Η Louis Vuitton εξαγόρασε την Tiffany έναντι 16,6 δισ. δολ.
Στα χέρια του πλουσιότερου Ευρωπαίου περνάει ο 182 ετών αμερικανικός οίκος κοσμημάτων Tiffany, γνωστός για τα τιρκουάζ κουτιά κοσμημάτων και για την απήχησή του στην αγορά δαχτυλιδιών αρραβώνα. Ο Μπερνάρ Αρνό, διευθύνων σύμβουλος του οίκου ειδών πολυτελείας και υψηλής ραπτικής LVMH, εξαγόρασε την Tiffany έναντι 16,6 δισ. δολαρίων, ολοκληρώνοντας, όπως επισημαίνουν οι Financial Times, τη μεγαλύτερη συμφωνία που έχει συναφθεί ποτέ στον κλάδο των ειδών πολυτελείας.
Οι διαπραγματεύσεις διήρκεσαν περίπου ένα μήνα και κατέληξαν σε συμφωνία εξαγοράς της εμβληματικής κοσμηματοποιίας έναντι 135 δολαρίων ανά μετοχή σε μετρητά. Ο Αρνό δήλωσε ενθουσιασμένος για την πρόσθεση μιας εταιρείας με «απαράμιλλη κληρονομιά» στον όμιλο LVMH. «Τρέφουμε μεγάλο σεβασμό και θαυμασμό προς την Tiffany και σκοπεύουμε να την αναπτύξουμε με την ίδια αφοσίωση και δέσμευση την οποία έχουμε εφαρμόσει σε όλες τις μάρκες μας. Θα είμαστε υπερήφανοι που θα έχουμε την Tiffany δίπλα στις άλλες εμβληματικές μάρκες μας και ανυπομονούμε να διασφαλίσουμε ότι θα εξακολουθήσει να θριαμβεύει για αιώνες ακόμα», συμπλήρωσε ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του ομίλου.
Δίπλα σε άλλα γνωστά ονόματα, που ήδη ανήκουν στον όμιλο LVMH, όπως για παράδειγμα η Louis Vuitton, οι σαμπάνιες Dom Perignon και ο οίκος Bulgari, ο οίκος Tiffany θα υποβληθεί κατά πάσα πιθανότητα στη γνωστή και επιτυχημένη συνταγή που κατά κόρον ακολουθεί ο όμιλος. Θα επεκτείνει την παρουσία του σε όλο τον κόσμο, ιδίως στοχεύοντας στις πολλά υποσχόμενες ασιατικές αγορές, ενώ ταυτόχρονα θα αυξήσει τις τιμές και συνεπώς την αποκλειστικότητα των προϊόντων του.
Αναμένεται πως η Tiffany θα προσφέρει περισσότερα προϊόντα αξίας μεταξύ 1.000 και 10.000 δολαρίων, όπως εκτιμά ο Λούκα Σόλκα, αναλυτής στη Sandford C. Bernstein, σύμφωνα με το Bloomberg. Ο ίδιος πιστεύει ότι η LVMH θα επενδύσει συγκεκριμένα στη δημιουργία γυναικείων ρολογιών, έναν κλάδο στον οποίο ο οίκος Tiffany δεν έχει ισχυρή παρουσία. Αντιθέτως, η LVMH έχει εμπειρία στην ωρολογοποιία μέσω των ελβετικών εταιρειών TAG Heuer, Hublot και Zenith, καθώς και της γαλλικής Chaumet.
«Θα εμπνευστούμε από την εμπειρία μας με τον οίκο Bulgari», σχολίασε χαρακτηριστικά ο Αρνό σε συνέντευξή του, αναφερόμενος στην εξαγορά του ιταλικού οίκου κοσμημάτων Bulgari το 2011. Εκτοτε, ο αριθμός των πωλήσεων της Bulgari έχει διπλασιαστεί, ενώ τα κέρδη της έχουν πενταπλασιαστεί, σημειώνει ο Μπερνάρ Αρνό.
Στην περίπτωση της Tiffany, το πρόβλημα είναι ότι εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό από την αμερικανική αγορά, καθώς περίπου το 41% των συνολικών του πωλήσεων πραγματοποιείται στις ΗΠΑ. Αυτή τη στιγμή, η Tiffany έχει 300 καταστήματα σε όλο τον κόσμο. «Η Tiffany είναι μια θρυλική, εμβληματική αμερικανική μάρκα με σπουδαία ιστορία. Στην Ευρώπη όμως είναι αδύναμη», σημείωσε ο Αρνό. Ο τελευταίος εξήγησε, επίσης, ότι η LVMH έχει αρκετά μεγάλη εμπειρία ώστε να ενισχύσει την παρουσία της Tiffany στην Ευρώπη, ενώ υπογράμμισε ότι υπάρχουν αισιόδοξες προοπτικές και για την Κίνα. Εκτός αυτού, ο όμιλος LVMH θα έχει να αντιμετωπίσει και τη μείωση του αριθμού αγορών από Κινέζους τουρίστες, που ανέκαθεν στήριζαν την αγορά προϊόντων πολυτελείας. Εξαιτίας του εμπορικού πολέμου, οι Κινέζοι ψωνίζουν πλέον περισσότερο στην Κίνα, με αποτέλεσμα να έχει συρρικνωθεί ο κλάδος των ειδών πολυτελείας. Τέλος, η LVMH θα κληθεί να συνεχίσει την προσπάθεια της Tiffany για ενίσχυση των αγορών των προϊόντων της μέσω Διαδικτύου.
Πηγή: kathimerini.gr