«Φωτιά» τα ενοίκια σε πολλές ευρωπαϊκές μητροπόλεις
Σε ένα πολυετές παιχνίδι Monopoly προσπαθούν να βάλουν τέλος οι δήμαρχοι των ευρωπαϊκών μητροπόλεων όπου τα ενοίκια αυξάνονται ανεξέλεγκτα και οι κάτοικοι οφείλουν να δίνουν σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και περισσότερο από το μισό διαθέσιμο εισόδημά τους για στέγαση. Προκειμένου να προσφέρουν ασφάλεια και σταθερότητα στους ενοικιαστές, πολλοί Ευρωπαίοι δήμαρχοι εξετάζουν το ενδεχόμενο επιβολής αυστηρών περιορισμών στους ιδιοκτήτες.
Στη Βαρκελώνη, όπου το μέσο ενοίκιο αυξήθηκε κατά 50% την τελευταία πενταετία, η ευθύνη αποδόθηκε κατά κύριο λόγο στον υπερβολικό τουρισμό. Αντίστοιχα, στο Λονδίνο και στο Αμστερνταμ η αγορά κατοικιών είναι τόσο ελκυστική στους ξένους επενδυτές, ώστε τα διαμερίσματα συσσωρεύονται στα χέρια ιδιωτικών επιχειρήσεων. Εκτός αυτού, τα διαμερίσματα στο Αμστερνταμ εκλείπουν, αφού η πόλη υποδέχεται εταιρείες και εργαζομένους από τη Βρετανία, που εξοστρακίζονται λόγω Brexit. Στο Παρίσι, το κόστος ανά τετραγωνικό μέτρο αυξήθηκε από το προηγούμενο έτος κατά 6,6%, αγγίζοντας πλέον τις 9.760 ευρώ και αντίστοιχα αυξήθηκαν και τα ενοίκια. Σε πανευρωπαϊκό επίπεδο η ζήτηση κατοικιών ενισχύθηκε –και αντίστοιχα και τα ενοίκια– λόγω των χαμηλών επιτοκίων δανεισμού, του μεγαλύτερου ποσοστού απασχόλησης και εξαιτίας της αύξησης του πληθυσμού.
Το σημαντικότερο πρόβλημα που προκύπτει είναι ότι τα ενοίκια αυξάνονται με πολύ μεγαλύτερο ρυθμό από το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών. Εχοντας αντιληφθεί το ζήτημα αυτό, ο Σαντίκ Καν, δήμαρχος του Λονδίνου, πρότεινε αυτή την εβδομάδα στη βρετανική κυβέρνηση να εφαρμοστούν περιορισμοί στα ενοικιαστήρια, ώστε να εξασφαλιστεί η σταθερότητα και να προστατευθούν οι ενοικιαστές. Στην πρότασή του Καν αναφέρεται ότι περισσότερο από τα δύο τρίτα των κατοίκων του Λονδίνου επιθυμούν τους περιορισμούς στα ενοίκια. «Από το 2010 τα ενοίκια έχουν αυξηθεί τρεις φορές περισσότερο από ό,τι ο μέσος μισθός», δήλωσε στον Guardian η Μιάτα Φανμπούλεχ, επικεφαλής του βρετανικού think tank New Economics Foundation. «To βεληνεκές αυτής της κρίσης διαθεσιμότητας σημαίνει ότι πρέπει να αντιδράσουμε», συμπλήρωσε, υποστηρίζοντας την πρόταση του δημάρχου του Λονδίνου. Στο κρατίδιο του Βερολίνου η πρόοδος σχετικά με τον έλεγχο τον ενοικίων είναι αξιοσημείωτη, αφού η γερμανική Βουλή συμφώνησε στο «πάγωμα» των ενοικίων στο ίδιο επίπεδο την περίοδο 2020 έως 2025. Το μέσο κόστος των διαμερισμάτων αυξήθηκε από το 2013 έως το 2018 κατά 63,4%, ενώ στο ίδιο διάστημα το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών ενισχύθηκε κατά 7%, όπως αναφέρεται σε έρευνα της Knight Frank, διεθνούς εταιρείας παροχής υπηρεσιών για ακίνητα. Απαντώντας σε έντονες διαμαρτυρίες ενοίκων και ιδιοκτητών, το κρατίδιο του Βερολίνου αγόρασε από την ιδιωτική επιχείρηση Predac 670 διαμερίσματα στην εμβληματική λεωφόρο Καρλ Μαρξ. Το αντίτιμο ήταν μεταξύ 90 και 100 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με την εφημερίδα Handelsblatt. «Ηταν και θα είναι πρόθεσή μας να αγοράσουμε διαμερίσματα οπουδήποτε μπορούμε, ώστε το Βερολίνο να επανακτήσει τον έλεγχο στην αγορά ακινήτων», δήλωσε μετά την κρατικοποίηση των διαμερισμάτων ο Μίχαελ Μίλερ, δήμαρχος του Βερολίνου.
Ανάλογες ήταν και οι κινήσεις της ισπανικής κυβέρνησης, η οποία προχώρησε στην επιβολή αυστηρών μέτρων ελέγχου των ενοικίων, ώστε να μετριαστεί το κόστος. Με την απόφαση του Μαρτίου, η αναπροσαρμογή του ενοικίου ανά έτος πρέπει να ρυθμίζεται ανάλογα με τον πληθωρισμό. Η ίδια απόφαση επιβάλλει την παραμονή του ενοικιαστή στην κατοικία μέχρι τη λήξη του συμβολαίου ακόμα και στην περίπτωση που το διαμέρισμα έχει πουληθεί, ενώ η ελάχιστη διάρκεια του ενοικιαστηρίου αυξήθηκε από τρία στα πέντε χρόνια. Στη Βαρκελώνη, όπου τα ενοίκια έχουν αυξηθεί ραγδαία την τελευταία πενταετία, οι ιδιοκτήτες των ακινήτων θα μπορούν να διαπραγματεύονται το ύψος του ενοίκιου βάσει μιας προτεινόμενης τιμής αναφοράς, η οποία θα κυμαίνεται ανάλογα με την περιοχή και τις ειδικές ανέσεις του εκάστοτε διαμερίσματος, παραδείγματος χάριν εάν έχει πισίνα ή κήπο.
Ενα εκατ. διαμερίσματα θα χτίσει η ολλανδική κυβέρνηση έως το 2030
Είναι όμως πράγματι ο έλεγχος των ενοικίων ένα μέτρο θετικό για την οικονομία; Αυτό το ερώτημα καλούνται να απαντήσουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις, οι οποίες αφενός ανταποκρίνονται στα αιτήματα αμέτρητων ενοικιαστών, αφετέρου στρέφονται εναντίον των διαφωνούντων ιδιοκτητών. Με μία τέτοια περίπτωση έρχεται αντιμέτωπη η πολιτεία της Νέας Υόρκης, η οποία ύστερα από περίπου πενήντα χρόνια εφαρμογής ρυθμιστικών μέτρων ενοικίου επέβαλε ακόμη αυστηρότερους περιορισμούς. Ιδιοκτήτες ακινήτων στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης ισχυρίζονται ότι οι εν λόγω κανόνες δεν λαμβάνουν υπόψη τα εισοδηματικά κριτήρια, με αποτέλεσμα οι εύρωστοι ενοικιαστές να βγαίνουν εξαιρετικά κερδισμένοι. Αντίθετα, οι ιδιοκτήτες υποχρεώνονται να πουλήσουν τις περιουσίες τους, διότι αποκομίζουν το απολύτως ελάχιστο κέρδος από την ενοικίαση ή και σε ορισμένες περιπτώσεις τα έξοδά τους είναι περισσότερα από τα έσοδα.
Στο Αμστερνταμ το ενδεχόμενο ελέγχου των ενοικίων έχει σημάνει καμπανάκι για τους επενδυτές. «Η επενδυτική εμπιστοσύνη θα μειωθεί και θα χτιστούν λιγότερα σπίτια, ενώ η μοναδική θεραπεία στο πρόβλημα της αγοράς κατοικιών είναι να χτιστούν ακόμη περισσότερα», είχε δηλώσει τον Μάρτιο στο Bloomberg ο Γκέρτγιαν βαν ντερ Μπαν, διευθύνων σύμβουλος του ολλανδικού μεσιτικού γραφείου Vesteda. Η ολλανδική πρωτεύουσα έχει μετατραπεί σε χρυσωρυχείο για τους επενδυτές της αγοράς ακινήτων και πολλοί ανησυχούν ότι ο έλεγχος των ενοικίων θα τους απομακρύνει, ενδεχομένως ανυψώνοντας ακόμη περισσότερο τα ενοίκια. Η ολλανδική κυβέρνηση έχει θέσει ως στόχο το χτίσιμο 1 εκατ. διαμερισμάτων μέχρι το 2030. Το Αμστερνταμ, όπου το κόστος των κατοικιών αυξήθηκε κατά 64,6%, ενώ το διαθέσιμο εισόδημα κατά 4,4% από το 2013 έως το 2018, εξέδωσε πέρυσι 8.639 άδειες για το χτίσιμο διαμερισμάτων.
Στο Παρίσι, που σύμφωνα με σχετική έρευνα του Economist Intelligence Unit ήταν η πιο ακριβή πόλη το 2018, επικρατούν οι ίδιοι φόβοι όσον αφορά την επιβολή μέτρων ελέγχου του ενοικίου. «Ελέγχοντας τα ενοίκια, η κυβέρνηση δημιουργεί ένα κλίμα έλλειψης εμπιστοσύνης απέναντι στους ιδιοκτήτες, κατηγορώντας τους ότι είναι οι “κακοί” στην κρίση της γαλλικής αγοράς ακινήτων», είχε δηλώσει στο France24 ο Ζον-Μαρκ Τορογιόν, πρόεδρος της ένωσης μεσιτικών γραφείων της Γαλλίας.
Η ισορροπία μεταξύ προσιτών ενοικίων και προσέλκυσης επενδυτών είναι πολύ δύσκολο να επιτευχθεί. Παράλληλα, η επιβολή μέτρων ελέγχου πολλές φορές ωθεί τους ιδιοκτήτες να μετατρέψουν τις κατοικίες τους σε ακριβά διαμερίσματα, σύμφωνα με έρευνα του πανεπιστημίου Stanford. Με αυτό τον τρόπο θεωρούνται νέα κτίσματα και εξαιρούνται από τους περιορισμούς, ενώ οι ιδιοκτήτες μπορούν να διαπραγματευθούν με τους ενοικιαστές το ύψος των ενοικίων.
Πηγή: kathimerini.gr