Γνωρίζετε ότι…
• Στον «αέρα» βρίσκονται οι διαγραφές χρεών νομικών προσώπων καθώς και φυσικών προσώπων που αποκτούν εισόδημα από επιχειρηματική δραστηριότητα, για τις συμφωνίες εξωδικαστικού συμβιβασμού (πλην του ν. 4469/2017) που συνάπτονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2019. Αυτό γιατί, σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, δεν θεωρείται δωρεά και απαλλάσσεται του φόρου εισοδήματος η ωφέλεια των παραπάνω προσώπων που προκύπτει από διαγραφές χρεών στο πλαίσιο συμφωνιών εξωδικαστικού συμβιβασμού που έχουν συναφθεί έως τις 31.12.2018.
• Δεν θα πρέπει να εφαρμόζεται η απαλλαγή από την παρακράτηση φόρου στα κέρδη που διανέμονται από θυγατρική στη μητρική της εταιρεία, σε περίπτωση δόλιας ή καταχρηστικής πρακτικής, σύμφωνα με το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Μάλιστα, επειδή η μη εφαρμογή της απαλλαγής πηγάζει από γενική αρχή του δικαίου της Ε.Ε., αυτό ισχύει ακόμη και σε περίπτωση απουσίας σχετικών διατάξεων του εθνικού δικαίου ή διεθνών συμβάσεων που να θέτουν αντίστοιχο αντικαταχρηστικό κανόνα.
• H ύπαρξη εταιρειών-οχημάτων που δεν δικαιολογούνται από οικονομική σκοπιά μπορεί να θεωρηθεί ένδειξη καταχρηστικής πρακτικής, ενώ το κράτος-μέλος δεν υποχρεούται να προσδιορίσει τις οντότητες που θεωρεί ότι είναι οι δικαιούχοι των μερισμάτων, για να μην αναγνωρίσει σε μια εταιρεία την ιδιότητα του δικαιούχου των μερισμάτων αυτών ή προκειμένου να αποδείξει την κατάχρηση δικαιώματος (C-116-17/2016).
• Το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ενωσης όρισε τον πραγματικό δικαιούχο των τόκων για σκοπούς απαλλαγής από την παρακράτηση φόρου στην πηγή. Πρόκειται για τις εταιρείες που πράγματι καρπώνονται από οικονομικής άποψης τους τόκους αυτούς και διαθέτουν την εξουσία να καθορίζουν ελεύθερα πώς θα χρησιμοποιηθούν αυτοί. Εκρινε, επίσης, ότι αποτελεί ένδειξη καταχρηστικής πρακτικής το γεγονός ότι οι τόκοι καταβάλλονται περαιτέρω, στο σύνολο ή σχεδόν στο σύνολό τους και εντός σύντομου χρονικού διαστήματος μετά την είσπραξή τους, από την εταιρεία που τους εισέπραξε σε οντότητες που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις απαλλαγής.
Καταχρηστική πρακτική, τέλος, μπορεί να θεωρηθεί όταν η εταιρεία αυτή έχει ως μοναδική δραστηριότητα την είσπραξη των τόκων και την περαιτέρω μεταφορά τους στον δικαιούχο (C-115/16, C-118-9/16, C-299/16).
• Οι παροχές σε είδος δεν θεωρούνται φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία ούτε υπόκεινται σε κοινωνικοασφαλιστικές κρατήσεις όταν εξυπηρετούν λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης, συμβάλλουν στην αύξηση της παραγωγικότητας και στην ποιότητα των συνθηκών εργασίας ή αποτελούν μέτρα προς όφελος της υγιεινής και της ασφάλειας των εργαζομένων (άρθρο 9 Ν. 2336/1995, ΠΟΛ 1206/2018). Οι εν λόγω παροχές πρέπει να χορηγούνται από ελευθεριότητα του εργοδότη, προσωπικά στους ίδιους τους δικαιούχους, αυτούσιες και όχι σε χρήμα. Χαρακτηριστική περίπτωση τέτοιου είδους παροχών, μη υπαγόμενων σε φόρο εισοδήματος και σε ασφαλιστικές εισφορές, αποτελεί η παροχή τροφής κατά την εργασία, μέσω της χορήγησης γευμάτων ή διατακτικών σίτισης, παρά την εσφαλμένη θέση που έλαβε προσφάτως η διοίκηση υπέρ της υπαγωγής των διατακτικών σίτισης σε ασφαλιστικές εισφορές (Δ.ΑΣΦ.121/137807 ΕΦΚΑ).
• Σε 38,10% (14,72% ο ασφαλισμένος και 23,38% ο εργοδότης) διαμορφώνονται οι ασφαλιστικές εισφορές για τους έμμισθους δικηγόρους από 1.1.2019 και εφεξής. Συγκεκριμένα, έμμισθοι δικηγόροι καταβάλλουν εισφορά υπέρ εφάπαξ (4%) και εισφορά υπέρ επικουρικής (3,5% ο εντολέας και 3,5% ο δικηγόρος) επί του ελάχιστου ασφαλιστέου εισοδήματος των 650 ευρώ μηνιαίως και όχι επί του συνόλου των μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών τους. Επιπλέον, η εισφορά υπέρ εφάπαξ επιμερίζεται μεταξύ ασφαλισμένου και εργοδότη (2% ο ασφαλισμένος και 2% ο εργοδότης), σε αντίθεση με το προϊσχύσαν καθεστώς. Σε περίπτωση έμμισθου δικηγόρου, ο οποίος διατηρεί και δικό του γραφείο, θα καταβληθεί η προβλεπόμενη εισφορά υπέρ εφάπαξ επί του προβλεπόμενου κατώτατου βασικού μισθού μόνο μία φορά (Φ80020/οικ. 902/Δ16.20/2019).
• Νέο ηλεκτρονικό τρόπο υποβολής δηλώσεων απόδοσης παρακρατούμενων φόρων με αναλυτική καταχώρηση των στοιχείων των δικαιούχων και του παρακρατούμενου φόρου για κάθε δικαιούχο προαναγγέλλει δελτίο Τύπου της ΑΑΔΕ. Σύμφωνα με την ανακοίνωση, το παραπάνω αφορά: α) την υποβολή μηνιαίας δήλωσης απόδοσης φόρου μισθωτών υπηρεσιών και εισφοράς αλληλεγγύης, β) την υποβολή μηνιαίας δήλωσης απόδοσης φόρου και τυχόν αναλογούντος τέλους χαρτοσήμου για αμοιβές για συμβουλευτικές υπηρεσίες και άλλες αμοιβές για παρόμοιες υπηρεσίες, αμοιβές δικηγόρων και μερίσματα δικηγόρων, γ) τη δήλωση απόδοσης φόρου για εισόδημα από μερίσματα, τόκους και δικαιώματα. Ετσι, από το 2019, με την αναλυτική καταχώρηση των ανωτέρω στοιχείων θα συμπληρώνονται αυτόματα και οι αντίστοιχες ετήσιες βεβαιώσεις αποδοχών κ.λπ.
Πηγή: Grant Thornton/kathimerini.gr