Ο τραπεζίτης που καταζητείται από τις Αρχές όλου του κόσμου
Ενα παράξενο πόστερ αντίκρισαν αυτήν την εβδομάδα οι Γερμανοί και οι Γερμανίδες στα εμπορικά κέντρα και τους σιδηροδρομικούς σταθμούς. Αντί διαφημίσεων για σοκολάτες και ιστοτόπους γνωριμιών είδαν το πρόσωπο του υπόπτου για φοροδιαφυγή Πολ Μόρα. Νεοζηλανδικής καταγωγής ο καταζητούμενος είχε υπάρξει τραπεζίτης στο Λονδίνο και συνδέεται με την υπόθεση απάτης με μερίσματα, γνωστή ως Cum-Ex. Οι Γερμανοί βουλευτές τη χαρακτηρίζουν τη μεγαλύτερη φορολογική απάτη της Ιστορίας. Σε κοινή θέα τέτοια αφίσα είχαν να δουν δεκαετίες οι Γερμανοί, από τότε με τα πρόσωπα των τρομοκρατών της ΡΑΦ – απλώς τώρα πρόκειται για ένα στέλεχος τραπέζης, που πάντα απασχολούσε τους κύκλους στο Σίτι για την επαγγελματική δράση του και την αντισυμβατική εικόνα του. Πέραν του τραπεζίτη, ακόμα ένα στέλεχος που καταζητείται είναι ο πρώην εκτελεστικός διευθυντής της πτωχευμένης Wirecard, Γιαν Μαρσάλεκ.
Ο Πολ Μόρα πριν από δέκα και παραπάνω χρόνια βρέθηκε στο Λονδίνο και εργάστηκε αρχικά στη Merrill Lynch και μετά στην Credit Suisse, ενώ κατόπιν, το 2004, στη γερμανική τράπεζα HVB, όπως αναφέρει το Bloomberg. Εκεί το 2005 επινόησε την πρακτική Cum-Ex, για την οποία και καταζητείται. Μεγαλόσωμος και ψηλός, ο Νεοζηλανδός ξεχώριζε ανάμεσα στην ομοιομορφία των στελεχών του Σίτι, ενώ τα αστεία του έγιναν αστικός μύθος. Αλλά και η εμφάνισή του δεν περνούσε απαρατήρητη, μιας και κάποτε σε επίσημη εκδήλωση στην Φρανκφούρτη, παρουσιάστηκε, φορώντας σορτς και πολύχρωμο πουκάμισο, σύμφωνα με αυτόπτη μάρτυρα. Είχε φύγει από θέρετρο στην Ισπανία, αλλά το κοστούμι του χάθηκε εν πτήσει. Εχοντας αναπτύξει ευρύτατο δίκτυο επαφών στο Λονδίνο, εκείνος και οι συνεργάτες του αγόρασαν μερίδιο στο Cinnamon Club, ένα ινδικό εστιατόριο, όπου συναντιόντουσαν και διασκέδαζαν οι χρηματομεσίτες, που ασχολούνταν με το αρμπιτράζ μερισμάτων.
Η απάτη Cum-Ex (που χρησιμοποιεί τις λατινικές λέξεις για το «Με-Χωρίς») κόστισε στους Γερμανούς φορολογουμένους περίπου 10 δισ. ευρώ και πήρε τέλος το 2012, όταν η χώρα άλλαξε τους σχετικούς κανόνες και οι εισαγγελείς στη Φρανκφούρτη άρχισαν να καταπιάνονται με τις συμφωνίες που είχαν συναφθεί. Οι συναλλαγές, που ενορχήστρωνε ο Πολ Μόρα, επωφελούνταν των κενών στη νομοθεσία, τα οποία έδιναν τη δυνατότητα για πολλαπλές επιστροφές φόρου σε μερίσματα που καταβάλλονταν άπαξ. Στην πρώτη δίκη στη Γερμανία για την υπόθεση, πρώην συνάδελφοί του δήλωσαν πως η ομάδα του ασχολήθηκε με τις παράνομες συναλλαγές, έχοντας την πλήρη στήριξη των διευθυντών τους. Καταδικάστηκαν τότε οι πρώην συνεργάτες τού Μόρα, Μάρτιν Σιλντς και Νίκολας Ντάιαμπλ στην HVB και στα επενδυτικά κεφάλαια Ballance – και οι δύο αργότερα αποφάσισαν να συνεργαστούν με εισαγγελείς, μειώνοντας τον χρόνο της ποινής τους.
Πηγή: kathimerini.gr