ξένες επενδύσεις.
Ομαδοποίηση δανείων
Το σκεπτικό για την αποτελεσματικότερη διαχείριση των προβληματικών δανείων εμπεριέχει ομαδοποίηση δανείων ανά κλάδο, καθώς, όπως έχει γράψει το «Κ», από το σύνολο των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων, που ανέρχονται σε 35-40 δισ. ευρώ, τα 25 δισ. ευρώ υπολογίζεται πως αφορούν κοινοπρακτικά δάνεια. Συνεπώς, για τα δάνεια αυτά θα πρέπει να δημιουργηθούν κοινοπρακτικά σχήματα με τη συμμετοχή ξένων και ελληνικών τραπεζών, τα οποία θα αναλάβουν τη διαχείριση προβληματικών κλάδων (π.χ., ξενοδοχεία).
Η κοινοπρακτική εταιρεία θα διαπραγματευθεί με τους ιδιοκτήτες τής κάθε υπερχρεωμένης επιχείρησης του κλάδου, με κριτήριο αφενός την προοπτική εμφάνισης λειτουργικών κερδών, αφετέρου την πρόθεση των ιδιοκτητών να συμμετάσχουν με κεφάλαια στην αναδιάρθρωσή. Αν η εταιρεία κρίνεται μη βιώσιμη και υπάρχει απροθυμία εκ μέρους των ιδιοκτητών της, τότε η επιχείρηση θα εκκαθαρίζεται, με στόχο την ανάκτηση όσο το δυνατόν περισσότερων κεφαλαίων για την τράπεζα (και προμήθειας διαχείρισης για το fund).
Διπλό «κανάλι»
Με βάση το νέο πλαίσιο διαχείρισης των «κόκκινων» δανείων, η κάθε τράπεζα θα εξειδικεύσει από το νέο έτος το πώς ακριβώς θα χρησιμοποιήσει τις επιλογές του πλαισίου με στόχο το βέλτιστο αποτέλεσμα: θα δημιουργήσει ξεχωριστό φορέα διαχείρισης σε συνεργασία με ξένο fund (joint venture), θα έχει σχέση αποκλειστικής συνεργασίας με την εταιρεία που θα ιδρύσει ξένο fund στην Ελλάδα ή θα επιλέξει να εκχωρήσει δάνεια σε funds που θα λειτουργήσουν αυτόνομα στην ελληνική αγορά;
Σε πρώτη φάση, φαίνεται ότι οι τράπεζες θα κινηθούν με διπλό μοντέλο διαχείρισης, δηλαδή θα προβούν στις όποιες συνεργασίες με τα funds, αλλά παράλληλα θα ενεργοποιήσουν πολύ περισσότερο τις εσωτερικές τους δομές διαχείρισης δανείων. Πρόκειται για ένα μοντέλο που, όπως αναφέρεται στο «Κ», θα λειτουργήσει κατά την επόμενη διετία, ώστε σταδιακά στο διάστημα αυτό να αυξάνεται ο όγκος των δανείων που θα περάσουν από το «κανάλι» των εσωτερικών μονάδων διαχείρισης των τραπεζών στο εξειδικευμένο «κανάλι» διαχείρισης των funds.
Η σταδιακή αυτή μεταβίβαση χαρτοφυλακίων απαιτείται για πολλούς λόγους. Κατ’ αρχάς, γιατί πρέπει να αποφασίσει η κάθε τράπεζα ποια δάνεια θα «διώχνει» από πάνω της: αυτά που είναι σε καθυστέρηση άνω των 90 ή άνω των 180 ημερών; Αναλόγως της στρατηγικής που θα επιλεγεί, θα απαιτηθούν και οι κατάλληλες πλατφόρμες διαχείρισης. Ενδεικτικά, αναφέρεται ότι για τη διαχείριση, π.χ., μη εξυπηρετούμενων δανείων 7-8 δισ. ευρώ, απαιτείται σχήμα 400 ατόμων προσωπικό και συγκεκριμένες μηχανογραφικές δομές.
O ρόλος της Nomura
Tην εκκίνηση, πάντως, για τα projects διαχείρισης δανείων θα δώσει η στοχοθεσία από τις εποπτικές Αρχές. Αυτό πρόκειται να γίνει από την ΤτΕ στο α’ τρίμηνο του νέου έτους, καθώς υπάρχει ήδη η μελέτη της BlackRock για την κατηγοριοποίηση των δανείων και τις αδυναμίες στη διαχείρισή τους. Με «χαρτογραφημένα» τα βιβλία των δανείων των τραπεζών, η ΤτΕ θα δώσει κατευθύνσεις για το πόσα δάνεια πρέπει να αναδιαρθρωθούν, θα παρακολουθεί την πορεία τους και, εφόσον αυτή δεν αποδίδει, οι τράπεζες θα υποχρεώνονται στην πώλησή τους.
«Οδηγός» για τη διαχείριση των «κόκκινων» επιχειρηματικών δανείων θα είναι και η εισήγηση της Nomura στο υπουργείο Οικονομικών, με την οποία ο οίκος προτείνει συμμετοχή ιδιωτών στο μετοχικό κεφάλαιο και τη διαχείριση των υπερχρεωμένων επιχειρήσεων. Στις περιπτώσεις αναδιάρθρωσης επιχειρήσεων, οι υφιστάμενοι μέτοχοι προτείνεται να συμμετέχουν με ποσοστό 8% του μεταφερόμε-νου δανείου προς αναδιάρθρωση, με στόχο τη σύμπλευση συμφερόντων υφιστάμενων μετόχων και νέων ιδιωτών που θα αγορά-σουν τα δάνεια και θα συνεισφέ-ρουν κεφάλαια.
Η Nomura προτείνει και τη δημιουργία μιας δευτερογενούς αγοράς μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το άνοιγμα της αγοράς θα γίνει με τη χορήγηση έως και 5 αδειών για την είσοδο στη χώρα μας ισάριθμων εταιρειών, ώστε να υπάρξει επαρκής ανταγωνισμός. Στις νέες εταιρείες που θα δημιουργηθούν ως θυγατρι-κές μεταξύ ξένων funds και ελλη-νικών τραπεζών υπό την εποπτεία της ΤτΕ, οι ελληνικές τράπεζες προ-τείνεται να συμμετέχουν με 33%
Οι ξένοι παίρνουν τελικά τα «κλειδιά» των ελληνικών εταιρειών
Τεκτονικές αλλαγές στο εγχώριο επιχειρείν, αρχής γενομένης από τις πρώτες εβδομάδες του 2016, φέρνει η διευθέτηση του τεράστιου ζητήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων (Non-Performing Loans – NPLs) που κατέχουν τα πιστωτικά ιδρύματα. Μεγάλος αριθμός επιχειρηματιών, οι εταιρείες των οποίων έχουν δηλώσει στις τράπεζες πως βρίσκονται σε μη συμμόρφωση με τους οικονομικούς όρους (financial covenants) των δανειακών τους συμβάσεων και σε αδυναμία αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων δόσεων των δανείων, βρίσκονται κυριολεκτικά σε απόγνωση, καθώς δεν γνωρίζουν εάν σε μερικούς μήνες θα έχουν ή όχι «τα κλειδιά» των εταιρειών τους.
Όλα θα εξαρτηθούν από την «αντικειμενικότητα» της αξιολόγησης, καθώς μοναδικό κριτήριο για την επιβίωση, την πώληση ή την εκκαθάριση σειράς εταιρειών θα αποτελέσει εάν θα κριθούν βιώσιμες ή μη, εάν υπάρχει δηλαδή προοπτική να εμφανίσουν λειτουργική κερδοφορία.
Βεβαίως, το ζήτημα είναι εξαιρετικά πιο σύνθετο: Η εξίσωση περιλαμβάνει την πρόθεση ή μη των ιδιοκτητών να συμμετάσχουν με κεφάλαια στην αναδιάρθρωση, το κατά πόσον υπάρχει ήδη ενδιαφέρον από υποψήφιους επενδυτές να συμμετάσχουν στην αναδιάρθρωση, τα περιουσιακά τους στοιχεία, την αξία των συμβολαίων-συμβάσεών τους, ακόμα και τις προοπτικές των κλάδων στους οποίους δραστηριοποιούνται.
Σύμφωνα με πληροφορίες του «Κ», οι εξελίξεις θα πρέπει να αναμένεται πως θα είναι ταχύτατες, καθώς η ελληνική αγορά έχει προ πολλού χαρτογραφηθεί από τα ξένα funds και τους ομίλους, που επιθυμούν, μέσω της διαδικασίας αναδιαρθρώσεων, να εισέλθουν στο μετοχικό κεφάλαιο ελληνικών εταιρειών ή να αποκτήσουν πρόσβαση σε assets τους. Οι ίδιες πηγές, πάντως, κάνουν λόγο για την εκδήλωση ενδιαφέροντος συμμετοχής στη διαδικασία από τους βραχίονες distressed debt επενδυτικών κολοσσών όπως είναι οι Blackstone και KKR, μεταξύ άλλων.
Έμπειρα στελέχη της αγοράς εξέφραζαν τη βεβαιότητα ότι μέσα στους επόμενους μήνες θα αρχίσει ένα ντόμινο εξελίξεων, που εντέλει θα οδηγήσει στην αλλαγή ιδιοκτησίας σειράς εταιρειών, μεταξύ των οποίων και ιδιαίτερα προβεβλημένων ομίλων. Θεωρείται, επίσης, βέβαιο πως ο ξενοδοχειακός-τουριστικός κλάδος θα αποτελέσει πεδίο έντονων ανακατατάξεων και δραματικών αλλαγών στους υφιστάμενους συσχετισμούς δυνάμεων. Μεγάλα και παραδοσιακά ονόματα αναμένεται να χάσουν σημαντικό μέρος ή και το σύνολο του ελέγχου που τύποις έχουν σήμερα σε σειρά περιουσιακών τους στοιχείων. Ο ξενοδοχειακός κλάδος αποτελεί έναν από τους πλέον επιβαρυμένους δανειακά, με αρκετούς επιχειρηματίες να μην εξυπηρετούν ορθώς τις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες, έχοντας συχνά εξασφαλίσει «προνομιακή» μεταχείριση. Την ίδια στιγμή, το δεδηλωμένο ενδιαφέρον ξένων επενδυτών να τοποθετηθούν στρατηγικά στη «βαριά βιομηχανία» της χώρας, τον τουρισμό, θα λειτουργήσει καταλυτικά για να χαθούν στην επιχειρηματική ιστορία ονόματα που μονοπώλησαν τον κλάδο επί δεκαετίες. Την ίδια στιγμή, σαρωτικές αλλαγές προ- οιωνίζονται και στον κλάδο των media, με επίκεντρο τους μεγάλους τηλεοπτικούς και εκδοτικούς ομίλους. Σε εξέλιξη βρίσκονται έντονες διεργασίες με την άμεση εμπλοκή των τραπεζών, καθώς ήδη αναζητείται η βέλτιστη οδός για την αναδιάρθρωση των δανείων και των λειτουργιών μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου.
Στο λιανεμπόριο, έναν κλάδο που έχει δοκιμαστεί ιδιαίτερα σκληρά κατά την εξαετή περίοδο της οικονομικής κρίσης, οι ενέργειες που αναμένεται να αναληφθούν θα είναι άμεσες. Ήδη η σύμπραξη της δανειακά επιβαρυμένης Βερόπουλος με τη Μετρό της οικογένειας Παντελιάδη αποτελεί το πρώτο δείγμα της νέας πραγματικότητας που διαμορφώνεται στην αγορά, με τις τράπεζες να έχουν πάντα τον πρώτο λόγο και για άλλους ομίλους, οι οποίοι θα κληθούν να υλοποιήσουν πλάνο αναδιάρθρωσης και «ενέσεις» κεφαλαίου από τους βασικούς τους μετόχους.
Αλλά και στις τηλεπικοινωνίες, στην αγορά αναμένονται ταχύτατες εξελίξεις, στον απόηχο εταιρειών όπως η On Telecoms, που δεν κατάφερε να διασωθεί από τη δανειακή τρικυμία που αντιμετώπιζε. Μόλις προ ημερών ο επικεφαλής της Vodafone Ελλάδας, κ. Γλαύκος Περσιάνης, επαναλάμβανε σε ενημερωτική συνάντηση πως εξακολουθεί να υπάρχει ισχυρό και ουσιαστικό ενδιαφέρον για τη Forthnet. H τελευταία αποτελεί λυδία λίθο για τις εξελίξεις στον τηλεπικοινωνιακό κλάδο, δεδομένου ότι βρίσκεται επί μακρόν σε επαφές με τις πιστώτριες τράπεζες για την αναχρηματοδότηση των βραχυπρόθεσμων υποχρεώσεών της, που στο τέλος του περασμένου Σεπτεμβρίου ανήλθαν σε επίπεδο ομίλου στα 400 εκατ. ευρώ. Στο πλαίσιο αυτό, οι δανείστριες τράπεζες πραγματοποίησαν τον περασμένο μήνα due diligence, ενώ στο επόμενο διάστημα θα διενεργηθεί και ανεξάρτητη επισκόπηση επιχειρηματικού σχεδίου (Independent Business Review) του ομίλου.
Στον πολύπαθο κλάδο της τεχνολογίας, ονόματα όπως αυτά της Altec θα βρεθούν στο προσκήνιο. Η εταιρεία, στην οποία οι τράπεζες έχουν ήδη καταστεί βασικοί μέτοχοι, έχει ζητήσει την αναδιάρθρωση των δανειακών υποχρεώσεων του ομίλου (96,4 εκατ. ευρώ, από τα οποία 88 εκατ. ευρώ έχουν καταστεί βραχυπρόθεσμα), καθώς δεν διαθέτει άλλα πλάνα χρηματοδότησης για την κάλυψη των χρηματοοικονομικών αναγκών της.
Την ίδια στιγμή, εξελίξεις θα πρέπει να αναμένονται και στον κλάδο των ιχθυοκαλλιεργειών, τον πρώτο όπου έχουν υλοποιηθεί κινήσεις αναδιαρθρώσεων. Σελόντα και Νηρέας έχουν ήδη ανακεφαλαιοποιηθεί και έχουν περάσει στον έλεγχο των τραπεζών, οι οποίες και σταδιακά θα θέσουν σε εφαρμογή το δεύτερο σκέλος του σχεδιασμού τους για τον κλάδο, έναν από όσους υπάρχει σαφές και εκδηλωμένο ενδιαφέρον.
Τεράστιο restart
Σε κάθε περίπτωση, η διαδικασία αυτή, θεωρητικά, θα λειτουργήσει εκτονωτικά για την ελληνική οικονομία, καθώς θα αποτελέσει ένα τεράστιο restart για ολόκληρους κλάδους. Όπως έχει επισημάνει η PwC σε παλαιότερη έκθεσή της, οι προβληματικές και δανειακά μη βιώσιμες επιχειρήσεις απορροφούν τελικά περισσότερους πόρους από ό,τι παράγουν και έχουν αρνητική επίδραση στις χρηματορροές του συνόλου των εταιρειών, ουσιαστικά διαδίδοντας (viral) την οικονομική πίεση και σε άλλες εταιρικές ομάδες. Καθώς η έλλειψη χρηματοδότησης και η συσσώρευση ζημιών συμπιέζουν τις δυνατότητες των επιχειρήσεων να υλοποιήσουν επενδυτικά σχέδια, αλλά και να αντιμετωπίσουν τις ταμειακές τους ανάγκες, κάποιες θα οδηγηθούν σε πτώχευση και ορισμένοι κλάδοι σε ακόμα μεγαλύτερο βαθμό συγκέντρωσης.
*Αναδημοσίευση από το Κεφάλαιο της 19ης Δεκεμβρίου
Πηγή: capital.gr